Λίμνης της Κερκίνης
H λίμνη της Κερκίνης, είναι ένας από τούς σπουδαιότερους υγροτόπους της Ελλάδος. Στο σημαντικότατο αυτό βιολογικό σύνολο ζει, αναπτύσσεται και αναπαράγεται σε αριθμό και ποικιλία, ένας πλούσιος κόσμος έμβιων οργανισμών, μια βιοκοινότητα, που η προστασία και διατήρηση της για λόγους ηθικούς, αισθητικούς, επιστημονικούς και οικονομικούς είναι ζωτικής σημασίας.
H λίμνη της Κερκίνης βρίσκεται 45 χλμ. Δυτικά της πόλης των Σερρών και δίπλα στο χωριό Λιθότοπος. Το όνομα της δανείστηκε από τη μνημονευόμενη στον Αρριανό λίμνη Κερκινίτιδα, όπου ναυλοχούσε ο στόλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Παρ’ όλα αυτά, η σχετικά ρηχή, στο μεγαλύτερο μέρος του χρόνου, λίμνη, σε συνδυασμό με τα οικοσυστήματα των ορεινών όγκων της Κερκίνης (Μπέλες) και του Μαυροβουνίου (Κρούσια), που καθρεπτίζουν τις κορφές τους στα νερά της, ευνοούν την ανάπτυξη μιας υψηλής βιολογικής παραγωγικότητας που επαυξάνεται από τις θρεπτικές ύλες που κουβαλά στη λίμνη ο ποταμός Στρυμόνας. Ο συνδυασμός των τριών στοιχείων – ποικιλότητα βλάστησης, νερό, και γόνιμο έδαφος – δημιουργεί στην περιοχή ένα αρκετά σημαντικό αριθμό βιοτόπων που διαφέρουν στη δομή τους και στη λειτουργικότητα τους.
Την άνοιξη, καθώς η λίμνη πλημμυρίζει, το δάσος από ιτιές, αλμυρίκια, πλατάνια, σκλήθρα και λευκές αποτελεί έναν σημαντικότατο χώρο αναπαραγωγής και φωλιασμού των υδρόβιων πουλιών, ενώ ο εντυπωσιακότατος τάπητας από νούφαρα, που καλύπτει σχεδόν 7τετ.χλμ. προσφέρει ένα εξαιρετικό καταφύγιο για τα ψάρια. Στα υγρά λιβάδια με την πλούσια ελόβια βλάστηση, οι ερωδιοί, οι χουλιαρομύτες και οι χαλκόκοτες βρίσκουν πλούσια τροφή, ενώ στα ρηχότερα νερά αφθονεί η σαλβίνια και το νεροκάστανο, τροφή εξαιρετική για τα υδρόβια πουλιά της λίμνης.
Το χειμώνα, που η στάθμη της λίμνης πέφτει, αλλάζει η σύνθεση της ορνιθοπανίδας, όμως η ποικιλότητά της παραμένει υψηλή.
Στα νερά της λίμνης υπάρχουν περισσότερα από τριάντα είδη ψαριών, όπως ο κυπρίνος (γριβάδι), το χέλι, η πεταλούδα, ο γουλιανός κλπ. ενώ στα όριά της ζει ένας σημαντικός αριθμός διαφορετικών αμφιβίων, ερπετών και ασπόνδυλων ειδών. Στα άκρα του παρυδάτιου δάσους ζει ο μεγαλύτερος αριθμός βουβαλιών στην Ελλάδα. Στην ευρύτερη περιοχή, που γειτονεύει με τη λίμνη, ζουν πολλά θηλαστικά, όπως το τσακάλι, ο λύκος, η αγριόγατα, ο λαγός, η αλεπού, η νυφίτσα, το ζαρκάδι, ο ασβός κ.τ.λ. Σήμερα, η αφθονία της τροφής στα νερά της λίμνης, η γεωγραφική της θέση, η ποικιλότητα των βιοτόπων και της βλάστησης της συμβάλλουν, ώστε ο υγροβιότοπος αυτός να είναι ένα σπουδαιότατο περιβάλλον για την ανάπτυξη της ορνιθοπανίδας, που βρίσκει εδώ ιδανικές συνθήκες διαβίωσης και αναπαραγωγής, ενώ η λίμνη, αυτή καθ’ αυτή, καλύπτει τεράστιας σημασίας οικολογικές και οικονομικές απαιτήσεις.
Ο Λαϊλιάς
O Λαϊλιάς, ο σπουδαιότερος δασικός πνεύμονας του νομού Σερρών και ο σημαντικότερος τόπος αναψυχής των Σερραίων, βρίσκεται στο δυτικό τμήμα των βουνών της Βρόντους. Με έκταση 33.000 στρεμμάτων, το δάσος αποτελείται, κυρίως, από δασική πεύκη και οξιά. Βρίσκεται, ο ορεινός όγκος του Λαϊλιά, βόρεια από την πόλη των Σερρών και σε απόσταση 25 χλμ., με κατεύθυνση από ΒΑ προς ΝΔ. Το ύψος της ορεινής αυτής ζώνης, από την επιφάνεια της θάλασσας, κυμαίνεται, από 700μ. (Ρέμα Κονλού) έως και την Κορυφή Αλή Μπαμπάς (ύψος 1849μ.) απ’ όπου ο ορειβάτης, καθώς φυσά ο παγερός Βοριάς από τη χιονισμένη Θράκη, κάνοντας αίθρια τα πάντα, θεάται, στην ολότητά του, τον πολύχρωμο, τον ωραιόφθαλμο, τον καρποδότη κάμπο των Σερρών.
Kατά τον Τούρκο περιηγητή Ελβιά Τσελεμπή, που επισκέφθηκε τον Λαϊλιά το 1668
Ο επισκέπτης του Λαϊλιά, εντυπωσιάζεται από την πλούσια χλωρίδα του, στην οποία έχουν καταγραφεί 515 είδη, από τα οποία τα 345 είναι πολυετή ποώδη, τα 44 θάμνοι ή δενδρύλλια, τα 22 δέντρα και τα 104 μονοετή είδη, ενώ είκοσι και μία ποικιλίες φυτών και κατώτερες φυτικές μονάδες, από τη χλωρίδα του δάσους, είναι μοναδικές, μερικές σε ολόκληρη την Ελλάδα και κάποιες στο βορειοελλαδικό χώρο.
Το χειμώνα σιωπά το δάσος του Λαϊλιά, καθώς σκεπάζεται από τις υγροπόρευτες αέριες νεφέλες, που δροσοντυνουν την οξιά και θηριόμορφες όψεις δίνουν στα βαρυχιονισμένα κέδρα. Όλα στο δάσος προσδοκούν των ζωντανών τη γλυκιά θέα, τον Ήλιο, που τον πολύβουο, τον πολύχρωμο, τον πολυάνθιστο, τον πανεύοσμο κόσμο του δάσους θα αναστήσει. Την Άνοιξη και, ρ κυρίως, την εποχή της βλαστικής περιόδου, το δάσος χρώμα, καθώς ανθίζουν οι προάγγελοι της άνοιξης, τα βολβόφυτα και τα κονδυλόφυτα: Crocus bilforus, Crocus pulchellas κ.λ.π..
Ιστορικά στοιχεία, που εντοπίστηκαν στο ευρύτερο ορεινό συγκρότημα της Βροντούς δείχνουν πως η περιοχή του Λαϊλιά κατοικήθηκε από την πρώιμη νεολιθική εποχή.
Το αποτέλεσμα μελετών, για την εξέλιξη της βλάστησης στο δάσος του Λαϊλιά, βεβαιώνει τις σημαντικές αλλαγές από ανθρώπινη επέμβαση που έγιναν σε αυτό περί το 1200π.Χ., εποχή εγκατάστασης στην περιοχή της φυλής των Σιριοπαιόνων. Οι Σιριοπαίονες, στην πρώιμη αρχαϊκή εποχή, στήριξαν την αύξηση της ισχύος τους στην εκμετάλλευση των επιφανειακών μεταλλευμάτων που υπήρχαν στην περιοχή του Δάσους και στην ξύλευση της ελάτης, σε τέτοιο βαθμό, που άλλαξαν με αυτή τους τη δραστηριότητα την ισορροπία στη χλωρίδα του δάσους.
Στον Λαϊλιά, για τους extreme χιονοδρόμους, λειτoupγoύv ανάλογες των δυνατοτήτων τους πίστες, ενώ η πίστα για τους αθλητές του διάθλου θεωρείται μια από τις καλύτερες της Ελλάδος.
Ένα από τα γραφικότερα μονοπάτια του Λαϊλιά οδηγεί σε έναν τεράστιο μονόλιθο, το βράχο της «Κατίγκας». Οι Τούρκοι ονόμαζαν το βράχο «Αγί-Καγιασί», που πάει να πει, βράχος της αρκούδας. Από την κορυφή του φυσικού αυτού μνημείου, ο τολμηρός ορειβάτης θαυμάζει, σε όλες τις εποχές του χρόνου, το μοναδικής ομορφιάς δάσος οξιάς και ορεινής πεύκης, που πολύχρωμο απλώνεται μπροστά του.
Σπήλαιο Αλιστράτης
Ένα από τα ωραιότερα σπήλαια της Ελλάδας, με φανταστικό σε ομορφιά και πλούτο διάκοσμο, βρίσκεται νοτιοανατολικά της ιστορικής κωμοπόλεως της Αλιστράτης και σε απόσταση 6 χιλιομέτρων απ’ αυτή.
Η Αλιστράτη υπήρξε, κατά τους μέσους χρόνους της τουρκοκρατίας, ένα μείζονος σημασίας θρησκευτικό και πνευματικό κέντρο. Το όνομα της κωμοπόλεως, που οφείλεται στην ύπαρξη ναού αφιερωμένου στη μνήμη του Αγίου Ευστρατίου ή, κατά μια άλλη εκδοχή, σε ναό που τιμούσε τη σύναξη των Αρχιστρατήγων Γαβριήλ και Μιχαήλ πέριξ του οποίου κτίσθηκε το πόλισμα, αναφέρεται σε έγγραφα της Ιεράς Μονής Εικοσιφοίνισσας που χρονολογούνται περί τα μέσα του 15ου αιώνα.
To σπήλαιο, με γνωστή έως και σήμερα επιφάνεια 25.000 τ.μ. είναι σχεδόν επίπεδο και βρίσκεται στη θέση “πετρωτό”. Στους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής ήταν γνωστό από τις διηγήσεις συμπολιτών τους που, είτε για λόγους θήρας αγριοπερίστερων είτε από περιέργεια, κατέβαιναν στα έγκατα του, όπως π.χ. η αποστολή εξερεύνησης του σπηλαίου που οργανώθηκε από το δάσκαλο Δημήτριο Ν. Ιατρίδη το Σεπτέμβριο του 1958.
Σε μια παράλληλη, προς την κύρια, διαδρομή, που ξεκινά από την αίθουσα υποδοχής, ο επισκέπτης συναντά διαφόρων μεγεθών αίθουσες με πολύχρωμους σταλακτίτες μήκους 15 μέτρων. Η στοά αυτή, με εξίσου πλούσιο διάκοσμο και ποικιλία στις μορφές των γεωγλυπτών της προς τον κύριο διάδρομο ξενάγησης, με τον οποίο και ενώνεται, φτάνει σε μερικά σημεία της διαδρομής της σε ύψος που ξεπερνά τα 35 μ. Μέσα στο σπήλαιο, που η θερμοκρασία του είναι σταθερά στους 20 βαθμούς Κελσίου, ενώ η υγρασία του στο 70 με 75 % ζουν διάφοροι σπηλαιόβιοι οργανισμοί, όπως Δολιχόποδα , Μυριόποδα και ελάχιστες πια Νυχτερίδες που τον καιρό της Βασιλείας τους στο σπήλαιο άφησαν υπό τη μορφή των περιττωμάτων τους μια πλούσια οργανική ύλη το “Γκουανό” που σήμερα είναι η βάση της τροφικής αλυσίδας μιας πλούσιας πανίδας.
Σε απόσταση μικρή από το τουριστικά άψογα αξιοποιημένο σπήλαιο βρίσκεται το φαράγγι του ποταμού Αγγίτη μήκους 15 χλμ και βάθους, σε μερικά του σημεία, που φτάνει τα 80 με 100 μέτρα. Το Φαράγγι ξεκινά από τα όρια του δημοτικού διαμερίσματος της Συμβολής και τερματίζει θεαματικά στην πεντάτοξη πέτρινη γέφυρα της Αγγίστας. Κατά μήκος της ροής του ποταμού, που σχηματίζει “μαιάνδρους” και προσφέρεται για “ράφτινγκ”, υπάρχουν στις βραχώδεις πλαγιές του φαραγγιού μικρά και μεγάλα σπήλαια, τα οποία κάποτε πρόσφεραν προστασία σε μικρές προφανώς ανθρώπινες κοινότητες την ύπαρξη των οποίων μαρτυρούν τα βραχογραφήματα, έργα του 5ου – 6ου μ.Χ. αιώνα που παριστάνουν διάφορα ζώα, όπως π.χ. ελάφια και καμήλες, καθώς και σκηνές του καθημερινού βίου.
Αμφίπολη
Η Αμφίπολη, ήταν η σημαντικότερη εστία ελληνισμού κατά τη διάρκεια των μακεδονικών και ρωμαϊκών χρόνων στην γεωγραφική διαίρεση της Ηδωνίδας και Πιερίδας, περιοχή που καταλάμβανε το χώρο ανάμεσα στα ποτάμια Στρυμόνα και Νέστο και βρεχόταν από τον Στρυμονικό και Πιερικό κόλπο.
Κατά τον Ηρόδοτο (Βιβλ. VII,113-114), στη δεύτερη εισβολή των Περσών στην Ελλάδα, ο Ξέρξης, στην περιοχή των εκβολών του Στρυμόνα στον Στρυμονικό κόλπο και, στη θέση της θρακικής πόλης Εννέα οδοί, που έλεγχε τη διάβαση του ποταμού Στρυμόνα και την είσοδο προς την ενδοχώρα, έθαψε ζωντανά, κατά Περσική συνήθεια, εννέα αγόρια και εννέα κορίτσια των εντοπίων, προκειμένου να εξευμενίσει τους θεούς.
Σήμερα, η θέση της αρχαίας Αμφίπολης, ταυτίζεται με τα ερείπια παλαιάς πόλης στην κορυφή λόφου, νότια του σημερινού ομώνυμου χωριού του Νομού Σερρών.
Το 1913-1914 δίπλα στην παλιά γέφυρα του ποταμού Στρυμόνα βρέθηκαν τα τμήματα ενός υπερφυσικού μαρμάρινου Λεονταριού ύψους 5,37 μ. Οι αρχαιολογικές έρευνες που έγιναν στην περιοχή το 1922 αποκάλυψαν μια ορθογώνια βάση με πλευρά 10,20 μ., πάνω στην οποία το 1936 στήθηκε το μνημείο, που χρονολογείται από τον 4ο αιώνα και ερμηνεύεται από κάποιους ερευνητές, ως μνημείο του αμφιπολίτη Λαομέδοντα, που ήταν ναύαρχος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ενώ άλλοι το τοποθετούν χρονικά αργότερα και το συνδέουν με ναυμαχία της ελληνιστικής εποχής.
Το 1956 αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή της Αμφίπολης, έφεραν στο προσκήνιο τμήματα του περιβόλου της πόλης, δημόσια κτίσματα και ιδιωτικές κατοικίες, καθώς και ένα μεγάλο μέρος από τη νεκρόπολή της. Τα τείχη της πόλης, εντυπωσιακά ακόμη και σήμερα με μόνη τη θέα των υπολειμμάτων τους, είχαν ισχυρούς πύργους για την άμυνα της Αμφίπολης, καθώς και πέντε οχυρές πύλες από τις οποίες, η πλησιέστερη στον ποταμό, οδηγούσε στην περίφημη από το Θουκυδίδη γέφυρα, που ένωνε τις δυο πλευρές του Στρυμόνα, στηριζόμενη σε εκατοντάδες ξύλινους πασσάλους μπηγμένους στην κοίτη του ποταμού.
Aκρόπολη (Κουλάς)
Το σπουδαιότερο σήμερα σωζόμενο κτίσμα του κάστρου είναι ο πύργος που υψώνεται στο δυτικό άκρο του πευκόφυτου λόφου και είναι γνωστός ως “Πύργος του Ορέστη”. Ο ισχυρότατος αυτός πύργος κτίστηκε σε αρχαίο φρούριο που υπεράσπιζε την πόλη τον Ζ’ και ΣΤ’ π.χ αιώνα.
Η ίδρυση της βυζαντινής Ακρόπολης ανάγεται στον 9ο μ.χ αιώνα, όπου πηγές αναφέρουν οτι ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Φωκάς κατασκεύασε οχυρωματικά έργα στην πόλη των Σερρών. Κατά τη Βυζαντινή Περίοδο αναφέρεται σε πολλά χρυσόβουλα των βυζαντινών αυτοκρατόρων ως “Κάστρο”.
Aκρόπολη (Κουλάς)Aκρόπολη (Κουλάς)Ο επιβλητικός λόφος του Κουλά, στους πρόποδες του οποίου απλώνεται η πόλη των Σερρών, αποτελεί χρόνια τώρα πόλο έλξης όχι μόνο για τους Σερραίους, αλλά και για κάθε εθνικότητας επισκέπτες που στο Κάστρο, όσο και στα εναπομείναντα τείχη θα νιώσουν να ξεπηδούν ήρωες της ιστορίας και να ξεφυλλίζουν τις σελίδες της.
Μπεζεστένι
Το Μπεζεστένι, που πιθανότατα κτίσθηκε το 1385, είναι ένα από τα παλαιότερα τουρκικά κτίσματα που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης των Σερρών. Πρόκειται για ένα μεγάλο ορθογώνιο κτίριο, το οποίο καλύπτεται με έξι σφαιρικούς θόλους, οι οποίοι στηρίζονται εσωτερικά με τη βοήθεια τεθλασμένων τόξων. Το κτίριο έχει τέσσερις μεγάλους εσόδους και το όνομά του προέρχεται από την αραβοπερσική λέξη Μπεζεστένι που σημαίνει αγορά υφασμάτων. Χρησιμοποιόταν για κλειστή αγορά πολυτελών εμπορευμάτων. Οι σκεπαστές αγορές ήταν συνηθισμένη εικόνα στις Μουσουλμανικές πόλεις, το παράδειγμα των οποίων απέκτησαν και οι κατακτηθείσες Βυζαντινές πόλεις. Σε ολόκληρη την Ελλάδα σώζονται μόνο δύο Μπεζεστένια, των Σερρών και της Θεσσαλονίκης. Σήμερα, οι χώροι του φιλοξενούν το αρχαιολογικό Μουσείο των Σερρών.
Κοιλάδα Αγίων Αναργύρων
Πηγή ζωής και αληθινό πνεύμονα για την πόλη των Σερρών αποτελεί η κοιλάδα των Αγίων Αναργύρων που βρίσκεται στο δρόμο που οδηγεί στην Ακρόπολη. Πρόκειται για το ωραιότερο πάρκο των Σερρών που ταυτόχρονα αποτελεί χώρο αναψυχής, άθλησης και διασκέδασης. Τα δρομάκια ανάμεσα στα πολλά δένδρα πλάι στα γέρικα πλατάνια που ανάμεσά τους κυλούν χείμαρροι και ρυάκια αποτελούν πρόκληση για κάθε επισκέπτη που ζητά να αποδράσει από το βουητό της πόλης και να θαυμάσει την ομορφιά της φύσης. Ένα ακόμη στολίδι της κοιλάδας θεωρείται η τεχνιτή λίμνη που στα νερά της καθρεπτίζεται το γαλάζιο και το πράσινο του τοπίου. Το κλειστό κολυμβητήριο και το γυμναστήριο δένουν αρμονικά με το τοπίο χωρίς να διαταράσσουν αισθητική την ισορροπία του, ενω παράλληλα τα ανοιχτά γήπεδα μπάσκετ και τέννις καθώς και τα κέντρα διασκέδασης που πληθαίνουν τα τελευταία χρόνια προσφέρουν στιγμές απόλαυσης για όσους επιλέξουν να την επισκεφθούν.
Φαράγγι & Γιοφύρι ποταμού Αγγίτη
Ένας επείγιος παράδεισος μπορεί να θεωρηθεί το φαράγγι του ποταμού Αγγίτη, μήκους 15χλμ, αφού η βαθειά και στενή αυτή ποτάμια κοιλάδα ανάμεσα σε σκληρά πετρώματα, προσφέρει στον επισκέπτη μιά ξεχωριστή ομορφιά και μια πρωτόγνωρη εμπειρία. Τα απότομα τοιχώματα της στενής κοιλάδας αποτελούν κατά μία εκδοχή τεχνητή κατασκευή των Μακεδόνων του Φιλίππου Β’ σε μια προσπάθεια να αποξηράνουν τα τενάγη των Φιλίππων και Δράμας. Η κοιλάδα του ποταμού Αγγίτη δημιουργήθηκε σε τέσσερα εξελικτικά στάδια, κατά τη διάρκεια του νεογενούς και τεταρτογενούς και είναι γνωστή με τις ονομασίες «Στενά Πέτρας» και «Διώρυγα». Σύμφωνα με δημοσίευση του περιοδικού του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας της Βιέννης (Φεβρουάριος του 1978), βρέθηκαν σε τρεις περιοχές βραχογραφίες που παριστάνουν καμήλες, ελάφια, ιππείς που κρατούν τα ηνία των αλόγων και ακόντια, αλλά και αφηρημένα σχέδια. Από τις παραστάσεις των ιππέων, πιθανολογείται ότι οι βραχογραφίες έγιναν τον 5ο – 6ο μ.Χ. αιώνα. Βασικό χαρακτηριστικό στο φαράγγι του Αγγίτη είναι τα βαθιά ρήγματα που ξεκινούν από το χωριό Συμβολή και φτάνουν μέχρι το χωριό Λευκοθέα. Η πορεία του ποταμού μέσα στη χαράδρα δεν είναι ευθεία με συνέπεια σε πολλά σημεία το νερό να αγγίζει τους βράχους, ενώ σε άλλη πλευρά να υπάρχουν αποθέσεις. Εκπληκτικής ομορφιάς είναι οι «σπηλιές» και οι καμάρες που δημιουργήθηκαν με το πέρασμα του χρόνου.Η χλωρίδα της κοιλάδας περιλαμβάνει όλων των ειδών τα άγρια είδη, ενώ επίσης πλούσια είναι και η πανίδα. Η κατασκευή διαδρόμου συνδετικού του Σπηλαίου Αλιστράτης με το φαράγγι, η κατασκευή περιπατητικών μονοπατιών που προγραμματίζει η Ν.Α. Σερρών, θα κάνει περισσότερο προσιτή την μοναδική αυτή φυσική ομορφιά στους επισκέπτες.
Ιαματικές πηγές Σιδηροκάστρου
Επτά χιλιόμετρα από την πόλη του Σιδηροκάστρου και σε μια τοποθεσία με πανοραμική θέα, βρίσκονται τα ιαματικά Λουτρά, τα οποία ενδεικνύονται για τη θεραπεία αρθρίτιδας, ρευματισμών, νεφρολιθιάσεων, νευραλγιών και μυαλγιών. Την ευθύνη λειτουργίας και ανάπτυξης την έχει η Δημοτική Επιχείρηση Λουτρών του Δήμου Σιδηροκάστρου. Τα τελευταία χρόνια έχουν εκσυγχρονισθεί με άριστες εγκαταστάσεις, ώστε να μπορούν να φιλοξενήσουν ποιοτικά και ποσοτικά Ελληνες και όχι μόνο, για λουτροθεραπεία.
Η Δημοτική Επιχείρηση δρομολόγησε επενδύσεις ύψους 1.000.000.000 δραχμών με την κατασκευή και λειτουργία νέου υδροθεραπευτηρίου που περιλαμβάνει κλειστή πισίνα, ατομικές μπανιέρες με υδρομασάζ, φυσιοθεραπευτήριο και γυμναστήριο. Παράλληλα δρομολογείται και η ολοκλήρωση του νέου Ξενοδοχειακού συγκροτήματος, ενώ υπάρχουν προτάσεις, σύμφωνα με τις οποίες μπορούν οι νέες εγκαταστάσεις να χρησιμοποιηθούν και για συνεδριακό τουρισμό, αλλά και προγράμματα κατάρτησης, στα οποία προβλέπεται ανταλλαγή με άλλες χώρες και χρειάζεται φιλοξενία των καταρτιζομένων, φυσικά σε εποχές που δεν υπάρχουν επισκέπτες θεραπευτικού τουρισμού.
Ιαματικές πηγές Θερμών Νιγρίτας
Πανελλήνια γνωστές είναι οι ιαματικές πηγές των Θερμών με το περίφημο μεταλλικό νερό που βρίσκονται μόλις πέντε χιλιόμετρα από τη Νιγρίτα Σερρών. Το νερό των ιαματικών πηγών ενδείκνυται ιδιαίτερα για νοσήματα του γαστρεντερικού συστήματος και για χρόνιες ρευματοθεραπείες. Εκτός των πηγών, για τα λουτρά υπάρχει και πηγή πόσιμου νερού που ανήκει στην κατηγορία των αλκαλικών οξυπηγών. Το νερό αυτής της πηγής, αφού αναμιγνύεται με ανθρακικό οξύ, εμφιαλώνεται στο εργοστάσιο εμφιάλωσης που βρίσκεται στην περιοχή και κυκλοφορεί στο εμπόριο. Πολλές είναι οι μελέτες που έχει εκπονήσει ο Δήμος Νιγρίτας για τον εκσυγχρονισμό των Λουτρών, ενώ παράλληλα υπάρχει σειρά μελετών του ΙΓΜΕ από τις οποίες προκύπτει πλήρης χαρτογράφηση του γεωθερμικού πεδίου. Απαραίτητη για την περιοχή θεωρείται και η κατασκευή γεωθερμικής πισίνας στο Ξενοδοχείο «ΓΕΡΑΚΙΝΑ» της Δημοτικής Επιχείρησης του Δήμου Νιγρίτας, ώστε να συνδυαστεί η διανομή με τη λουτροθεραπεία.