Η Συμφωνία της Βάρκιζας

Η Συμφωνία της Βάρκιζας υπογράφτηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1945 από την τότε κυβέρνηση Πλαστήρα και αντιπροσώπους του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ) μετά την ανακωχή στις 11 Ιανουαρίου 1945 ανάμεσα στους Άγγλους και τον ΕΛΑΣ βάσει της οποίας οι δυνάμεις του υποχρεώθηκαν να εκκενώσουν την Αττική και τη Θεσσαλονίκη.

Γενικά 

Την αντιπροσωπεία του ΕΑΜ αποτελούσαν ο επικεφαλής Γεώργιος Σιάντος [γ.γ. ΚΚΕ], Ηλίας Τσιριμώκος [γ.γ. Ε.Λ.Δ.], Δημήτρης Παρτσαλίδης [γ. Κεντρικής Επιτροπής του ΕΑΜ] και ο στρατηγός Στέφανος Σαράφης ως στρατιωτικός σύμβουλος, ενώ η κυβερνητική αντιπροσωπεία απαρτιζόταν από τον επικεφαλής Ιωάννη Σοφιανόπουλου, υπουργό Εξωτερικών, Περικλή Ράλλη (υπουργό Εσωτερικών), Ιωάννη Μακρόπουλο (υπουργό Γεωργίας) και Παυσανία Κατσώτα ως στρατιωτικό σύμβουλο.

 

Πριν από τη Διάσκεψη της Βάρκιζας 
Με τη λήξη των Δεκεμβριανών, την υποχώρηση του ΕΛΑΣ από την Αθήνα και την υπογραφή συμφωνίας για ανακωχή των εχθροπραξιών με τους Εγγλέζους, αντικειμενικά έμπαινε επί τάπητος να αναζητηθεί μια πολιτική λύση, που θα έθετε τέλος στην πολεμική αναμέτρηση ή τουλάχιστον να επιδιωχθούν διαπραγματεύσεις προς αυτή την κατεύθυνση, ούτως ώστε να κερδηθεί πολύτιμος χρόνος, απαραίτητος για στρατιωτική προετοιμασία, μπρος στο ενδεχόμενο επανάληψης των εχθροπραξιών.

Ειδικά για τον ΕΛΑΣ τέτοια αναγκαιότητα υπήρχε, σύμφωνα με τα γραφόμενα πολλών ηγετικών στελεχών του κινήματος και φυσικά του στρατηγού Στ. Σαράφη. «Ο ΕΛΑΣ- γράφει χαρακτηριστικά ο Σαράφης είχε δυνατότητες σε τρόφιμα, πυρομαχικά και έμψυχο υλικό να κάνει πόλεμο για πολύ καιρό κατά των Αγγλων και των κυβερνητικών Ελλήνων και στην περίπτωση αυτή έπρεπε να προετοιμαστεί».

Μόλις άρχισε να εφαρμόζεται η συμφωνία ανακωχής άρχισαν και οι σχετικές βολιδοσκοπήσεις για διαπραγματεύσεις. Από το αντιΕΑΜικό στρατόπεδο οι πιο επίσημοι εκπρόσωποί του δεν έχαναν ευκαιρία να δηλώσουν την ετοιμότητα τους για συζητήσεις με το ΕΑΜ. Αλλά και το ΕΑΜ δε δίστασε να ανταποκριθεί, εκφράζοντας την επιθυμία της ηγεσίας του να συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις με ευρεία αντιπροσωπεία στην οποία θα εκπροσωπούνταν όλες οι πολιτικές δυνάμεις που απάρτιζαν την παράταξη.

Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο είναι που η αντιΕΑΜική πλευρά (δηλαδή οι Εγγλέζοι και ο αστικός πολιτικός κόσμος) έδωσε ένα δείγμα από τις πραγματικές της προθέσεις. Στην αρχή επιδίωξε να καθορίσει την πολιτική σύνθεση της ΕΑΜικής αντιπροσωπείας, προβάλλοντας την προκλητική απαίτηση να αποτελείται μόνο από κομμουνιστές. Δεν τα κατάφερε κι έτσι, στη συνέχεια, επιχείρησε να καθορίσει τον αριθμό και να ορίσει τα πρόσωπα που θα συμμετέχουν σ’ αυτή.

«Η αξίωση- σχολίαζε ο Γ. Σιάντος να αποτελεστεί η αντιπροσωπεία του ΕΑΜ μόνο από υπεύθυνα στελέχη του ΚΚΕ δύο πράγματα μπορεί να σημαίνει: Ή ότι θέλουν σώνει και καλά να ”επιβεβαιώσουν” τη συκοφαντική εκστρατεία ότι διασπάστηκε το ΕΑΜ κι έμεινε σ’ αυτό μόνο το ΚΚΕ ή ότι η αντιδραστική Δεξιά, που συγκεντρώνεται γύρω από τον Γονατά, θέλει να ματαιώσει κάθε συνεννόηση, γιατί θεωρεί ότι είναι σπάνια η ευκαιρία να επιβληθεί δυναμικά με τα αγγλικά όπλα».

Η αλήθεια βέβαια είναι πολύ ευρύτερη στις διαστάσεις της απ’ ό,τι την περιγράφει ο Σιάντος. Την απομόνωση του ΚΚΕ ή αλλιώς τη διάσπαση του ΕΑΜ επιδίωκαν και δυνάμεις εκ των έσω. Ο Ηλ. Τσιριμώκος ομολογεί χαρακτηριστικά :

«Το ΚΚΕ είχε ζητήσει με τηλεγράφημα από τον Σβώλο να πάρει μέρος στην Αντιπροσωπεία του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ που θα διαπραγματευόταν με την κυβέρνηση Πλαστήρα, στη Βάρκιζα, τους όρους με τους οποίους θα έληγε η ένοπλη σύγκρουση. Ο Σβώλος αρνήθηκε. Εκρινε ότι, αφού είχε ακολουθηθή ένας δρόμος αντίθετος προς τη δική του γνώμη, σωστό ήταν να διαπραγματευθούν εκείνοι που είχαν διαλέξει το δρόμο αυτό. Και τέτοιοι ήταν μόνο οι αντιπρόσωποι του ΚΚΕ». 

Τελικά, με απόφαση της ΚΕ του ΕΑΜ την αντιπροσωπεία του αποτέλεσαν ο Γ. Σιάντος Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ (επικεφαλής), ο Μ. Παρτσαλίδης Γραμματέας της ΚΕ του ΕΑΜ και ο Ηλ. Τσιριμώκος μέλος της ΚΕ του ΕΑΜ. Στρατιωτικός σύμβουλος της αντιπροσωπείας ορίστηκε ο αρχηγός του ΕΛΑΣ στρατηγός Στ. Σαράφης, ενώ τη συνόδευαν, χωρίς δικαίωμα να παρίστανται στις συνεδριάσεις οι Κ. Γαβριηλίδης, Γ. Γεωργαλάς και Δ. Στρατής.

Στην αντιπροσωπεία της κυβέρνησης των Αθηνών επικεφαλής ήταν ο υπουργός εξωτερικών Ι. Σοφιανόπουλος- που ορίστηκε και πρόεδρος της Διάσκεψης- ενώ συμμετείχαν επίσης ο υπουργός Εσωτερικών Περικλής Ράλλης (ανήκε στο δεξιό Λαϊκό Κόμμα) και ο υπουργός Γεωργίας Ι. Μαρκόπουλος. Στρατιωτικός σύμβουλος της κυβερνητικής αντιπροσωπείας ήταν ο στρατηγός Παυσανίας Κατσώτας.

Τέλος, παρατηρητής εκ μέρους του Αρχιεπισκόπου – αντιβασιλιά Δαμασκηνού ήταν ο διευθυντής του Πολιτικού του Γραφείου Ι. Γεωργάκης, μετέπειτα καθηγητής της Παντείου και στενός συνεργάτης του Ωνάση. Η Διάσκεψη της Βάρκιζας άρχισε στις 2 Φλεβάρη του 1945, ημέρα Παρασκευή και τελείωσε στις 12 του μηνός, ημέρα Δευτέρα, με την υπογραφή της σχετικής συμφωνίας.

 

Συσχετισμός Δυνάμεων μετά τα Δεκεμβριανά 
Η Συμφωνία της Βάρκιζας αντικατόπτριζε τον συσχετισμό δυνάμεων μετά τη μάχη της Αθήνας. Το ΚΚΕ ηττήθηκε: βρέθηκε εκτός κυβέρνησης, ενώ υποχρεώθηκε να αποστρατεύσει τον κομματικό του στρατό, τον ΕΛΑΣ, και να διαλύσει το κράτος που είχε δημιουργήσει στην κατοχή μέσω του ΕΑΜ. Με άλλα λόγια, απώλεσε τη δυνατότητα διεκδίκησης της εξουσίας, μια δυνατότητα που βασιζόταν αποκλειστικά στη στρατιωτική του ισχύ.

Όμως  μολονότι συντριπτική, η ήττα του δεν ήταν ολοκληρωτική, καθώς το ΚΚΕ διέθετε ακόμη σημαντικά ερείσματα και οι Βρετανοί δεν επιθυμούσαν να συνεχίσουν τον πόλεμο εκτός Αθηνών. Έτσι διατήρησε τη δυνατότητα συμμετοχής στη νέα πολιτική πραγματικότητα που ξεκινούσε. Μπορούσε, μ’ άλλα λόγια, να παίξει το πολιτικό παιχνίδι της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.

Έναν, περίπου, χρόνο αργότερα, όμως, επέλεξε την οδό μιας νέας ένοπλης σύγκρουσης. Γιατί απέτυχε η Βάρκιζα;

Η σχετική ιστοριογραφία διαιρείται σε δύο σχολές, με βάση τις πολιτικές συμπάθειες των φορέων της. Η αντικομμουνιστική μεταπολεμική σχολή θεωρούσε πως η Βάρκιζα δεν ήταν για το ΚΚΕ παρά μια ευκαιρία ανασύνταξης, ώσπου να ωριμάσουν οι συνθήκες για την επόμενη επιχείρηση κατάληψης της εξουσίας, τον «τρίτο γύρο», όπως και έγινε.

Αλλωστε, το ΚΚΕ αθέτησε την υποχρέωσή του να αφοπλιστεί, αποκρύπτοντας τον καλύτερο οπλισμό του, ενώ οργάνωσε ένα ολόκληρο στρατόπεδο εκπαίδευσης των στρατιωτικών του στελεχών στο Μπούλκες της Γιουγκοσλαβίας. Αντίθετα, η σχολή αυτή υποβάθμιζε το θέμα των διώξεων που εξαπολύθηκαν εναντίον των οπαδών (πραγματικών ή φανταστικών) του ΚΚΕ και τις αποδίδει αποκλειστικά σε μη ελεγχόμενες αντεκδικήσεις.

Ο Στρατηγός Στέφανος Σαράφης

 

 

Στην αντίθετη ακριβώς όχθη, συναντά κανείς τη φιλοκομμουνιστική μεταπολιτευτική σχολή, που υποστηρίζει πως το ΚΚΕ είχε αγκαλιάσει τον κοινοβουλευτισμό, αλλά ότι την επιλογή του αυτή υπονόμευσαν οι αντίπαλοί του, σπρώχνοντάς το στον δρόμο της ένοπλης δράσης. Πρόκειται για μια αντίληψη που θεωρεί το ΚΚΕ ως μοναδική περίπτωση πολιτικού κόμματος (και δη επαναστατικού…) που αποστρεφόταν την εξουσία και κατέφευγε (επανειλημμένως μάλιστα) στα όπλα με το ζόρι, μόνο όταν το έσπρωχναν οι αντίπαλοί του.

Στην ίδια ακριβώς λογική εντάσσεται και ο χαρακτηρισμός της παραβίασης της Συμφωνίας της Βάρκιζας ως «μονόπλευρης»: ότι δηλαδή παραβιάστηκε μόνο από την κυβερνητική πλευρά μέσω των διώξεων και της «λευκής τρομοκρατίας».

 

Παραβιάστηκε και από τις δύο πλευρές 
Η αέναη ανακύκλωση ερμηνειών αυτού του τύπου είναι εντελώς άγονη. Για να ξεφύγουμε από τη στειρότητα και να προχωρήσουμε στον δρόμο της κατανόησης, θα πρέπει πρώτα να αναγνωρίσουμε το προφανές: πως τη Συμφωνία της Βάρκιζας παραβίασαν και οι δύο πλευρές. Το κράτος ανέχτηκε, και ενίοτε οργάνωσε, τις διώξεις εναντίον των οπαδών του ΚΚΕ, ενώ το ΚΚΕ επέλεξε να διατηρήσει ανοιχτή την επιλογή της ένοπλης ρήξης, παραδίδοντας μόνο τη «σαβούρα» και τα «άχρηστα» όπλα του, τη στιγμή που απέκρυπτε οπλισμό για 30.000 στρατό.

Η διαπίστωση αυτή οδηγεί στην επαναδιατύπωση του αρχικού ερωτήματος: θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί η διπλή αυτή παραβίαση, έτσι ώστε η χώρα να είχε αποφύγει τη δοκιμασία μιας νέας εμφύλιας σύρραξης; Απάντηση στο ερώτημα αυτό μπορεί να δώσει η μελέτη της εμπειρίας ανάλογων περιπτώσεων στον υπόλοιπο κόσμο.

Η πολιτική επιστήμη έχει ασχοληθεί με ερωτήματα αυτού του είδους μέσω της συγκριτικής ανάλυσης πολλών εμφυλίων. Μια τέτοια ανάλυση βασίζεται σε μελέτη 41 εμφύλιων πολέμων της περιόδου 1944-1989. Εκκινώντας από τη διαπίστωση πως, ενώ το 55% των διακρατικών πολέμων της περιόδου αυτής έληξε με κάποιου είδους συμφωνία ανάμεσα στις αντιμαχόμενες πλευρές, μόνο το 20% των αντίστοιχων εμφυλίων είχε την ίδια κατάληξη, επιχειρεί να εξηγήσει τη συστηματική αποτυχία των διαπραγματεύσεων στους εμφύλιους πολέμους.

Μήπως αυτό οφείλεται στο βαθύτερο μίσος που υποτίθεται πως χωρίζει τους αντιπάλους στους εμφυλίους; Η απάντηση είναι αρνητική. Αντίθετα, το συμπέρασμα είναι πως ο κύριος λόγος που οδηγεί στην αποτυχία των διαπραγματεύσεων και την κατάρρευση των συμφωνιών στους εμφυλίους είναι η αδυναμία εξασφάλισης αξιόπιστων εγγυήσεων για την τήρηση των συμφωνηθέντων.

Ο λόγος είναι πως, ενώ στους διακρατικούς πολέμους οι δύο πλευρές εξακολουθούν να διατηρούν σε σημαντικό βαθμό την αμυντική τους ικανότητα και μετά τη σύναψη της συμφωνίας (αφού πρόκειται για κράτη που διαθέτουν στρατό), δεν συμβαίνει το ίδιο με τις αντίπαλες πλευρές σε έναν εμφύλιο. Προϋπόθεση για τη λήξη ενός εμφυλίου είναι ο αφοπλισμός της μιας πλευράς (αφού δεν νοείται ύπαρξη κράτους δίχως νόμιμο μονοπώλιο βίας, δηλαδή με δύο αντίπαλους στρατούς στο εσωτερικό του).

Αντάρτες στην Ήπειρο ακούν ειδήσεις στο ραδιόφωνο για την ανακοίνωση της Συμφωνίας της Βάρκιζας

 

Είναι όμως αδύνατο να εγγυηθεί πειστικά η κυβερνητική πλευρά πως δεν θα παραβιάσει τα δικαιώματα της αντίπαλης παράταξης, μετά τον αφοπλισμό της: ο πειρασμός να κατασπαράξεις τον αντίπαλό σου αφού αυτός έχει καταθέσει τα όπλα, είναι πολύ μεγάλος. Ακόμα και αν δεν έχεις τέτοιες προθέσεις, δύσκολα θα πείσεις τον αντίπαλο σου γι’ αυτό.

Γνωρίζοντάς το αυτό, η αφοπλιζόμενη πλευρά, είτε θα αποφύγει τις διαπραγματεύσεις είτε, αν αναγκαστεί να υπογράψει, θα επιχειρήσει να διαφυλάξει μέρος του οπλισμού της. Αντίστοιχα, η κυβερνητική πλευρά θα θεωρήσει τον μη αφοπλισμό ως απόδειξη προετοιμασίας ενός νέου γύρου και θα επιτείνει τις διώξεις. Είναι προφανές, λοιπόν, γιατί αποτυγχάνουν οι συμφωνίες αυτές, και μάλιστα εντελώς ανεξάρτητα από το αν οι δύο πλευρές έχουν καθαρές προθέσεις.

Τρία συμπεράσματα αξίζει να υπογραμμιστούν. Πρώτον, η διεθνής εμπειρία δείχνει πως η Συμφωνία της Βάρκιζας δεν είχε ποτέ μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας. Δεύτερον, η αποτυχία της δεν οφείλεται απαραίτητα στις ύπουλες προθέσεις της μιας ή της άλλης πλευράς (χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπήρχαν τέτοιες!), αλλά σε ένα εγγενές πρόβλημα όλων των εμφυλίων: την αδυναμία εξασφάλισης αξιόπιστων εγγυήσεων. Είναι απαραίτητη, τέλος, η απόδραση από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό του επαρχιωτισμού που διακρίνει την ιστοριογραφία του ελληνικού εμφυλίου και των αγκυλώσεων που ταλανίζουν τη μελέτη του.

 

Η Συμφωνία της Βάρκιζας, 12 Φεβρουαρίου 1945 
Στις 12 φεβρουαρίου 1945 υπογράφτηκε η ειρηνευτική συμφωνία της Βάρκιζας. Επρόκειτο για μια συμφωνία η οποία τερμάτιζε και θεσμικά τις πολιτικές και πολεμικές συγκρούσεις του Δεκεμβρίου του 1944 και αποσκοπούσε στη συμφιλίωση των αντίπαλων παρατάξεων στη χώρα.

Στις συνομιλίες πήραν μέρος, εξουσιοδοτημένοι από την κυβέρνηση Πλαστήρα, ο υπουργός Εξωτερικών Ιωάννης Σοφιανόπουλος, ο υπουργός Εσωτερικών Περικλής Ράλλης και ο υπουργός Γεωργίας Ιωάννης Μακρόπουλος, ενώ την αντιπροσωπεία του ΕΑΜ αποτελούσαν ο Γεώργιος Σιάντος, γραμματέας της κεντρικής επιτροπής του Κ.Κ.Ε., ο Δημήτριος Παρτσαλίδης, γραμματέας της κεντρικής επιτροπής του Ε.Α.Μ. και ο Ηλίας Τσιριμώκος, γενικός γραμματέας της Ε.Λ.Δ.

Κάθε πλευρά είχε μαζί της τρεις στρατιωτικούς εμπειρογνώμονες, ενώ τις εργασίες επέβλεπαν στενά οι Βρετανοί επίσημοι στην Αθήνα. Η συμφωνία περιλάμβανε εννέα άρθρα βάσει των οποίων αποκαθιστούνταν οι αστικές ελευθερίες, και κυρίως η ελευθερία του Τύπου και οι συνδικαλιστικές ελευθερίες, εξασφαλιζόταν εκτεταμένη αμνηστεία με εξαίρεση τα αδικήματα κοινού δικαίου κατά της ζωής και της περιουσίας, ενώ λαμβανόταν η δέσμευση από την πλευρά της κυβέρνησης για εκκαθάριση των δημόσιων υπηρεσιών, της χωροφυλακής, της ασφάλειας και της αστυνομίας.

Για το Ε.Α.Μ./ Ε.Λ.Α.Σ. οριζόταν η υποχρέωση της απελευθέρωσης των ομήρων του καθώς και του αφοπλισμού των ενόπλων τμημάτων του.

Τέλος, η Ελληνική κυβέρνηση υποσχόταν να συγκροτήσει έναν εθνικό στρατό στον οποίο θα γίνονταν δεκτά και μέλη του Ε.Λ.Α.Σ. και δεσμευόταν για τη διεξαγωγή γνήσιου και ελεύθερου δημοψηφίσματος το ταχύτερο δυνατόν μέσα στο 1945.

Η σημασία της συμφωνίας αναδεικνύεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι το κείμενό της δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, πράγμα που προσέδιδε στο περιεχόμενό της την ισχύ νόμου.

Ωστόσο, οι εκατέρωθεν παραβιάσεις των όρων της οδήγησαν σε νέα πολιτική πόλωση και στα δραματικά γεγονότα του τελευταίου σταδίου ενός σκληρού εμφυλίου πολέμου που διήρκεσε ως το 1949. Οι ακρότητες που σημειώθηκαν στη διάρκειά του τραυμάτισαν επί δεκαετίες τη συνοχή του κοινωνικού ιστού της χώρας και αλλοίωσαν ανεπανόρθωτα την παραγωγική και κοινωνική γεωγραφία του Eλληνικού λαού.

 

Περιεχόμενο της συμφωνίας  

Συμφωνία της Βάρκιζας, 12 Φεβρουαρίου 1945 

Οι κάτωθι υπογεγραμμένοι, αφ’ ενός οι κ.κ. Ιωάννης Σοφιανόπουλος υπουργός επί των Εξωτερικών, Περικλής Θ. Ράλλης υπουργός επί των Εσωτερικών και Ιωάννης Μακρόπουλος υπουργός επί της Γεωργίας, αποτελούντες την υπό της Ελληνικής Κυβερνήσεως εξουσιοδοτημένη Αντιπροσωπεία, και αφ’ ετέρου οι κ.κ. Γεώργιος Σιάντος Γραμματεύς της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδος, Δημήτριος Παρτσαλίδης Γραμματεύς της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ. και Ηλίας Τσιριμώκος Γενικός Γραμματεύς της Ενώσεως Λαϊκής Δημοκρατίας (Ε.Λ.Δ.), αποτελούντες την υπό της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ. προσηκόντως εξουσιοδοτημένην Αντιπροσωπείαν, συνήλθαμεν εις διάσκεψιν εις Βάρκιζαν και από κοινού εξητάσαμεν τα μέσα και τον τρόπον της καταπαύσεως του εμφυλίου πολέμου και της συμφιλιώσεως του Ελληνικού Λαού και κατελήξαμεν εις την κατωτέρω συνομολογηθείσαν συμφωνίαν. 

Τσιριμώκος Ηλίας Γενικός Γραμματεύς της Ενώσεως Λαϊκής Δημοκρατίας (Ε.Λ.Δ.)

 

Η Κυβερνητική Αντιπροσωπεία εξεδήλωσε κατά την σύσκεψιν ταύτην την σταθεράν θέλησιν της Κυβερνήσεως όπως άνευ νέας αιματοχυσίας τερματίση την θλιβεράν εσωτερικήν κρίσιν, αποκαταστήση την ενότητα του Κράτους και επαναφέρη την εσωτερικήν ειρήνην και την πολιτικήν ομαλότητα. Ούτω μόνον θα δυνηθεί ο Ελληνικός Λαός να αναλάβη την δημιουργικήν προσπάθειαν δια την ανοικοδόμησιν της Χώρας εκ των ερειπίων, τα οποία σκληροί αγώνες προς τους εξωτερικούς εχθρούς και ο αδελφοκτόνος πόλεμος επεσώρευσαν.

Ίνα δε η επελθούσα συμφωνία προσλάβη τον χαρακτήρα ενός ακαταλύτου ηθικού συμφώνου, εκφράζοντος τας επιταγάς της πολιτικής συνειδήσεως του Ελληνικού Λαού, η Κυβερνητική Αντιπροσωπεία εζήτησεν όπως δι’ αυτού διακηρυχθή η σταθερά θέλησις του Ελληνικού Λαού δια την ανάπτυξιν ελευθέρου και ομαλού πολιτικού βίου, του οποίου κύριον χαρακτηριστικόν θα είναι ο σεβασμός της πολιτικής συνειδήσεως των πολιτών, η ειρηνική διαφώτισις και διάδοσις πολιτικών ιδεών και ο σεβασμός προς τας ελευθερίας, τας οποίας ο Καταστατικός Χάρτης του Ατλαντικού και αι αποφάσεις της Τεχεράνης διεκήρυξαν και η συνείδησις των δι’ αυτάς αγωνιζομένων ελευθέρων λαών απεδέχθη.

Κατά την διάσκεψιν διεπιστώθη πλήρης συμφωνία αντιλήψεων της Αντιπροσωπείας του Ε.Α.Μ. επί των αρχών τούτων.

 

Άρθρον 1ον: Ελευθερίαι 
Η Κυβέρνησις θα εξασφάλιση σύμφωνα προς το Σύνταγμα και τας απανταχού καθιερομένας Δημοκρατικάς Αρχάς, την ελευθέραν εκδήλωσιν των πολιτικών φρονημάτων των πολιτών, καταργούσα πάντα τυχόν προηγούμενον ανελεύθερον Νόμον. Θα εξασφαλίση επίσης την απρόσκοπτον λειτουργίαν των ατομικών ελευθεριών, ως του συνέρχεσθαι, του συνεταιρίζεσθαι και της δια του Τύπου εκφράσεως των στοχασμών. Ειδικώτερον η Κυβέρνησις θα αποκαταστήση πλήρως τας συνδικαλιστικάς ελευθερίας.

 

Άρθρον 2ον: Άρσις Στρατιωτικού νόμου 
Ο Στρατιωτικός Νόμος θα αρθή ευθύς μετά την υπογραφήν της παρούσης συμφωνίας. Άμα τη άρσει ταύτη, θα τεθή εις εφαρμογήν συντακτική πράξις πανομοιότυπος προς την ΚΔ’, δια της οποίας θα επιτρέπεται η αναστολή των εν τη ΚΔ’ πράξει αναφερομένων άρθρων του Συντάγματος.

Δια Διατάγματος θα ανασταλή αμέσως καθ’ όλην την χώραν η ισχύς των άρθρων 5, 10, 20 και 95 του Συντάγματος. Η αναστολή αυτή θα εξακολουθήση μέχρι συμπληρώσεως του αφοπλισμού και της εγκαταστάσεως Διοικητικών, Δικαστικών και Στρατιωτικών Αρχών καθ’ άπασαν την Χώραν. Όσον αφορά ειδικώτερον το άρθρον 5, τούτο δεν θα ανασταλή εις τας πόλεις Αθηνών και Πειραιώς μετά των προαστίων και συνοικισμών. Ειδικώς όμως δια τους μέχρι σήμερον συλληφθέντας, συνομολογείται ότι δεν ισχύει το άρθρον 5 του Συντάγματος και ότι ούτοι θα απολυθούν εντός του συντομωτέρου δυνατού χρόνου, διδομένων των προς τούτω αναγκαίων διαταγών προς τας αρμοδίους αρχάς.

Οπαδοί του Ε.Α.Μ., ενδεχομένως συλληφθέντες και κρατούμενοι υπό άλλων οργανώσεων, θα αφεθούν ως τάχιστα ελεύθεροι. 

Ιωάννης Μακρόπουλος υπουργός επί της Γεωργίας

 


Άρθρον 3ον: Αμνηστία 


Αμνηστεύονται τα πολιτικά αδικήματα τα τελεσθέντα από της 3ης Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Εξαιρούνται της αμνηστίας τα συναφή κοινά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας, τα οποία δεν ήσαν απαραιτήτως αναγκαία δια την επιτυχίαν του πολιτικού αδικήματος. Ο σχετικός Νόμος θα δημοσιευθή άμα τη υπογραφή της παρούσης συμφωνίας. Εξαιρούνται της αμνηστίας όσοι, υπόχρεοι εις παράδοσιν όπλων άτε ανήκοντες εις τας Οργανώσεις του Ε.Λ.Α.Σ., της Εθνικής Πολιτοφυλακής και Ε.Λ.Α.Ν., δεν παραδώσουν ταύτα μέχρι της 15 Μαρτίου 1945. Η τελευταία αυτή διάταξις περί εξαιρέσεως εκ της αμνηστίας μετά την διαπίστωσιν ότι ο αφοπλισμός του Ε.Λ.Α.Σ. επραγματοποιήθη, μη έχουσα πλέον δικαιολογητικον λόγον θα καταργηθή.

Εγγυήσεις και λεπτομέρειαι της παρεχομένης αμνηστίας αναγράφονται εις το προσηρτημένον τω παρόντι σχέδιον Νόμου.

 

Άρθρον 4ον: Όμηροι 

Άπαντες οι πολίται οι συλληφθέντες παρά του Ε.Λ.Α.Σ. ή της Εθνικής Πολιτοφυλακής ή του Ε.Λ.Α.Ν. ανεξαρτήτως ημερομηνίας συλλήψεως, θα αφεθούν αμέσως ελεύθεροι. Όσοι τυχόν κρατούνται με την κατηγορίαν ότι είναι δοσίλογοι ή ένοχοι αδικημάτων, θα παραδοθούν εις την Δικαιοσύνην του Κράτους ίνα δικασθούν υπό των αρμοδίων κατά Νόμον Δικαστηρίων.

 

Άρθρον 5ον: Εθνικός Στρατός 

Ο Εθνικός Στρατός, πλην των κατ’ επάγγελμα αξιωματικών και υπαξιωματικών, θα αποτελήται από οπλίτας των εκάστοτε στρατολογουμένων κλάσεων. Οι ειδικώς εκπαιδευθέντες εις τα νέα όπλα έφεδροι αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και οπλίται υπαρχόντων σχηματισμών θα παραμείνουν εν υπηρεσία. Ο Ιερός Λόχος θα παραμείνη ως έχει, εφ’ όσον ευρίσκεται υπό τας αμέσους διαταγάς του Συμμαχικού Στρατηγείου, συγχωνευόμενος ευθύς κατόπιν εις τον Ενιαίον Εθνικόν Στρατόν, συμφώνως προς την ανωτέρω τεθείσαν βάσιν. Θα καταβληθή προσπάθεια ίνα επεκταθή η τακτική στρατολογία καθ’ άπασαν την Ελλάδα, συμφώνως και προς την τεχνικήν ευχέρειαν και τας παρουσιασθησομένας ανάγκας. Εις τας ήδη υπάρχουσας μονάδας θα προσέλθουν προς κατάταξιν μετά την αποστράτευσιν του Ε.Λ.Α.Σ., οι ανήκοντες εις κληθείσας κλάσεις συμφώνως με το προσηρτημένον πρωτόκολλον. Θα απολυθώσι δε των τάξεων πάντες όσοι κατετάγησαν εις τας υπάρχουσας μονάδας, χωρίς να ανήκωσιν εις τας κληθείσας κλάσεις. Άπαντα τα μόνιμα στελέχη του Εθνικού Στρατού θα κριθώσιν υπό των Συμβουλίων, περί ων υπ’ αριθ. 7 Συντακτική Πράξις. Τα πολιτικά και κοινωνικά φρονήματα των στρατευομένων πολιτών θα είναι σεβαστά.

 

Άρθρον 6ον: Αποστράτευσις 

Άμα τη δημοσιεύσει του παρόντος, αποστρατεύονται αι ένοπλοι δυνάμεις Αντιστάσεως και συγκεκριμένως ο Ε.Λ.Α.Σ, τακτικός και εφεδρικός, το Ε.Λ.Α.Ν. και η Εθνική Πολιτοφυλακή. Η αποστράτευσις και η παράδοσις των όπλων θέλουσι συντελεσθή κατά τα ειδικώτερον διαλαμβανόμενα εις το πρωτόκολλον το συνταχθέν υπό της Τεχνικής Επιτροπής, όπερ προσαρτάται εις το παρόν δεόντως μονογραφημένον. Το Κράτος θέλει ρυθμίσει τα των επιτάξεων των γενομένων υπό του Ε.Λ.Α.Σ. Τα παρά του Ε.Λ.Α.Σ. επιταχθέντα πράγματα, ζώα, αυτοκίνητα κλπ. άτινα θέλουσι παραδοθή εις το Κράτος, κατά λεπτομερέστερον εκτιθέμενα εις το συνταχθέν πρωτόκολλον, όπερ προσαρτάται τω παρόντι, θέλουσι θεωρηθή ως επιταχθέντα παρά του Ελληνικού Δημοσίου. 

Ιωάννης Σοφιανόπουλος υπουργός επί των Εξωτερικών

 


Άρθρον 7ον: Εκκαθάρισις Υπαλλήλων 


Η Κυβέρνησις θα προβή δι’ Επιτροπών ή Συμβουλίων τα οποία ειδικός Νόμος θέλει ορίση, εις την εκκαθάρισιν των Δημοσίων Υπαλλήλων, Υπαλλήλων Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, Δημοτικών και Κοινοτικών τοιούτων και λοιπών υπηρεσιών εξηρτημένων εκ του Κράτους, ή επιχορηγουμένων υπ’ αυτού. Κριτήρια της εκκαθαρίσεως θα είναι η επαγγελματική επάρκεια, ο χαρακτήρας και το ήθος, η συνεργασία μετά του εχθρού και η χρησιμοποίησις του υπαλλήλου ως οργάνου της δικτατορίας. Υπάλληλοι εκ των ανωτέρω προσχωρήσαντες κατά τον χρόνον της κατοχής εις τας δυνάμεις αντιστάσεως επανέρχονται εις τας θέσεις των και θα κριθούν καθ’ ον τρόπον και οι άλλοι υπάλληλοι. Τα αυτά ως άνω Συμβούλια θα κρίνωσι τους υπαλλήλους, οι οποίοι συμμετέσχον ή συνείργησαν εις την εκδήλωσιν των γεγονότων από της 3 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Τους εκ των τελευταίων τούτων ενεχομένους δύνανται να θέσουν εις διαθεσιμότητα επί τη βάσει των Νόμων, της οριστικής αυτών θέσεως καθορισθησομένης υπό της κυβερνήσεως ήτις θα προέλθη από τας εκλογάς της Συντακτικής Συνελεύσεως. Οι μέχρι τούδε τεθέντες εις διαθεσιμότητα δυνάμει αποφάσεως των Υπουργών θα υποβληθούν υπό την κρίσιν των εν αρχή του παρόντος αναφερομένων Συμβουλίων. Ουδείς υπάλληλος θα διωχθή μόνον δια τα πολιτικά του φρονήματα.

 

Άρθρον 8ον: Εκκαθάρισις Σωμάτων Ασφαλείας 

Η εκκαθάρισις των Σωμάτων Ασφαλείας, Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων, θα συντελεσθή το ταχύτερον παρ’ Ειδικών εκκαθαριστικών Συμβουλίων με τα αυτά ως και οι Δημόσιοι υπάλληλοι κριτήρια. Άπαντες οι αξιωματικοί και οπλίται των εν λόγω Σωμάτων οι εμπίπτοντες εις τας διατάξεις του Νόμου περί αμνηστίας, οίτινες κατά την διάρκειαν της κατοχής προσεχώρησαν εις τας τάξεις του Ε.Λ.Α.Σ., του Ε.Λ.Α.Ν. ή της Εθνικής Πολιτοφυλακής, θα επανέλθουν εις τας θέσεις των και θα υποβληθούν εις την κρίσιν των εκκαθαριστικών Συμβουλίων, καθ’ ον τρόπον και οι λοιποί συνάδελφοι των. Άπαντες οι αξιωματικοί και οι οπλίται των εν λόγω Σωμάτων, οι εγκαταλείψαντες τας θέσεις των από της 3 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος, τίθενται εις διαθεσιμότητα, της οριστικής αυτών θέσεως καθορισθησομένης παρά Συμβουλίων περί ων θα αποφασίση η μέλλουσα να προέλθη εκ των εκλογών κυβέρνησις.

 

Άρθρον 9ον: Δημοψήφισμα και Εκλογαί 

Το ταχύτερον δυνατόν, πάντως δε εντός του τρέχοντος έτους θα διεξαχθή εν πάση ελευθερία και γνησιότητι δημοψήφισμα, το οποίον θα τερματίση οριστικώς το πολιτειακόν ζήτημα, υποτασσομένων πάντων εις την απόφασιν του Λαού. Θα επακολουθήσουν δε ως τάχιστα και εκλογαί Συντακτικής Συνελεύσεως δια την κατάρτισιν του νέου Συντάγματος της Χώρας. Και αι δύο αντιπροσωπείας συμφωνούν, όπως προς έλεγχον της γνησιότητος της εκφράσεως της Λαϊκής θελήσεως παρακληθούν αι Μεγάλαι Σύμμαχοι δυνάμεις και αποστείλουν παρατηρητάς.

Του παρόντος εγένοντο δύο όμοια, ων το εν έλαβεν η Κυβερνητική αντιπροσωπεία και το έτερον η Αντιπροσωπεία του Ε.Α.Μ.


Εν Αθήναις, εν τω Υπουργείω των Εξωτερικών τη 12 Φεβρουαρίου 1945.

 

Η αντιπροσωπεία της Ελληνικής Κυβερνήσεως: 

Ι. ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ, Π. ΡΑΛΛΗΣ, Ι. ΜΑΚΡΟΠΟΥΛΟΣ. 

 

Η αντιπροσωπεία της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ.: 

Γ. ΣΙΑΝΤΟΣ, Δ. ΠΑΡΤΣΑΛΙΔΗΣ, ΗΛ. ΤΣΙΡΙΜΩΚΟΣ. 

 

Ο Γραμματεύς της Διασκέψεως: 

Γ. ΒΑΡΣΑΜΗΣ 

 

Πρακτικόν Συμφωνίας 

Κατόπιν λεπτομερών συζητήσεων, αι οποίαι διήρκεσαν επί μίαν ακόμη εβδομάδα και κατά τας οποίας εξητάσθησαν διαδοχικώς όλα τα τιθέμενα προβλήματα από πολιτικής και στρατιωτικής πλευράς, την 12 Φεβρουαρίου 1945, εις τας 04.30 π.μ. αι δύο Αντιπροσωπείαι κατέληξαν εις οριστικήν συμφωνίαν και υπάεγραψαν το ακόλουθον πρωτόκολλον:

Οι κάτωθι υπογεγραμμένοι αφ’ ενός Ιωάννης Σοφιανόπουλος, Υπουργός επί των Εξωτερικών, Περικλής θ. Ράλλης, Υπουργός επί των Εσωτερικών και Ιωάννης Μακρόπουλος, Υπουργός επί της Γεωργίας, αποτελούντες την υπό της Ελληνικής Κυβερνήσεως εξουσιοδοτημένην αντιπροσωπείαν, και αφ’ ετέρου οι κ.κ. Γεώργιος Σιάντος, Γραμματεύς της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδος, Δημήτριος Παρτσαλίδης, Γραμματεύς της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΑΜ και Ηλίας Τσιριμώκος, Γενικός Γραμματεύς της Ενώσεως Λαϊκής Δημοκρατίας (ΕΛΔ), αποτελούντες την υπό τής Κεντρικής Επιτροπής τού ΕΑΜ εξουσιοδοτημένην Αντιπροσωπείαν, δηλούν ότι επί όλων των θεμάτων κατέληξαν εις απόλυτον συμφωνίαν ήτις διατυπουμένη εις αναλυτικόν πρακτικόν θέλει υπογραφή σήμερον και ώραν 14ην εις το εν Αθήναις Μέγαρον του Υπουργείου των Εξωτερικών.

Εν Βάρκιζα τη 12 Φεβρουαρίου 1945. Ώρα 04.30′

Η Αντιπροσωπεία της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΑΜ 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΙΑΝΤΟΣ 

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΡΤΣΑΛΙΔΗΣ 

ΗΛΙΑΣ ΤΣΙΡΙΜΩΚΟΣ 

 

Η Αντιπροσωπεία της Ελληνικής Κυβερνήσεως 

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ 

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΡΑΛΛΗΣ 

ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΚΡΟΠΟΥΛΟΣ 

 

Ο Γραμματεύς της Διασκέψεως 

Γ. ΒΑΡΣΑΜΗΣ

 

 

Πρωτόκολλον Συμφωνίας δια Στρατιωτικά ζητήματα 

  1. ‘Αμα τη υπογραφή της παρούσης Συμφωνίας, τό Γενικόν Στρατηγεΐον του ΕΛΑΣ θά κηρύξη περαιωμένον τό έργον εσωτερικής αντιστάσεως και τό Γενικόν Στρατηγεϊον τοϋ ΕΛΑΣ θά έκδώση διαταγάς καταθέσεως των οπλων καί γενικώς άποστρατεύσεως των ενόπλων δυνάμεων ΕΛΑΣ (τακτικού καί εφεδρικού), ΕΛΑΝ και ‘Εθνικής Πολιτοφυλακής συμφώνως προς τους δρους τοΰ είδικοϋ σχεδίου άποστρατεύσεως. 

    2. Τό Γενικόν Στρατηγείον του ΕΛΑΣ θα λύση των προς τον ΕΛΑΣ καί το ΕΑΜ υποχρεώσεων τους μονίμους αξιωματικούς καί θά απολύση των τάξεων του ΕΛΑΣ, ΕΛΑΝ Καί Ε.Π. άπαντας τους εφέδρους αξιωματικούς καί οπλίτας.
    3. Ή Κυβέρνησις θεωρεί τους μονίμους αξιωματικούς παντός όπλου του ΕΛΑΣ εν ενεργεία, άλλ’ ούτοι θά κριθώσιν ως και οι λοιποί συνάδελφοι των υπό των Συμβουλίων των προβλεπομένων υπό της υπ’ αριθ. 7 Συντακτικής Πράξεως.

    Επίσης θεωρεί εν ενεργεία τους μονίμους υπαξιωματικούς και οπλίτας παντός όπλου.

    4. Ή Κυβέρνησις αναλαμβάνει την ύποχρέωσιν νά θεώρηση προσωρινώς έν ενεργεία-τους εφέδρους έκ μονίμων τους μή υπαγόμενους εις κρίσιν ύπό Συμβουλίων δυνάμει της ϋπ’ αριθ. 7 Συντακτικής Πράξεως. Διά τούτους θά λάβη μέριμναν δπως ϋπαχθώσιν εις τους νόμους τους αφορώντας τους λοιπούς συναδέλφους των της αυτής κατηγορίας τους παραμείναντας είς τήν Ελλάδα ή ϋπηρετή-σαντας εις ομάδας εσωτερικής αντιστάσεως.

    5. Ή Κυβέρνησις αναγνωρίζει εφέδρους αξιωματικούς τους άπο-κτήσαντας τόν βαθμόν μέχρι της 28 Απριλίου 1941.

    Ή Κυβέρνησις δ£ν αναγνωρίζει τους εφέδρους αξιωματικούς τοΰ ΕΛΑΣ και λοιπών “Οργανώσεων τους όνομασθέντας ύπό τών “Οργανώσεων κατά τήν διάρκειαν τής κατοχής. Διά τούτους αναλαμβάνει τήν ύποχρέωσιν όπως εις περίπτωσιν προσκλήσεως των ύπό τά δπλα καΐ έφ’ δσον θά συγκροτηθώσι σχολαί εφέδρων αξιωματικών έκ της κλάσεως των, κέκτηνται δέ τά υπό τών νόμων προβλεπόμενα προσόντα, εισάγονται υποχρεωτικώς εις τάς Σχολάς Εφέδρων.

    Τήν αυτήν ύποχρέωσιν αναλαμβάνει καί διά τόύς διατελέσαντας καπετανέους.

    Εξαιρετικώς καί μόνον ή Κυβέρνησις θά αναγνώριση ώς εφέδρους αξιωματικούς κατόπιν αυστηρών ανακρίσεων εκείνους έκ τών ύπό τών μονάδων αντιστάσεως όνομασθέντων αξιωματικών, οϊτινες κατέστησαν ανάπηροι ή έφονεύθησαν.

    6. Ό χρόνος της υπηρεσίας αδιακρίτως αξιωματικών και οπλιτών ύπηρετησάντων είς μονάδας εσωτερικής αντιστάσεως, θά άνα-γνωρισθή ύπό τής Κυβερνήσεως ώς πολεμικός.

    7. Ύπό τοϋ Γενικού Στρατηγείου τοϋ ΕΛΑΣ θά παραδοθώσιν είς τό Γενικόν Έπιτελεΐον Στρατοϋ εντός 30 ήμερων άπό τής υπογραφής τής παρούσης αί κάτωθι καταστάσεις:

    α) Τών μονίμων αξιωματικών κατά κατηγορίας καί τών εφέδρων έκ μονίμων.

    β) Τών 1500 εφέδρων όνομασβέντων πρό τής 28 “Απριλίου 1941.

    γ) Τών 1270 εφέδρων δνομασθέντων ύπό τοϋ ΕΛΑΣ.

    δ) Τών 1001 καπετανέων τοΰ ΕΛΑΣ.

    ε) Τών αναπήρων καί φονευθέντων “Εφέδρων “Αξιωματικών τών όνομασθέντων ύπό τοΰ ΕΛΑΣ.

    Είς τάς καταστάσεις τών “Εφέδρων “Αξιωματικών και τών καπετανέων θα έμφαίνωνται καί τά στρατολογικά των στοιχεία.

  1. Το υπό του ΕΛΑΣ καί ΕΛΑΝ κατεχόμενον παντός είδους πολεμικόν ύλικόν αρμοδιοτήτων Επιμελητείας Πυροβολικού, Μηχανικού, Ίππικοΰ, Ίππωνειών, Αυτοκινήτων, Κτηνιατρικού, “Υγειονομικού (ήτοι τυφέκια, πιστόλια, αυτόματα δπλα, ελαφρά καί βαρέα, δλμοι, πυροβόλα, πυρομαχικά παντός είδους, έκκρητικαί Ολαι, νάρκαι, ασύρματοι, τηλεφωνικόν ύλικόν, αυτοκίνητα, τρακτέρ, οχήματα παντός είδους, ιστιοφόρα, βενζινόπλοια, τρόφιμα, ύγειονομικόν καί φαρμακευτικόν ύλικόν, κτήνη παντός είδους), περιέρχεται είς τήν κυριότητα τοϋ Ελληνικού Δημοσίου.Αί λεπτομέρειαι συγκεντρώσεως καί παραδόσεως τοΰ ύλικοΰ τούτου είς τήν Κυβέρνησιν καθορίζονται είς τό είδικόν σχέδιον άποστρατεύσεως.

    Αί υποχρεώσεις τοΰ ΕΑΜ-ΕΛΑΣ προς ίδιώτας κλπ. θά ρυθμισθώσιν ύπό τοΰ Κράτους ώς ορίζεται είς τό γενικόν πρακτικόν.


  2. Ό Έλεγχος εκάστης περιοχής κατεχόμενης ήδη ύπό τοϋ ΕΛΑΣ καί ή ασφάλεια ταύτης θά περιέρχεται διαδοχικώς είς τά Τμήματα “Εθνοφυλακής συμπαρισταμένων και Βρεταννικών Δυνάμεων συμφώνως τώ είδικώ σχεδίφ άποστρατεύσεως και κατόπιν λεπτομερειακών διαταγών έκδοθησομένων ύπό τοΰ Βρεττανικοΰ Στρατηγείου καί Γενικού Επιτελείου Στρατοΰ. Οι ύπό τού ΕΛΑΣ καί τής Ε.Π. κρατούμενοι υπόδικοι στρατιωτικοί καί ίδιώται θά παραδίδωνται είς τάς Μονάδας Εθνοφυλακής άμα τη έγκαταστάσει των μετά τών σχετικών δικογραφιών.
    10. Είς τήν διάθεσιν τών τοπικών Μονάδων Εθνοφυλακής άμα τή έγκαταστάσει των εις έκάστην περιοχήν κατεχομένην ύπό τοϋ ΕΛΑΣ τίθενται άπαντες οι Μόνιμοι καί “Εφεδροι εκ Μονίμων αξιωματικοί τοΰ ΕΛΑΣ ώς καί Μόνιμοι υπαξιωματικοί καί όπλϊται. Ούτοι μέχρις οριστικής διαθέσεως των υπό του Υπουργείου Στρατιωτικών θά μισθοδοτοϋνται μερίμνη τής “Εθνοφυλακής ώς καί οί λοιποί έν ενεργεία συνάδελφοι των.

    11. Άπαντες οί “Εφεδροι αξιωματικοί καί οπλίται του ΕΛΑΣ θά μεταφερθώσιν είς τάς εστίας των μερίμνη τοΰ ΕΛΑΣ χρησιμοποιούντος τά μεταφορικά του μέσα μέχρι πέρατος τών μεταφορών καί τή συνδρομή τών Βρεττανικών “Αρχών. Έκ τούτων οί ανήκοντες είς κληθείσας κλάσεις στρατευθεισών περιοχών θά παρουσιασθώσιν είς τά οίκεϊα Κέντρα Κατατάξεως εντός ΙΟημέρου μετά τήν είς τάς εστίας των έπιστροφήν των. Τροφοδοσία θά χορηγηθή είς τους άπολυόμενους έκ τών διατιθεμένων πόρων του Ελασ. ΑΙ κατά τόπους στρατιωτικαΐ και πολιτικοί άρχαί θά μεριμνήσωσι διά τήν στέγα-σιν και τροφοδοσίαν τών διερχομένων.

    12. Τά Νοσοκομεία του ΕΛΑΣ θά διατηρηθώσι προσωρινώς ώς έχουσι μέχρι συγκροτήσεως τακτικών Στρατιωτικών Νοσοκομείων. Τό προσωπικόν των θά είναι άοπλον. Τά ιδρύματα ταϋτα θά ενισχυθώσι τό ταχύτερον μερίμνη τοΰ υπουργείου Στρατιωτικών είς ύγειονομικόν προσωπικόν και ύλικόν.

    13. Ειδική μέριμνα θά ληφθη ύπό τοϋ ΕΛΑΣ διά τήν συντήρησιν τών κτηνών μέχρι παραδόσεως τούτων. Τό προσωπικόν τό όποιον θά διάθεση διά τήν συντήρησιν τών κτηνών θά είναι άοπλον. Τά περί συγκροτήσεως τοΰ Έθνικοΰ Στρατοϋ περιλαμβάνονται είς τό γενικόν.

Έν Αθήναις τη 12 Φεβρουαρίου 1945 

ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΙ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΕΣ

 

Τα αποτελέσματα της Συμφωνίας

 

Τα αποτελέσματα της Συμφωνίας της Βάρκιζας ήταν:

• Στις 28 Φεβρουαρίου ολοκληρώθηκε ο αφοπλισμός του ΕΛΑΣ, ο οποίος παρέδωσε 100 πυροβόλα διαφόρων τύπων, 81 ομαδικούς και 138 ατομικούς όλμους, 419 πυροβόλα, 1412 οπλοπολυβόλα, 713 αυτόματα τουφέκια, 48.953 τουφέκια και πιστόλια, 57 αντιαρματικά τουφέκια και 17 συσκευές ασυρμάτου.

• Μερικές μονάδες του ΕΛΑΣ, όπως και ο ηγέτης του Άρης Βελουχιώτης αρνήθηκαν να δεχτούν τη Συμφωνία και κατέφυγαν και πάλι στα βουνά. Το Κ.Κ.Ε. τους αποκήρυξε αμέσως.

• Οι εκατέρωθεν παραβιάσεις των όρων της οδήγησαν σε νέα πολιτική πόλωση και στα δραματικά γεγονότα του εμφυλίου 1946-1949. 

Ωστόσο, η Συμφωνία της Βάρκιζας περιείχε ουσιαστικές αδυναμίες και νομικά κενά, τα οποία σε συνδυασμό με την έλλειψη συνεννόησης ανάμεσα στις δύο πλευρές, τελικά οδήγησαν στην ουσιαστική ακύρωσή της. Υπήρχε, χαρακτηριστικά, η πιο κάτω σημαντική παράλειψη: Ενώ με τη συμφωνία της Βάρκιζας παραχωρούνταν αμνηστία στους αντάρτες του ΕΛΑΣ, δε λαμβάνετο πρόνοια για τα ποινικά αδικήματα που διαπράχθηκαν στην περίοδο των Δεκεμβριανών.

 

Αυτή η παράλειψη θα έχει μοιραίες επιπτώσεις στις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Μετά την υπογραφή της Συνθήκης ξέσπασε η λεγόμενη Λευκή Τρομοκρατία και κύμα αντεκδικήσεων εναντίον των κομμουνιστών. Πάντως λόγω της συνθήκης το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας παρέμεινε νόμιμο κατά τη διάρκεια του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου έως τις 27/12/1947.