Αγαθονήσι

Το Αγαθονήσι είναι το βορειότερο νησί του συμπλέγματος της Δωδεκανήσου και βρίσκεται σε μικρή απόσταση στα νότια της Σάμου.

 

Σύμφωνα με τη γεωγραφική του θέση αποτελεί το βορειοανατολικό όριο μεταξύ της Δωδεκανήσου και του θαλάσσιου χώρου με τις εγγύς Μικρασιατικές ακτές, κυρίως των εκβολών του Μαιάνδρου ποταμού και της Μιλήτου.

 

Το νησί έχει έκταση 14,4τ.χλμ. και ακτογραμμή 32 χλμ. και οδικό δίκτυο 10 περίπου χλμ. Απέχει 25 ναυτικά μίλια από την Πάτμο, 18  από τη Σάμο και μόλις 8 μίλια από τα Μικρασιατικά παράλια.

 

Ο μόνιμος πληθυσμός είναι  186 κάτοικοι ( σύμφωνα με την απογραφή του 2011).

 

Κατά την Iταλοκρατία, το νησί ονομάστηκε Γαϊδουρονήσι, δηλωτικό του σχήματός του, κι έτσι αναγράφεται  και  σε πολλούς ναυτικούς χάρτες.

 

Η σημερινή ονομασία Αγαθονήσι  οφείλεται σε παρετυμολογία του φυτού Αγκαθόχορτου που φύεται άφθονο στο νησί.

 

Το Αγαθονήσι περιβάλλεται από έξι βραχονησίδες: το Κουνέλι ή Κουνελονήσι στα νότια, το Νερό ή Νερονήσι, την Στρογγυλή ή Στρογγυλό, την Πίτα ή Πιάτο ή Ψαθονήσι ή Ψαθώ και Πράσο στα βόρεια και το Κατσαγάνι ή Γλάρο στα ανατολικά. Είναι ιδανικός τόπος για περίπλου με σκάφος.

 

Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με την κτηνοτροφία, τη γεωργία και την αλιεία.

 

Εκτρέφονται περίπου 2800 αιγοπρόβατα και παράγονται εξαιρετικά κτηνοτροφικά και γαλακτοκομικά προϊόντα, που εκτός από τις τοπικές ανάγκες κατανάλωσης εξάγονται και στα γύρω νησιά.

 

Στις θάλασσες του νησιού υπάρχουν πλούσια αλιεύματα και ιχθυοκαλλιέργειες  όπου  απασχολούνται πολλοί κάτοικοι ως αλιεργάτες.

 

Τα τελευταία χρόνια αρκετοί ασχολούνται με τον τουρισμό, έχει δημιουργηθεί μικρή τουριστική υποδομή με μονάδες ενοικιαζομένων δωματίων που διαθέτουν περίπου 140 κλίνες. Γίνονται έργα υποδομής και καταβάλλονται προσπάθειες για μεγαλύτερη τουριστική ανάπτυξη.

 

 

 

Το Αγαθονήσι έχει δύο οικισμούς:

 

Το Μεγάλο Χωριό που επεκτείνεται μέχρι το λιμάνι του Αγίου Γεωργίου.Είναι ο μεγαλύτερος και παλαιότερος οικισμός. Χτίστηκε σε τοποθεσία ώστε να είναι αθέατος από τη θάλασσα για την προστασία των κατοίκων από τις επιδρομές των πειρατών. Τα νεότερα χρόνια ο οικισμός επεκτάθηκε και αναπτύσσεται μέχρι το λιμάνι του Αγίου Γεωργίου.

 

Το Μικρό Χωριό. Είναι κτισμένο απέναντι από το Μεγάλο Χωριό.

 

Το λιμάνι του  Αγίου Γεωργίου διαθέτει φαρδιά και μεγάλη προβλήτα με νότιο προσανατολισμό προστατεύοντας μικρά και μεγάλα σκάφη με ασφάλεια από τους βόρειους ανέμους. Έχει μικρούς κολπίσκους και αμμουδερές μικρές παραλίες γύρω του.

Το Αγαθονήσι με τα γύρω μικρά νησιά αναφέρεται σε διάφορες φιλολογικές πηγές ως Τραγαία νήσος (Θουκυδίδης), Τραγαίαι νήσοι (Στράβων) δηλαδή νησί με πολλά κατσίκια και ως Υετούσα (νησί με πολλά νερά). Ανήκε στα λεγόμενα μηλισιακά νησιά που αποτελούσαν από τον 4ο π.Χ. αιώνα στρατιωτικές επανδρώσεις της ιωνικής μητρόπολης της Μιλήτου.

 

Η Τραγαία είναι η πατρίδα του φιλοσόφου Θεογείτονος, μαθητού του Αριστοτέλη. Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, οι πρώτοι κάτοικοι του νησιού φαίνεται ότι ήταν οι Κάρες, που ζούσαν στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας και τη Σάμο. Κατά τους ιστορικούς χρόνους μετά τους Κάρες, οι Δωριείς και οι Ίωνες της Μιλήτου εποίκισαν διαδοχικά το νησί. Λόγω της γεωγραφικής του θέσης οι κάτοικοί του έγιναν μάρτυρες πολλών ναυμαχιών όπως η ναυμαχία της Λάδης το 494π.Χ. μεταξύ του Περσικού που ηγείτο ο Δαρείος και του Ιωνικού στόλου, ενώ το 440π.Χ. κοντά στο νησί ο Περικλής ναυμάχησε με το στόλο των Σαμίων.

 

Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι το 74π.Χ., ο Ιούλιος Καίσαρας, καθώς έπλεε από την Ιταλία προς τη Μικρά Ασία, πιάστηκε από πειρατές της Τραγαίας και κρατήθηκε στο Φαρμακονήσι.

 


Βυζαντινή και μετα-Βυζαντινή περίοδος

 

Κατά τη βυζαντινή περίοδο πιθανότατα εποικίστηκε από βυζαντινούς εξόριστους στους οποίους, λέγεται, οφείλεται και το σημερινό γλωσσικό ιδίωμα των κατοίκων του, μια ιδιαίτερα καθαρή ελληνική διάλεκτος. Το νησί εποικίστηκε και εγκαταλείφθηκε πολλές φορές από τους κατοίκους του, λόγω δυσμενών συνθηκών, με τελευταία εγκατάσταση αυτή Πατμίων και Φουρνιωτών, στις αρχές του 19ου αιώνα. Για πολλούς αιώνες οι πηγές σιωπούν. «Ακατοίκητο» χαρακτηρίζεται από τον φημισμένο Οθωμανό κουρσάρο Πιρί Ρέις στο σημαντικό λιμενοδείκτη και περίπλου, στο λεγόμενο Βιβλίο των Θαλασσών (1521), που συνέγραψε ο ίδιος, ενώ πολλοί είναι οι περιηγητές και χαρτογράφοι του Μεσαίωνα που διατυπώνουν την ίδια άποψη. Εξαιρετικά ενδιαφέροντα στοιχεία για την ιστορία του Αγαθονησίου περιείχε ο σήμερα χαμένος «Ισοκώδικας των Τραγίων» του 12ου–13ου αι., που αναφερόταν σε έγγειες ιδιοκτησίες του νησιού και φυλασσόταν στο μοναστήρι Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Πάτμο.

 

Το 1087 το Αγαθονήσι περιήλθε στην κυριότητα της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Πάτμο με το χρυσόβουλλο του αυτοκράτορα Αλεξίου Α΄ Κομνηνού, με το οποίο παραχωρούνταν στον ιδρυτή της Μονής, τον όσιο Χριστόδουλο το Λατρινό, η Πάτμος και τα γύρω νησιά.

 

Για την αρχαιολογική κληρονομιά του Αγαθονησίου, σημαντικές πληροφορίες αντλούνται από τις σημειώσεις του αρχιμανδρίτη Γεράσιμου Σμυρνάκη στο πολύτιμο χειρόγραφό του «Η Μυστηριοφύλαξ Νήσος του Θεολόγου η Καλουμένη Πάτμος, καθώς και στον πολιτιστικό οδηγό «Αγαθονήσι» του Αγαθονησιώτη δασκάλου Κωνσταντίνου Κόττορου.

 

Ο νεότερος εποικισμός στο νησί έγινε από Πάτμιους και Φουρνιώτες εποίκους στα μέσα του 19ου αιώνα. Τότε κτίσθηκε το Μικρό ή Παλαιό Χωριό χαρακτηριστικό δείγμα της τοπικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής.

 

Μέχρι το 14ο αιώνα μ.Χ. ήταν κρησφύγετο πειρατών, ενώ το 1522 πέρασε κι αυτό στην κατοχή των Τούρκων. Στις 6 Αυγούστου 1824 κατέφυγε εδώ ο ηττημένος τουρκοαιγυπτιακός στόλος, ενώ στις 29 Αυγούστου 1824, διεξήχθη στα ανατολικά του νησιού η ναυμαχία του Γέροντα.

 

Το 1912, το Αγαθονήσι, ακολουθώντας τη μοίρα των Δωδεκανήσων, περιήλθε στην ιταλική κατοχή, το 1943 το κατέλαβαν οι Γερμανοί και ενσωματώθηκε οριστικά στην Ελλάδα στις 7 Μαρτίου 1948.

 


Ιστορικοί χώροι – Μνημεία

Επιφανειακές αρχαιολογικές έρευνες στο Αγαθονήσι επακολούθησαν κατά καιρούς από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, στις δεκαετίες του 1980 και 1990. Η συστηματική τοπογραφική αποτύπωση και κατόπιν διερεύνηση των αρχαιοτήτων άρχισε από τον δρ. Παύλο Τριανταφυλλίδη αρχαιολόγο το 2001 με τη βοήθεια Αγαθονησιωτών.

 

Κατά τις έρευνες αυτές ο δρ. Παύλος Τριανταφυλλίδης εντόπισε παλαιότερες, και διαπίστωσε νέες αρχαιολογικές θέσεις, οι οποίες χρονολογούνται από την προϊστορική έως και την πρωτοβυζαντινή περίοδο. Συγκεκριμένα, οι θέσεις Κεφάλα και Καλύβια χρονολογούνται στην ύστερη 3η χιλιετία π.Χ., στους ιστορικούς χρόνους οι θέσεις Καρλαμπουκιά, Αλώνια, Άγιος Κωνσταντίνος, Κλεφτός, Μικρό Δαμάκι ή Δαμάκια, Μπενέτου, Πρεζιβόλια και Καβί, (ελληνιστική-ρωμαϊκή περίοδος) και στους παλαιοχριστιανικούς – πρωτοβαζαντινούς χρόνους οι θέσεις Τσαγγάρης, Άγιος Ιωάννης και Θόλοι.

 

Από τα μνημεία των ιστορικών χρόνων ξεχωριστό ενδιαφέρον έχει το υπαίθριο ελληνιστικό ιερό των ανατολικών θεοτήτων στη θέση Καβί, στο νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού, με εγχάρακτα αποτυπώματα πελμάτων και αφιερωματικών επιγραφών στο φυσικό αλάξευτο βράχο της περιοχής.

 

Βορείως του οικισμού του Μεγάλου Χωριού, στη νότια και ανατολική κλιτύ του βουνού Κλεφτός – τοπωνύμιο που δηλώνει τη βιαστική απόκρυψη θησαυρών – εντοπίσθηκαν ορατά διάσπαρτα λείψανα αρχιτεκτονικών μελών από οικοδομικά κατάλοιπα, τα οποία σχετίζονται πιθανώς με τον αρχαίο οικισμό της Τραγαίας.

 


Το καστράκι

Από το 2010, το μέχρι προ ολίγων ετών ανεξερεύνητο Αγαθονήσι, έχει στη θέση Καστράκι έναν εκτεταμένο αρχαιολογικό χώρο. Ένα αρχαίο λιμάνι με τις οχυρώσεις του, τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις του για τον ελλιμενισμό πολεμικών πλοίων, ένα ιερό, μια τεράστια μελισσοκομική μονάδα και ένα εργαστήριο πορφύρας. Και επειδή το ανασκαφικό υλικό είναι πλούσιο -πολλά κινητά ευρήματα έρχονται συνεχώς στο φως, προγραμματίζεται να κτιστεί εκεί κι ένα μικρό μουσείο (300τ.μ.).

 

Όλα ξεκίνησαν το 2000, όταν ο αρχαιολόγος Παύλος Τριανταφυλλίδης, της ΚΒ” Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Ρόδου, κλήθηκε να πάει στο Αγαθονήσι για να ελέγξει τη θέση στην οποία επρόκειτο να εγκατασταθεί μια μονάδα αφαλάτωσης. Τότε, καθ’ υπόδειξιν του δημάρχου, πήγε να δει και τα σκόρπια αρχαία της βόρειας πλευράς. Δρόμος δεν υπήρχε. Τώρα υπάρχει.

 

 

Πήρε μια μικρή βάρκα και πήγε διά θαλάσσης.

 

«Τα αρχαία ήταν μέσα στα χόρτα, τα αγκάθια και τα σκίνα» θυμάται ο αρχαιολόγος. Ήταν ορατά οικοδομικά λείψανα, κυρίως οχυρωματικοί τοίχοι σε ένα βραχώδη λόφο και διάσπαρτα πάμπολλα επιφανειακά ευρήματα, όπως πήλινα και λίθινα αγγεία των ελληνιστικών και πρώιμων ρωμαϊκών χρόνων.

 

Με τη συνδρομή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και ιδιωτικές χορηγίες, το 2006 ξεκίνησε συστηματική ανασκαφή. Τα ευρήματα ήταν εντυπωσιακά. Το αγκάλιασε η πολιτεία και το υποστήριξε θερμά η Γ.Γ. Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη.

 

Στον όρμο του Μαΐστρου έχει βρεθεί ένα λιμάνι των Ελληνιστικών χρόνων (ύστερος 4ος–πρώιμος 3ος αιώνας π.Χ.) που περικλείεται από ισχυρούς οχυρωματικούς τοίχους (πάχους 1,80–2,00 μ.). Το αρχαίο λιμάνι ήταν επανδρωμένο στρατιωτικά από τη Μίλητο. Ήταν ναυτική βάση της Μιλήτου, καθώς το Αγαθονήσι, η Λέρος, οι Λειψοί και η Πάτμος αποτελούσαν τα λεγόμενα Μιλησιακά νησιά. Δηλαδή τα νησιά που χρησιμοποιούσε η Μίλητος ως πέρασμα προς το Αιγαίο.

 

Έχουν εντοπιστεί λαξεύματα στο βράχο που σχετίζονται με τις εγκαταστάσεις ελλιμενισμού των ευέλικτων πολεμικών, ελαφρών πλοίων. Και τι εστί Τραγαία; Είναι η αρχαία ονομασία του Αγαθονησιού. Το λιμάνι που έχει βρεθεί είναι το αρχαίο επίνειο της πόλης Τραγαίας, ενός παράκτιου οικισμού γνωστού μόνον από φιλολογικές πηγές. Η εικόνα του λιμανιού δεν είναι επίπεδη. Πρόκειται για ένα λόφο σκαλιστό σε τρία επίπεδα. Στο ανώτερο επίπεδο είναι ο Πύργος, στο μεσαίο το Ιερό του Διδυμαίου Απόλλωνος και Ανατολικών θεοτήτων και στο τρίτο μια μεγάλη μονάδα μελισσοκομίας και εργαστήρια πορφύρας.

 

Ήταν οι μεγαλύτεροι προμηθευτές μελιού και πορφύρας στο Αιγαίο. Έχουν βρεθεί 15.000 κυψέλες και έχουν ανιχνευθεί γυρεόκοκκοι από άγριο πεύκο, που σημαίνει πως το νησί εκείνη την εποχή ήταν γεμάτο πεύκα και θυμάρι. Τώρα έχει μείνει μόνο το θυμάρι.

 

Το μέλι χρησίμευε και ως σταθεροποιητικό στοιχείο στη βαφή των υφασμάτων με πορφύρα, μας εξηγεί ο κ.Τριανταφυλλίδης. Η πορφύρα βγαίνει από το ζωύφιο που υπάρχει σε ένα αγκαθωτό όστρακο. Πορφύρες υπάρχουν σε αφθονία ακόμη και σήμερα σ” εκείνη την περιοχή. Το βαφείο συνίσταται σε δύο δεξαμενές σε δύο επίπεδα, που επικοινωνούσαν μεταξύ τους με το σύστημα της υπερχείλισης.

 

Η στενή σχέση των κατοίκων του νησιού με τη Μίλητο αποδεικνύεται και από την ανεύρεση σημαντικού αριθμού χάλκινων και αργυρών νομισμάτων κοπής Μιλήτου και της Καρικής δυναστείας των Εκατομνιδών του 4ου αιώνα π.Χ. Έχουν βρεθεί επίσης πήλινα ειδώλια του τύπου της Ταναγραίας, του ύστερου 4ου αιώνα π.Χ., υφαντικά βάρη, ενσφράγιστες λαβές αμφορέων (ροδιακού και κνιδιακού τύπου), μεγάλες ποσότητες κεραμικής και σιδηρομεταλλευμάτων.

 

Το πιο ενδιαφέρον όμως από τα ευρήματα είναι ένα πήλινο ενσφράγιστο κεραμίδι με την πρώτη επίσημη επιγραφή του Αγαθονησιού, του ύστερου 2ου και πρώιμου 1ου αιώνα π.Χ., που αναφέρεται σε πολεμική νίκη της Μιλησιακής μητρόπολης χάριν της οποίας ιδρύθηκε το παρόδιο ιερό, πιθανώς του Διός Λυκίου, στον οχυρωμένο παράκτιο οικισμό του νησιού. Ο οικισμός εγκαταλείφθηκε το πρώτο μισό του 2ου αιώνα μ.Χ., έπειτα από σεισμό (155/156μ.Χ.) που συγκλόνισε τη Μ. Ασία και επέφερε ανεπανόρθωτες βλάβες στο οχυρό.

Άγιος Γεώργιος: αριστερά του λιμανιού, βοτσαλωτή με αρμυρίκια για να απολαύσετε εάν υπέροχο μπάνιο. Υπάρχουν ταβερνάκια με παραδοσιακό φαγητό και μεζέδες.

 


Σπηλιά: Βοτσαλωτή και αμμώδης παραλία, μόλις 500 μέτρα νοτιοδυτικά από το κεντρικό λιμάνι του νησιού, Άγιος Γεώργιος) σε έναν βαθύ μακρόστενο όρμο και πανέμορφη με τροπικά χρώματα θάλασσα. Ένα σημείο απάγκιο, με καταγάλανα νερά, ιδανικό για προσέγγιση με σκάφος ασφαλές αραξοβόλι και ιδανικός τόπος για υποβρύχιο ψάρεμα.

Ο νέος δρόμος που έγινε το 2014 με εξαιρετικό ηλεκτροφωτισμό είναι ιδανικός για απογευματινές και βραδινές βόλτες. Το όνομα της Σπηλιάς οφείλεται στη μικρή σπηλιά που υπάρχει στη μία άκρη της, ανάμεσα στα βράχια.

 


Γαϊδουρόλακος: Δυτικά και πίσω από το λόφο της Σπηλιάς απλώνεται ο όρμος του Γαϊδουρόλακκου. Υπάρχει μονοπάτι 20 λεπτών περίπου.

 


Καθολικό: Ψαροχώρι που βρίσκεται βορειοανατολικά του νησιού και η στενόμακρη βραχονησίδα Νερονήσι το προστατεύει από τα μεγάλα κύματα του βοριά. Το Καθολικό διαθέτει έναν μικρό μόλο για αλιευτικά και ιδιωτικά σκάφη. Εκεί οι ψαράδες απλώνουν τα δίχτυα τους. Υπάρχει επίσης μια πολύ μικρή παραλία για μπάνιο με βότσαλο. Τα νερά είναι πεντακάθαρα παρά την ύπαρξη ιχθυοτροφείων εξαιτίας των δυνατών ανέμων που καθαρίζουν την περιοχή. Το Καθολικό είναι το πλησιέστερο σημείο προσέγγισης για αυτούς που έρχονται από τη Σάμο ή τους Φούρνους, και αποτελεί ασφαλές λιμανάκι.

Η πρόσβαση από την ενδοχώρα είναι εξαιρετική, γιατί γίνεται από τον νέο ασφαλτόδρομο. Ένα χιλιόμετρο στα δυτικά του Καθολικού ο όρμος Μαΐστρος με τα απόκρημνα βράχια σε συνεπαίρνει.

 


Παραλία του Πόρου: βοτσαλωτή απόλυτα ήσυχη. Θάλασσα και τόπος μαγευτικός.

 


Παραλία Βαθύ Πηγάδι: Βρίσκεται κάτω από το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου προσφέρει σκιά με αρμυρίκια και σκίνα.

 


Παραλία Πάλος: Βρίσκεται στην άλλη πλευρά του κόλπου, προσεγγίζεται με μονοπάτι και μοιάζει με μια μικρή φυσική πισίνα

Οι Θόλοι

Μοναδικό οικοδομικό συγκρότημα που βρίσκεται νοτιοδυτικά του ναϋδρίου του Αγίου Νικολάου, πολύ κοντά στο φυσικό ομώνυμο όρμο, αποτελεί εξαιρετικής σπουδαιότητας αρχιτεκτονικό μνημείο των προ βυζαντινών χρόνων εμβαδού 500τ.μ.

Το οικοδόμημα έχει ορθογώνιο σχήμα και αποτελείται από επτά ισόγειους καμαροσκεπείς χώρους, με είσοδο στα ανατολικά και νότια και λιθόκτιστα ή βοτσαλωτά δάπεδα. Στις περισσότερες θολωτές οροφές σώζονται πήλινοι αεραγωγοί, όπως και στα διαχωριστικά τοιχώματα, σε πολλά από τα οποία διακρίνονται δοκοθήκες για την στήριξη ξύλινου ορόφου ή παταριού.

Στη νοτιοδυτική γωνία του τρίτου θόλου σώζεται επιγραφή σε δύο στίχους ΘΕΑΒΩΝΟΣ/ΥΙΟΥ με nominasacraICNK, τη συντομογραφία δηλαδή Ιησούς Χριστός Νικά και Χριστόγραμμα εγγεγραμμένο σε κύκλο. Η μορφή του οικοδομήματος, μοναδική στο χώρο του Αιγαίου, έχει παράλληλα σε παρόμοια οικοδομικά συγκροτήματα μεγάλων αποθηκών στη Μικρά Ασία, που βρέθηκαν όχι μόνο σε πόλεις και λιμάνια, αλλά και σε κομβικές οδικές αρτηρίες. Η στρατηγική, άλλωστε, γεωγραφική θέση του Αγαθονησίου στη θαλάσσια οδό από το κεντρικό Αιγαίο και τα Δωδεκάνησα προς τα λιμάνια και τις μεγάλες πόλεις της Μικράς Ασίας, όπως της Μιλήτου, δεν ήταν τυχαία για την επιλογή της εγκατάστασης των αποθηκών, καθότι αυτές θα εξυπηρετούσαν, εκτός από εμπορικούς, και στρατιωτικούς σκοπούς, όπως την ασφάλεια των θαλάσσιων συγκοινωνιών κατά τη διάρκεια των αραβικών επιδρομών στον 7ο αιώνα, καθώς και τον απρόσκοπτο ανεφοδιασμό του ευέλικτου βυζαντινού στόλου της αυτοκρατορίας.

Εικάζεται ότι χρησιμοποιήθηκαν εκτός από το βυζαντινό ναυτικό αργότερα από την Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου της Πάτμου.

Πίσω από το ξωκλήσι του Αϊ-Νικόλα υπάρχει ο “βότσος”, ένα μεγάλο βάραθρο που επικοινωνεί με υπόγειες στοές με τις δύο άκρες του νησιού.

Για να μεταβείτε στους θόλους αρκεί να ακολουθήσετε τον δρόμο προς kαθολικό και απλά μόλις πριν την εκκλησία της Μεταμόρφωσης, ακολουθήστε τον δρόμο που βρίσκεται δεξιά σας. Στο τέρμα του δρόμου και αφού ανοίξετε μία ξύλινη πόρτα και διανύσετε άλλα τριακόσια μέτρα θα φθάσετε στους Θόλους.

 


“Βότσοι” και σπηλιές

Είναι σπηλιές-βάραθρα που πηγαίνει με τα πόδια ή με σκάφος. Τέτοιοι “βότσοι” υπάρχουν πολλοί στο νησί. Οι πλέον γνωστοί είναι ο «βότσος» του Αγίου Νικολάου που η είσοδος του βρίσκεται κοντά στο εξωκλήσι Άγιος Νικόλαος στο Δρόμο προς το Καθολικό και κοντά στους Θόλους.

Είναι ένα μεγάλο βάραθρο που επικοινωνεί με τις δύο άκρες του νησιού δια μέσου υπόγειων στοών. Επίσης ο “βότσος” της ακρίδας, της ορνιάς, της κεφάλας. Από σπηλιές η χρυσοσπηλιά με σταγμίτες και σταλαχτίτες βρίσκεται στην είσοδο του Αγαθονησίου αριστερά από την Σπηλιά.

Στο Αγαθονήσι ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες, γίνονται πολλά πανηγύρια, που ενώνουν τους μόνιμους κατοίκους με τους Αγαθονησιώτες που ζουν και εργάζονται εκτός νησιού και οι οποίοι δεν ξεχνούν το μικρό ακριτικό τους νησί.

 

Οι Αγαθονησιώτες είναι γλεντζέδες γι αυτό τα πανηγύρια είναι φημισμένα για το κέφι, τη μουσική και το χορό που κρατάνε μέχρι το πρωί. Η φήμη έχει απλωθεί στα γύρω νησιά, Σάμο, Πάτμο, Λειψούς και Λέρο με αποτέλεσμα να έρχονται στο νησί για να γλεντήσουν αυθεντικά.

 

Τα σημαντικότερα:

  • Του Αγίου Παντελεήμονα στις 26 Ιουλίου.
  • Της Παναγιάς (Κοίμηση Θεοτόκου) στις 15 Αυγούστου.

 

Σε όλα τα πανηγύρια, η προετοιμασία γίνεται από τα μέλη του πολιτιστικού συλλόγου ΥΕΤΟΥΣΑ και από πολλές νοικοκυρές που ετοιμάζουν φαγητά και γλυκά.

 

Ο πολιτιστικός και εξωραϊστικός σύλλογος Αγαθονησίου ΥΕΤΟΥΣΑ συνδιοργανώνει με την «ΠΑΡΑΜΕΘΟΡΙΟ ΔΡΑΣΗ» το “Φεστιβάλ των Συνόρων” και τα Σεμινάρια “Οι τέχνες στα Δωδεκάνησα”.

Δήμος Αγαθονήσου: 22470 29 009
Πρώτες Βοήθειες: 22470 29 049
Αστυνομία: 22470 29 029
Λιμεναρχείο Πάτμου: 22470 34 131
Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών: 22470 29 204

Το πλοίο της ΑΝΕΚ Κάλυμνος τρεις φορές την εβδομάδα και το Καλοκαίρι 4 ξεκινάει από Κάλυμνο και συνδέει Λέρο – Πάτμο – Λειψούς – Αρκιούς – Αγαθονήσι και Σάμο με επιστροφή.

 

Τους καλοκαιρινούς μήνες, μία φορά την εβδομάδα, το καταμαράν της DODEKANISOS SEAWAYS συνδέει το Αγαθονήσι με τα νησιά της υπόλοιπης Δωδεκανήσου και ημερόπλοια με τα υπόλοιπα νησιά.

 

Πληροφορίες

 Dodekanisos Seaways: 22410 70 590
Ολυμπιακή Αεροπορία, Αθήνα: 210 93 65 433
Aegean Airlines: 801 112 00 00

Λιμεναρχείο Σάμου:

22730 27 318