Άγιον Όρος

Η Μονή της Μεγίστης Λαύρας είναι η πρώτη στην ιεραρχία των αγιορείτικων μονών και η μεγαλύτερη σε έκταση. Άλλες ονομασίες με τις οποίες φέρεται σε παλαιότερα έγγραφα είναι “Λαύρα των Μελανών”, “Λαύρα του κυρού Αθανασίου”, “Λαύρα του αγίου Αθανασίου”, “Μεγάλη Λαύρα”, ή και απλώς “Λαύρα” που σημαίνει πολυάνθρωπο μοναστήρι.

 

Τοποθεσία μονής

Βρίσκεται λίγο βορειότερα του νοτιοανατολικού άκρου της χερσονήσου του Άθω, πάνω σε ένα πλάτωμα βράχου. Απέχει 1:305 ώρα από τις Καρυές με αυτοκίνητο και γύρω στις 7 ώρες πεζοπορία, ενώ από την ακτή περίπου 20 λεπτά, όπου και βρίσκεται ο αρσανάς της μονής. Γενικά ο δρόμος αυτός είναι δύσκολος. Χωμάτινος, με πολλές και απότομες στροφές, στενός και από κάτω γκρεμός και η θάλασσα. Ποτάμια πέρναγαν πάνω από το δρόμο και πάνω από τα ποτάμια πέρναγε ένα μικρό λεωφορείο. Μια βροχή 2 ωρών να πέσει και η διάβαση γίνεται απαγορευτική. Γι αυτό άλλωστε στην είσοδο της μονής δημιουργήθηκε πρόσφατα ελικοδρόμιο, εξ ανάγκης. Το μοναστήρι είναι πολύ μεγάλο, με οχυρωματικούς πύργους με προβολικούς οχετούς, τις “ζεματίστρες” στις εισόδους της μονής από όπου έριχναν καυτό λάδι για να αντιμετωπίζουν τις επιδρομές των πειρατών, κατά ιδία αρχιτεκτονική εφαρμογή των κάστρων. Ακόμα, έξω βρισκόταν ένας νερόμυλος, καλλιέργειες (λαχανικά) και το νεκροταφείο, ενώ ψηλά στο βουνό το ασκηταρειό του Αγ. Αθανασίου.

 

Ίδρυση

Η Μονή ιδρύθηκε, πάνω στο σημείο που πιθανολογείται ότι ήταν η αρχαία πελασγική πόλη Ακρόθωσι, από τον Άγ. Αθανάσιο τον Αθωνίτη το 963μ.Χ. που ο ίδιος με την ακολουθία του έκτισε στην αρχή το τετράπλευρο τείχος στη συνέχεια το καθολικό της Μονής και τέλος τις σειρές των κελιών, κατά προτροπή και χρηματοδότηση του φίλου του, αυτοκράτορα του Βυζαντίου Νικηφόρου Φωκά. Μια ερμηνεία για τη στάση αυτή του αυτοκράτορα είναι η φιλοσοφία του για το μοναχισμό. Τον προτιμούσε σε απόκρημνα και δύσβατα μέρη. Συνηγορούν προς αυτό τόσο η απαγόρευση του για την ίδρυση μονών σε αγροτικές περιοχές, όσο και η βαριά φορολογία στην εκκλησιαστική περιουσία. Λέγονταν επίσης ότι επιθυμούσε σφόδρα να εγκαταλείψει αργότερα το θρόνο και να μονάσει στη Μεγίστη Λαύρα. Βεβαίως, μπορεί να υπάρχουν και άλλες ερμηνείες. Εκείνο που είναι σίγουρο είναι πως δεν πρόλαβε να πραγματοποιήσει τον πόθο του να μονάσει, καθώς δολοφονήθηκε ενώ κοιμόταν από την γυναίκα του Θεοφανώ και τον ανιψιό του Ιωάννη Τσιμισκή, μετέπειτα αυτοκράτορα. Και όπως αναφέρει η παράδοση, βρέθηκε να κοιμάται πάνω σε ένα μοναχικό ράσο.

 

Ιστορία

Μπαίνοντας από την κεντρική πύλη, στα αριστερά του θόλου που σχηματίζεται, βρίσκεται μια τοιχογραφία της Παναγίας. Κάποιος αλλόθρησκος την πυροβόλησε με τρεις σφαίρες (τα σημάδια των οποίων φαίνονται). Μία από αυτές εξοστρακίστηκε και τον πέτυχε στην καρδιά. Στο περίβολο υφίσταται το παρεκκλήσιο (ένα από τα 37 της μονής) της Παναγίας της Κουκουζελιώτισσας, όπου και η θαυματουργός εικόνα. Πήρε το όνομα της από τον Αγ. Ιωάννη τον Κουκουζέλη, περίφημος για την ψαλτική του ικανότητα και πρωτοψάλτης των ανακτόρων. Ποθώντας όμως το μοναχικό βίο έφυγε κρυφά και ήρθε στη Μ. Λαύρα με άλλο όνομα για να μη το βρει ο αυτοκράτορας και παριστάνοντας τον αγράμματο και αδαή. Ανέλαβε, αυτός ο μορφωμένος, ο αξιωματούχος, ο πολλά τιμώμενος, το διακόνημα του βοσκού. Όμως ο αυτοκράτορας που είχε βάλει λυτούς και δεμένους τον ανακάλυψε. Θαύμασε την ταπεινότητα του και δεν τον ανάγκασε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι παρέμεινε στο μοναστήρι όπου έγινε πρωτοψάλτης. Κατά μία παράδοση, μια μέρα που έψελνε έμπροσθεν της εικόνας, κουράστηκε και νύσταξε. Τότε η Παναγία από την εικόνα μίλησε και του είπε: “Κουράγιο, συνέχισε και εγώ θα σε ανταμείψω”, Και του έδωσε ένα χρυσό νόμισμα. Το καθολικό της μονής είναι αρκετά μεγάλο. Θαυμάσια είναι η βαριά δίφυλλη ξύλινη θύρα που χωρίζει τη λιτή από το κυρίως ναό, δωρεά του Φωκά, λάφυρο του από πολέμους. Ακόμα ποιό θαυμάσιο είναι το ψηλό περίτεχνο τέμπλο. Στο διπλανό κολλητό παρεκκλήσι βρίσκεται ο τάφος του Αγ. Αθανασίου, ο οποίος όμως δεν έχει ανοιχτεί ποτέ. Μια φόρα πήγε ένας πατριάρχης Αλεξανδρείας που ευλαβούταν πολύ τον Άγιο να πάρει λείψανο από τον τάφο του. Μόλις όμως τον άνοιξε, κεραυνοί και αστραπές έβγαιναν από αυτόν. Από τότε κανείς δεν τόλμησε να τον ανοίξει. Το δε 1981 (σχετικά πρόσφατα) που το μοναστήρι από ιδιόρρυθμο (ο κάθε μοναχός ζούσε όπως ήθελε) άλλαξε σε κοινοβιακό (υπακοή στον ηγούμενο, κοινή προσευχή, τράπεζα κ.τ.λ.), στις εορτές ενώπιον πολλών προσκυνητών ο τάφος έβγαζε πολύ μύρο. Το παρεκκλήσι αυτό, κάποτε ήταν αφιερωμένο στον Άγιο και το καθολικό στην Παναγία. Όμως, παρουσιάστηκε η Παναγία στον ύπνο του ηγουμένου και τον διέταξε το καθολικό να αφιερωθεί στη μνήμη του Αγίου Αθανασίου στις 5 Ιουλίου, ενώ το παρεκκλήσιο αφιερώθη στους 40 μάρτυρες. Η Τράπεζα, βρίσκεται ακριβώς απέναντι από την εκκλησία, παρεμβαλλόμενης της φιάλης και ενός πανύψηλου και παμπάλαιου, όπως φαινόταν από τον κορμό, κυπαρισσιού το οποίο είναι πάνω από 1000 χρονών, καθώς φυτεύτηκε από τον Άγ. Αθανάσιο ο οποίος σκοτώθηκε μαζί με άλλους 6 μοναχούς πέφτοντας από μια σκαλωσιά το 1000 ή το 1001.

H ακμή της Μεγίστης Λαύρας άρχισε από την ίδρυσή της, όπου στο τέλος του 10ου αιώνα έχει εκατόν εξήντα μοναχούς, ενώ τον 11ο αιώνα επτακόσιους.

Ο χρυσός αιώνας όμως της μονής θεωρείται ο 14ος αιώνας κατά τον οποίο μόνασαν πολλοί άγιοι πατέρες μεταξύ των οποίων και ο μεγάλος ησυχαστής Γρηγόριος ο Παλαμάς. Κατά την διάρκεια του 15ου αιώνα δέχθηκε πολλαπλές πειρατικές επιδρομές, και υπέστη καταστροφές, με αποτέλεσμα την υιοθέτηση του ιδιορρύθμου τρόπου λειτουργίας προκειμένου να λειτουργεί στοιχειωδώς. Εκμεταλλευόμενοι οι μοναχοί της την αναγνώριση ορισμένων ευνοϊκών προνομίων, κατάφεραν κατά το τέλος του 15ου αιώνα, να αποκαταστήσουν κατεστραμμένα κτίρια και αγιογράφησαν εκ νέου το Καθολικό και τα Παρεκκλήσια του. Στις 25 Μαρτίου του 1575 η Μονή επανήλθε στο κοινοβιακό σύστημα με σιγίλιο του Πατριάρχου Ιερεμία του Γ’. Η νέα της ακμή συνοδεύτηκε με καταβολή φόρων για λογαριασμό και άλλων μονών και κράτησε μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα, οπότε περιέπεσε σε μαρασμό και αργότερα πάλι στην ιδιορρυθμία. Στα μέσα του 18ου αιώνα ιδρύθηκε στη Μονή το παλαιότερο τυπογραφικό εργαστήριο το οποίο λειτούργησε στον Ελλαδικό χώρο.

 

Εξαρτήματα

Κατά την έκρηξη της Ελληνικής επανάστασης η Λαύρα είχε 117 μοναστηριακούς μοναχούς και 448 εξαρτηματικούς ερημίτες, σκητιώτες και κελιώτες που πολλοί από αυτούς συμμετείχαν ενεργά σ΄αυτήν.

Η γεωγραφική της έκταση είναι η μεγαλύτερη του Αγίου Όρους και είναι 72000 στρέμματα. Όπως προκύπτει από το τηρούμενο από χιλιετίας βιβλίο επονομαζόμενο “Κουβαρά”, στην ιστορική της διαδρομή μόνασαν εντός της μονής είκοσι επτά πατριάρχες, 150 αρχιερείς, 168 ηγούμενοι, 3400 ιερομόναχοι, και 14000 μοναχοί.

Η Μονή Μεγίστης Λαύρας έχει εικοσιένα παρεκκλήσια εσωτερικά της μονής, και πολλά άλλα εξωτερικά από τα οποία σημαντικότερα είναι του Προφήτου Ηλιού, Αγίου Γρηγορίου, Αγίας Παρασκευής και Αγιάσματος του Αγίου Αθανασίου, καθώς και ο κοιμητηριακός ναός των Αγίων Αποστόλων. Έχει επίσης τρεις Σκήτες , Καθίσματα , πολλά Κελιά και Ησυχαστήρια συγκεντρωμένα, ή διάσπαρτα σε διάφορες περιοχές της, καθώς και ερημητήρια σε δυσπρόσιτες περιοχές. Δύο είναι σε μορφή οικισμού, όπως η Σκήτη Αγίας Άννας και η Σκήτη Αγίας Τριάδος ή Σκήτη Καυσοκαλυβίων, τα οποία και βρίσκονται στη νοτιοδυτική πλευρά της Αθωνικής χερσονήσου. Η τρίτη είναι η Σκήτη Τιμίου Προδρόμου Μεγίστης Λαύρας σε μορφή ενιαίου κτιριακού συγκροτήματος και βρίσκεται επάνω από τον Ακράθω και η οποία είναι ρουμανική.

Τα Κελιά της Μονής Mεγίστης Λαύρας βρίσκονται στις περιοχές Προβάτα, Μορφωνού, Κερασιά, Άγιος Νείλος και στις Καρυές. Στις Καρυές έχει το αντιπροσωπείο που τιμάται στην Αγία Άννα, οκτώ Κελιά στα οποία διαμένουν συνολικά 10 μοναχοί, καθώς και τρία οικήματα και αρκετή δασική έκταση. Μέχρι το 1930 υπήρχαν και άλλα Κελιά της στη θέση της σημερινής πλατείας του Πρωτάτου, μεταξύ των οποίων εκείνο των Εκκλησιαστικών και του Τυπογράφου.

Τα Κελιά της Μονής αυτής έχουν προσδιορισμένη εδαφική έκταση, είναι εκατοντάδες, πλην όμως τα περισσότερα είναι ερειπωμένα. Από αυτά είναι κατοικήσιμα τα 60 και ήδη κατοικούνται τα 45 με 65 εξαρτηματικούς μοναχούς.

H Μονή Μεγίστης Λαύρας έχει δέκα Καθίσματα στην ευρύτερη περιοχή της Από αυτά τα επτά βρίσκονται κοντά στη μονή μεταξύ των οποίων είναι, το Κάθισμα των Αγίων Αρχαγγέλων ή Κουκουζέλη, όπου μόνασε τον 14ο αιώνα ο μεγάλος μελωδός της Εκκλησίας Άγιος Ιωάννης Κουκουζέλης.

Στην περιοχή Βίγλα και κοντά στη Σκήτη Τιμίου Προδρόμου Μεγίστης Λαύρας βρίσκεται το Κάθισμα του Ακάθιστου ή Σπήλαιο του Αγίου Αθανασίου, όπου βρίσκεται το σπήλαιο του Αγίου Αθανασίου. Τέλος σε απόσταση οκτώ χιλιομέτρων περίπου, βορειότερα της μονής και κοντά στην μονή Καρακάλου βρίσκεται το Κάθισμα Αγίου Ευσταθίου ή Μυλοποτάμου.

Σήμερα η μονή Μεγίστης Λαύρας έχει, εξήντα Ησυχαστήρια στις περιοχές Βουλευτήρια, Ησυχαστήριο Άγιος Βασίλειος, Βίγλα, Κατουνάκια και Καρούλια. Tα περισσότερα από αυτά επειδή βρίσκονται σε άνυδρες τοποθεσίες καλύπτουν τις ανάγκες τους με βρόχινο νερό και δεν διαθέτουν δική τους καλλιεργήσιμη έκταση.

 

Αρχιτεκτονική

Τα Καθολικό της Μεγίστης Λαύρας:

Σημειώνεται ότι το καθολικό της Μονής της Μεγίστης Λαύρας αποτελεί το πρότυπο για όλα τα αγιορείτικα καθολικά με το οποίο και εγκαινιάσθηκε η αρχιτεκτονική τυπολογία του τρίκογχου οθωνικού ναού, δηλαδή με δύο μικρότερα ιερά εκατέρων του κυρίως ιερού.

 

Μοναστική δύναμη

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 320-330 άτομα.

 

Άξια ενδιαφέροντος

Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες τις τοιχογραφίες του Θεοφάνη του Κρητός στο καθολικό που ανάγονται στο 1535 και στη Τράπεζα (1527), καθώς και τον τάφο του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη, επίσης στο καθολικό. Άξια επίσης ιδιαίτερου θαυμασμού είναι η “φιάλη”, το πλούσιο σκευοφυλάκιο και το εικονοφυλάκιο όπως επίσης και το ιστορικό “βαγεναριό” (=κελάρι) με τα τεράστια βαρέλια αποθήκευσης κρασιού (“παραβούτες”).

Η Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπεδίου ή Βατοπαιδίου είναι η 2η στην ιεραρχία των Αγιορείτικων μονών. Βρίσκεται στη μέση της βορειανατολικής πλευράς της χερσονήσου. Το καθολικό της είναι αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Είναι κτίσμα του 10ου αιώνα και ιδρύθηκε από τους μοναχούς Νικόλαο, Αθανάσιο και Αντώνιο με προέλευση την Ανδριανούπολη. Οι τοιχογραφίες του είναι των αρχών του 1312 της λεγόμενης Μακεδονικής Σχολής. Οι τοιχογραφίες της λιτής του Καθολικού είναι οι αυθεντικές, ενώ οι υπόλοιπες επιζωγραφήθηκαν μεταγενέστερα. Το μαρμαροθετημένο δάπεδό του είναι εξαιρετικής τέχνης.

Παρεκκλήσια

Η Μονή Βατοπεδίου διαθέτει συνολικά τριάντα ένα παρεκκλήσια. Τα δώδεκα βρίσκονται εκτός μονής και τα υπόλοιπα στο κτιριακό της συγκρότημα. Πέντε από αυτά βρίσκονται ενσωματωμένα στο Καθολικό και τρία στους αμυντικούς πύργους της. Στις πτέρυγες της Μονής υπάρχουν εννέα παρεκκλήσια. Ένα από αυτά είναι του Αγίου Ανδρέα, με ωραίο ξυλόγλυπτο τέμπλο. Τέλος, στην αυλή υπάρχουν δύο παρεκκλήσια. Το ένα είναι της Αγίας Ζώνης και κατέχει ως μέγα θησαύρισμα την Αγία Ζώνη της Παναγίας, η οποία και επιτελεί πλείστα θαύματα. Το εξαιρετικής τέχνης επιχρυσωμένο ξυλόγλυπτο τέμπλο είναι του 1816. Θεωρείται ένα από τα ωραιότερα του Αγίου Όρους. Ο κοιμητηριακός ναός είναι αφιερωμένος στους Αγίους Αποστόλους.

Πολλές θαυματουργές εικόνες της Παναγίας έχει η Μονή όπως είναι της Οδηγητρίας, της Βηματάρισσας, της Αντιφωνήτριας, της Παραμυθίας, της Παντάνασσας, της Ελαιοβρύτισσας και της Εσφαγμένης.

Βιβλιοθήκη

Η βιβλιοθήκη της Μονής Βατοπεδίου και το αρχείο της μονής Βατοπεδίου στεγάζεται σε ένα απο τους αμυντικούς πύργους της μονής. Περιέχει 2050 χειρόγραφα, από τα οποία το ένα τρίτο είναι γραμμένα σε περγαμηνή. Διαθέτει επίσης 25 περγαμηνά ειλητάρια. Εκεί φυλάγονται μέρος από τα 40000 έντυπα, από τα οποία πολλά είναι αρχέτυπα και παλαιότυπα. Το αρχείο της Μονής περιλαμβάνει τριακόσιες δέκα χιλιάδες έγγραφα.

Εξαρτήματα

Η Μμονή Βατοπεδίου έχει δύο Σκήτες: τη Σκήτη Αγίου Δημητρίου και τη Σκήτη Αγίου Ανδρέα. Έχει επίσης είκοσι έξι Κελλιά και ένδεκα καθίσματα. Στην περιοχή της Κολλιτσούς βρίσκονται οκτώ Κελλιά. Δύο Κελιά είναι στη περιοχή Γυφτάδικα και δύο στις Καρυές.

Η Σκήτη του Αγίου απέχει γύρω στην 1 ώρα νοτιοδυτικά της μονής. Το καθολικό της είναι αφιερωμένο στον Άγιο Δημήτριο. Είναι σε μορφή οικισμού.Στην θέση της Σκήτης ήταν πιθανότατα η παλαιά μονή του Χαλκέως. Οργανώθηκε σαν Σκήτη το 18ο αιώνα. Οι Καλύβες της Σκήτης του Αγίου Δημητρίου είναι είκοσι μία. Οι περισσότερες από αυτές είναι σήμερα ερειπωμένες.

 

Μοναστική δύναμη

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 105-110 άτομα.

 

Τοποθεσία

Η Μονή απέχει 2:30 ώρες από τη Μονή Παντοκράτορος και 4:30 ώρες από την Μονή Εσφιγμένου.

 

Άξια ενδιαφέροντος

Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες τα μοναδικά αγειορίτικα ψηφιδωτά (11ος αιώνας) και τις τοιχογραφίες της Μακεδονικής Σχολής (1312), που βρίσκονται στο καθολικό της Μονής, το ιερό σκευοφυλάκιο, το μουσείο της Μονής καθώς και το αρχαιότερο καμπαναριό του Αγίου Όρους, με ρολόι όπου οι ώρες σημαίνονται με μηχανισμό από μορφή ανθρώπου που κρατά σφύρα.

 

Ονομασία της Μονής

Σύμφωνα με όσα αναγράφονται στον ιστοχώρο της Μονής, το όνομα της Μονής ορθογραφείται και με “ε” (Βατοπεδίου) και με “αι” (Βατοπαιδίου) από τις πρώτες ιστορικές μαρτυρίες που αφορούν το Άγιο Όρος.

Η Ιερά Μονή Ιβήρων είναι 3η στην τάξη των Αγιορείτικων Μονών, ελληνική, κοινοβιακή και γιορτάζει στην Κοίμηση της Παναγίας.

 

Θέση

Η Μονή Ιβήρων βρίσκεται στην βορειοανατολική πλευρά της αθωνικής χερσονήσου επάνω σε μικρό όρμο. Ιδρύθηκε τον 8ο αιώνα ως Μονή του Κλήμεντος. Το 980 ο εξ Ιβηρίας (σημερινής Γεωργίας), επιφανέστατος στη βασιλική αυλή της Ιβηρίας, μοναχός Ιωάννης Τουρνίκιος, με ομάδα Γεωργιανών-Ιβήρων-μοναχών, προερχόμενη από τη Μεγίστη Λαύρα, την επέκτειναν και τη διαμόρφωσαν σε λαύρα.

 

Ιστορία

Μετά το 1010 έλαβε τη σημερινή της ονομασία προς τιμήν των κτητόρων της. Κατά το 10ο και 11ο αιώνα προσαρτήθηκαν σ’ αυτήν πολλά μονύδρια, όπως του Kολοβού, του Προφήτου Ηλία, του Σισίκου και άλλες. Καταστράφηκε πολλές φορές από πειρατές, κυρίως από Φράγκους το 1259. Κατά τις αρχές του δέκατου πέμπτου αιώνα, η Μονή Ιβήρων βρέθηκε σε πλήρες οικονομικό αδιέξοδο. Ανέκαμψε όμως πολύ γρήγορα και στο τέλος του ίδιου του αιώνα βρέθηκε με πολύ περισσότερους Έλληνες μοναχούς έτσι ώστε και κατέστει αυτή Ελληνική. Στην συνέχεια μετά από ενισχύσεις Γεωργιανών και Ρουμάνων ηγεμόνων, αλλά και Οικουμενικών Πατριαρχών περνώντας νέα περίοδο ακμής κατά τον 18ο αιώνα ήταν ήδη πλουσιώτατη. Το 1865 αποτεφρώθηκε σχεδόν ολόκληρη η Μονή διασωθέντων μόνο του Καθολικού και της Βιβλιοθήκης. Γρήγορα όμως ανακαινίσθηκε. Η μονή Ιβήρων προσέφερε πολλά στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1821.

 

Η Μονή

Σαν μοναστηριακό συγκρότημα είναι μεγάλο και επιβλητικό. Η είσοδος της Μονής Iβήρων με το διαβατικό, είναι στη βορεινή πλευρά. Στο ανατολικό τμήμα της αυλής είναι το Kαθολικό. Απέναντί του, το μεγάλο κωδωνοστάσιο και στη συνέχεια η τράπεζα από τη μία πλευρά και το κτήριο της βιβλιοθήκης από την άλλη. Tα κτήρια της αυλής περιβάλλονται από τις πτέρυγες που σχηματίζουν τετράπλευρο, όπου υπάρχουν κατά ζώνες τα κελιά των μοναχών, οι χώροι διοικήσεως της μονής, o πύργοs, το αρχονταρίκι, το νέο σκευοφυλάκιο-εικονοφυλάκιο-βιβλιοθήκη- συνοδικό και άλλοι βοηθητικοί χώροι.

Η Μονή Ιβήρων έχει 35 μοναχούς και 27 εξαρτήματα. Μετατράπηκε σε Κοινοβιακή με σιγίλλιο του Οικουμενικού Πατριάρχη Δημητρίου του Α’.

Η Μονή Ιβήρων έχει 16 παρεκκλήσια. Στο Καθολικό βρίσκονται δύο παρεκκλήσια με τοιχογραφίες, του Aγίου Nικολάου και των Aγίων Aρχαγγέλων. Εκεί φυλάσσονται τα λείψανα 165 αγίων και τμήματα από τα όργανα που χρησιμοποιήθηκαν κατά την σταύρωση του Xριστού. Δίπλα στην παλιά είσοδο της μονής βρίσκεται το παρεκκλήσι της Παναγίας της Πορταΐτισσας με την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας. Oι τοιχογραφίες του νάρθηκά της είναι του 1774 και απεικονίζουν σοφούς και βασιλείς της αρχαιότητας.Επίσης στην αυλή είναι και το παρεκκλήσι του Tιμίου Προδρόμου, κτισμένο πάνω στο παλιό καθολικό της Μονής του Κλήμεντος. Η σημερινή μορφή του χρονολογείται το 1710. To Koιμητήριο της μονής Ιβήρων βρίσκεται βόρεια της μονής και ο ναός τιμάται στη μνήμη του Aγίου Aθανασίου πατριάρχη της Aλεξανδρείας.

 

Σκευοφυλάκιο Μονής

To Σκευοφυλάκιο της μονής Ιβήρων στεγάζεται μαζί με τη βιβλιοθήκη στο αυτοτελές κτίριο που βρίσκεται απέναντι από το Καθολικό. Θεωρείται από τα αξιολογότερα του Αγίου Όρους.Φυλάγονται ανεκτίμητοι θησαυροί, χρυσοκέντιτα άμφια , εκκλησιαστικά σκεύη, σταυροί, δισκοπότηρα, εγκόλπια, μίτρες, η αρχιερατική στολή του Πατριάρχη Διονυσίου του Δ’, ο μανδύας του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε’, αυτοκρατορικός σάκος του 15ου αιώνα και άλλα ιερά αντικείμενα και κειμήλια. Επίσης φυλάσσονται αυτοκρατορικά και πατριαρχικά έγγραφα, μεταξύ των οποίων τα χρυσόβουλα των αυτοκρατόρων Μιχαήλ Β΄ Παλαιολόγου και Ιωάννου Στ΄ Καντακουζηνού.

 

Βιβλιοθήκη Μονής

Η βιβλιοθήκη της Μονής Ιβήρων είναι καλά οργανωμένη και πλoύσια σε περιεχόμενο. Περιέχει περισσότερα από είκοσι χιλιάδες έντυπα, από τα οποία 33 είναι αρχέτυπα και 11000 παλαίτυπα βιβλία. Επίσης, περιλαμβάνει περισσότερα από 2300 χειρόγραφους κώδικες καθώς και 14 λειτουργικά ειλητάρια. Από τους κώδικες διακόσιοι είκοσι τρεις, στην ελληνική και γεωργιανή γλώσσα, είναι περγαμηνοί. Οι υπόλοιποι είναι βομβύκινοι και χάρτινοι 68 ελληνικά χειρόγραφα και ένα σλαβικό είναι εικονογραφημένα. Στο νέο διόροφο κτίσμα της νότιας πλευράς της μονής Ιβήρων διαμορφώθηκε ειδικός χώρος για τη βιβλιοθήκη.

 

Υπαγωγές

Η Μονή Ιβήρων έχει εξαρτήματά της την Σκήτη Τιμίου Προδρόμου Ιβήρων, επονομαζόμενη και Ιβηρήτικη, δέκα Καθίσματα και είκοσι έξι Κελλιά. Δέκα κελλιά είναι στον οικισμό των Καρυών, δέκα τρία βρίσκονται προς την κατεύθυνση των Καρυών και τα υπόλοιπα τρία προς την Μονή Φιλοθέου. Tο Κελλί του Aγίου Δημητρίου στις Kαρυές χρησιμοποιείται ως αντιπροσωπείο. Το σύνολο των κελλιωτών μοναχών της μονής είναι είκοσι επτά και οι περισσότεροι ασχολούνται κυρίως με γεωργικές καλλιέργειες.

Η Μονή απέχει περίπου 1:15 ώρα από τις Καρυές, 1 ώρα από τη Μονή Σταυρονικήτα μέσα από ένα υπέροχο μονοπάτι, όταν αυτό είναι ανοιχτό από τις καιρικές συνθήκες, 1 ώρα από τη Μονή Φιλοθέου (τα πρώτα 30 λεπτά σε δασικό δρόμο και τα υπόλοιπα 30 σε όμορφο μονοπάτι) και 1:30 ώρα από τη Μονή Καρακάλλου σε δασικό δρόμο.

Η Μονή Χιλανδαρίου είναι 4η στην ιεραρχία των Αγιορείτικων Μονών. Βρίσκεται μέσα στο βουνό, στη βορειανατολική πλευρά. Είναι Σερβική Μονή.

Ιστορία

Το όνομα της προήλθε κατά πάσα πιθανότατα από το Γεώργιο Χιλανδάριο, ιδρυτή και κτήτορα της Μονής. Το 1198 ο αυτοκράτορας Αλέξιος Γ’ ο Άγγελος έθεσε την εγκαταλειμμένη μονή στην εξουσία του Στέφανου Νεμάνια, ηγεμόνα (“μεγάλου ζουπάνου”) της Σερβίας και του Ράστκο δευτερότοκου γιού του, ως αιώνιο δώρο στους Σέρβους. Ο δεύτερος, προηγουμένως, είχε εγκαταλείψει τα εγκόσμια, έφτασε στον Άθω και εκάρει ως μοναχός Σάββας. Τον ακολούθησε στη συνέχεια ο ηγεμόνας πατέρας του που έλαβε το όνομα Συμεών. Αυτοί ανήγειραν τη μονή, σε περιοχή που παραχωρήθηκε από τη Μονή Βατοπεδίου, πράξη που επικύρωσε με αυτοκρατορικό χρυσόβουλο ο Αυτοκράτορας Αλέξιος Γ’ το 1198. Η Μονή πλουτίσθηκε στη συνέχεια με αμύθητους θησαυρούς και κατέληξε να γίνει πνευματικό και θρησκευτικό κέντρο του σερβικού λαού του, από τον 13ο αιώνα.

Στις 4 Μαρτίου 2004 η Μονή υπέστη μεγάλη πυρκαϊά, η οποία κατέκαψε σχεδόν το ήμισυ του κτιριακού συγκροτήματος.

Καθολικό, Παρεκκλήσια

Το Καθολικό της Μονής Χιλανδαρίου, που κτίσθηκε γύρω στο 1293, είναι αφιερωμένο στα Εισόδια της Θεοτόκου αποτελεί ένα από τους κομψότερους ναούς του Αγίου Όρους. Από το αρχικό, διατηρείται το θαυμάσιο δάπεδο από λευκό μάρμαρο μ’ ένα μεγάλο σταυρό στη μέση, περιβαλλόμενο από ψηφιδωτές ταινίες διαφόρων πετρωμάτων. Η τοιχογράφησή του συνδέεται με τη Μακεδονική σχολή και είναι των ζωγράφων Ευτυχίου και Μιχαήλ. Θα πρέπει να έγινε γύρω στα 1313. Αξιόλογο είναι επίσης το ξυλόγλυπτο τέμπλο του 1774. Εδώ ακόμα βρίσκεται ο αρχικός τάφος του Αγίου Συμεών και πάνω από αυτόν βρίσκεται η επάργυρη σαρκοφάγος από το 1973. Η παλαιά ξύλινη σαρκοφάγος βρίσκεται στο σκευοφυλάκειο της μονής. Στην ανατολική γωνία του περιβόλου της μονής Χιλανδαρίου και μπροστά από τον πύργο του Αγίου Σάββα , βρίσκεται το παρεκκλήσι των Αρχαγγέλλων. Στις πτέρυγες της μονής υπάρχουν άλλα ένδεκα παρεκκλήσια. Τα εννέα από αυτά είναι αγιογραφημένα, με τοιχογραφίες του 13ου μέχρι και του 18ου αιώνα. Από τα μη τοιχογραφημένα, των Αγίων Τεσσαράκοντα, έχει αξιόλογες φορητές εικόνες και ένα βημόθυρο του 1623. Το παρεκκλήσι του Αγίου Συμεών εγκαινιάστηκε πρόσφατα στο ομώνυμο κελί του. Βρίσκεται δίπλα στο καμπαναριό και πάνω από το ιστορικό πηγάδι της μονής. Έξω από τον περίβολο της μονής βρίσκονται δύο παρεκκλήσια. Εκείνο του κοιμητηρίου της μονής και στον κήπο το παρεκκλήσι του Αγίου Τρύφωνα. Ο κοιμητηριακός ναός είναι του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.

Εξαρτήματα

Η Μονή Χιλανδαρίου έχει εξαρτήματά της είκοσι έξι κελιά, από τα οποία δύο κοντά στο μοναστήρι και τα υπόλοιπα στις Καρυές. Από τα κελιά αυτά, είναι κατοικήσιμα τα ένδεκα. Κοντά στη Μονή βρίσκεται το κελί της Αγίας Τριάδος. Ιδιαίτερα αξιόλογο είναι επίσης το κελί της Μολυβοκκλησιάς, μισή ώρα βορειοδυτικά των Καρυών, με σπουδαίες τοιχογραφίες Κρητικής σχολής και πολύ αξιόλογο ξυλόγλυπτο τέμπλο του 17ου αιώνα στον ναό του Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Εξάρτημά της είναι και το ιστορικό Κάθισμα του Αγίου Βασιλείου πρώην μονύδριο, σε απόσταση 2,5 χιλιομέτρων από την μονή. Βρίσκεται στον αρσανά της μονής προς την πλευρά του Θρακικού πελάγους.

Στις Καρυές η Μονή Χιλανδαρίου έχει το ιστορικώτερο, ίσως, Ησυχαστήριο του Αγίου Όρους. Καλείται Τυπικαρειό, όπου ο Άγιος Σάββας, σύμφωνα με την παράδοση, έφερε από την Παλαιστίνη τη σωζόμενη ακόμα και σήμερα εικόνα της Θεοτόκου. Λειτουργεί με το δικό του τυπικό από το 1199, που προσδιορίζει και τις προϋποθέσεις μοναχικής διαβίωσης αλλά και τις σχέσεις με την κυρίαρχη μονή.

Τοποθεσία

Η Μονή Χιλανδαρίου είναι χτισμένη σε απόσταση, περίπου, πέντε χιλιομέτρων από τον αρσανά της, το λιμανάκι της, σε μία καταπράσινη κοιλάδα στα βορειοανατολικά του Άθω. Προστατεύεται από τις στρογγυλεμένες κορυφές των λόφων που ανεβαίνουν μαλακά από τη θαλασσοδαρμένη ανατολική ακτή της χερσονήσου προς τη Δύση, προς την οροσειρά της χερσονήσου. Απέχει 2,30 ώρες από τη Μονή Ζωγράφου και 1,30 από τη Μονή Εσφιγμένου.

Μοναστική δύναμη

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 70 άτομα.

Άξια ενδιαφέροντος

Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες τις τοιχογραφίες της μακεδονικής σχολής που βρίσκονται στο καθολικό, στη τράπεζα και στο παρεκκλήσιο του Αγίου Γεωργίου,την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Τριχερούσας, καθώς και τον κοιμητηριακό ναό. Επίσης την ιστορική βιβλιοθήκη της Μονής, το ιερό σκευοφυλάκιο, όπως και το πλούσιο εικονοφυλάκιο.

Η Μονή Διονυσίου είναι 5η στην ιεραρχία των Αγιορείτικων Μονών.

 

Τοποθεσία

Βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλευρά της χερσονήσου μεταξύ των μονών Γρηγορίου και Αγίου Παύλου. Είναι κτισμένη σε απόκρημνο παραθαλάσσιο βράχο ύψους 80 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας, δίπλα στο λεγόμενο “αεροπόταμο” (μεγάλη κατεβασιά), σε μορφή πυργωτού κάστρου.

 

Ιστορία

Ιδρύθηκε μετά τα μέσα του 14ου αιώνα από τον όσιο Διονύσιο, από την Κορησσό Καστοριάς. Την ουσιαστική βοήθεια για την αποπεράτωσή της έδωσε ο Αυτοκράτορας της Τραπεζούντας, Αλέξιος Γ’ Μέγας Κομνηνός. Μετά την άλωση (1453) ευεργέτησαν τη μονή πολλοί ηγεμόνες της Μολδοβλαχίας.

 

Κτήρια

Tο Kαθολικό της μονής Διονυσίου, τιμώμενο στο όνομα του Γενεσίου του Προδρόμου, οικοδομήθηκε λίγο πριν από τα μέσα του 16ου αιώνα (1537 – 1547) επί ηγουμενίας Mατθαίου. H Μονή Διονυσίου έχει δεκατέσσερα παρεκκλήσια. Στο Καθολικό της μονής και αριστερά της λιτής βρίσκεται το θολωτό παρεκκλήσιο της Παναγίας του Aκαθίστου, με τοιχογραφίες του ζωγράφου Mακαρίου του 1615, όπου φυλάσσεται η ομώνυμη εικόνα της Παναγίας, έργο του Eυαγγελιστή Λουκά, φτιαγμένη από κηρομαστίχα. Αυτές επιζωγραφήθηκαν το 1890 από τον Mιχαήλ Kαισαρέα. Στον περίβολο της μονής βρίσκονται επτά παρεκκλήσια του Aγίου Nήφωνα, του Aγίου Γεωργίου, των Aρχαγγέλων, του Aγίου Iωάννου του Θεολόγου, με τοιχογραφίες στο νάρθηκα του 1608 των μοναχών Δανιήλ και Μερκουρίου. Επίσης τα παρεκκλήσια του Aγίου Nικολάου και του Aγίου Iωάννου του Xρυσοστόμου με τοιχογραφίες του 1795. Τέλος, έξω από τη μονή Διονυσίου βρίσκονται έξι παρεκκλήσια μεταξύ των οποίων, των δώδεκα Aποστόλων και το παρεκκλήσι των Aγίων Πάντων με τοιχογραφίες του 1627 από τον μοναχό Mερκούριο. Στο Κοιμητήριο της μονής βρίσκεται ο τάφος του Αγίου Νήφωνα, μοναχού της μονής, Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης και αργότερα Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης.

 

Εξαρτήματα

H Μονή Διονυσίου διαθέτει επτά εξαρτηματικά κελιά και το αντιπροσωπείο της στις Καρυές, του Aγίου Στεφάνου. Τα πέντε από τα επτά κελιά της μονής Διονυσίου βρίσκονται τις Καρυές, μεταξύ των οποίων το κελί Γεννέσιο της Θεοτόκου, στην πλατεία του Πρωτάτου. Στις παρυφές της πολίχνης των Καρυών βρίσκεται το ιστορικό κελί Ευαγγελισμός της Θεοτόκου του 15ου αιώνα. Στα κελιά της διαμένουν συνολικά δέκα οκτώ μοναχοί. Επίσης έχει εξάρτημά της ένα Κάθισμα κοντά στην μονή. Σε μικρή απόσταση από τη μονή Διονυσίου, βρίσκεται το κάθισμα των Αγίων Αποστόλων, στο οποίο κατοικούσε ο μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης.

 

Μοναστική δύναμη

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 55 άτομα.

 

Άξια ενδιαφέροντος

Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες τις τοιχογραφίες του καθολικού, 1547, καθώς και τις τοιχογραφίες με τις περίφημες παραστάσεις από την Αποκάλυψη που βρίσκονται στον διάδρομο έξω από την τράπεζα όπως και το ιερό σκευοφυλάκιο και την πλούσια ιστορική βιβλιοθήκη της Μονής.

Ελληνική κοινοβιακή Μονή του Αγίου Όρους, 6η κατά ιεραρχική τάξη. Φέρεται επίσης και με το όνομα Ιερά Μονή Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, στην οποία είναι αφιερωμένο το καθολικό της, το οποίο είναι θεμελιωμένο πάνω σε κορμούς δέντρων εξαιτίας της αστάθειας του εδάφους και είναι μολυβδοσκέπαστο. Κατ΄ αρχή ήταν κοινοβιακή, άγνωστο δε πότε κατέστη ιδιόρρυθμος εκ της οποίας επανήλθε στον κοινοβιακό χαρακτήρα.

 

Το Τοιχογραφήθηκε το 1540, πλην του νάρθηκα, ο οποίος τοιχογραφήθηκε το 1774. Στην αριστερή μεριά της λιτής του καθολικού -με την οποία επικοινωνεί με πορτούλα βρίσκεται το παρεκκλήσι της Παναγίας της Φοβερής Προστασίας, όπου και η θαυματουργός εικόνα.

 

Κτίσθηκε επί Αυτοκράτορα Αλέξιου Α’ Κομνηνού περί τη λήξη του ΙΑ’ αιώνα. Το δε όνομα δόθηκε από τον σελτζουκικής καταγωγής Κουτλουμούς (που έκτισε ή αφιέρωσε ή διέμεινε). Το 1287 παραχωρήθηκε στη μονή, η ερειπωμένη Μονή Σταυρονικήτα. Στις αρχές του 14ου αιώνα καταστράφηκε από τους Καταλανούς. Τον 15ο αιώνα ήταν σχεδόν άσημος. Στην συνέχεια επί ηγουμενίας Χαρίτωνος του Ιμβρίου και με την συμπαράσταση ηγεμόνων των Βαλκανίων γνωρίζει μεγάλη ακμή. Στο τέλος του ίδιου αιώνα με Πατριαρχικό σιγίλλιο η μονή ανακηρύσσεται σε Πατριαρχική και σταυροπηγιακή.

 

Στις αρχές του 15ου αιώνα γίνεται προσάρτηση της παρακείμενης ιστορικής μονής του Αλυπίου. Μεγάλες δοκιμασίες περνά η μονή όταν καταστρέφονται από πυρκαγιές τμήματά της στα τέλη του 15ου, 18ου, 19ου αλλά ακόμη και 20ου αιώνα. Με διάφορες όμως ενισχύσεις ανασυγκροτήθηκε. Αλλά και εκτός Αγίου Όρους έχει αρκετά μετόχια. Από το 1856 έως σήμερα ακολουθεί τον κοινοβιακό τρόπο ζωής. Η βιβλιοθήκη της μονής έχει περίπου 756 χειρόγραφα.

 

Η Μονή Κουτλουμουσίου έχει δέκα παρεκκλήσια. Μέσα στη μονή βρίσκονται σε διάφορα σημεία της επτά από αυτά. Στο Καθολικό αριστερά της Λιτής είναι το παρεκκλήσι της «φοβεράς προστασίας» που κτίστηκε το 1733. Εκεί βρίσκεται η θαυματουργή εικόνα η Παναγία η Φοβερά Προστασία. Στο ηγουμενείο είναι το παρεκκλήσι της Αγίας Ναταλίας που είναι αγιογραφημένο. Τα υπόλοιπα βρίσκονται στις πτέρυγες της μονής.

 

Έξω από την Μονή Κουτλουμουσίου υπάρχει το παλαιό κοιμητήριο με το ναό των Αρχαγγέλων του 17ου αιώνα και το νεότερο του Αγίου Νικολάου του 1711 μαζί με κτίσμα που αποτελεί και Κάθισμα της μονής. Η μονή Κουτλουμουσίου έχει δέκα οκτώ κελιά. Ορισμένα βρίσκονται νοτιότερα της μονής. Ιστορικότερα είναι το κελί του Αλυπίου, το οποίο ήταν μονή μέχρι τις αρχές του 15ου αιώνα, και το κελί Αγίου Νικολάου που μνημονεύεται και στο πρώτο τυπικό του Αγίου Όρους, σαν μονή της Γαλαιάγρας. Τα υπόλοιπα βρίσκονται στις Καρυές. Μεταξύ τους το κελί Τιμίου Προδρόμου που μόνασε ο περίφημος αγιογράφος του 18ου αιώνα Διονύσιος από τον Φουρνά. Εκεί έγραψε το βιβλίο Ερμηνεία της Ζωγραφικής Τέχνης και ανακαίνισε και αγιογράφησε το 1711 τον ναό του κελιού. Πέντε Καθίσματα βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή της μονής Κουτλουμουσίου. Κοντά της είναι τα τέσσερα από αυτά. Κατοικούνται τα τρία. Η Μονή Κουτλουμουσίου έχει τέσσερα Ησυχαστήρια που βρίσκονται στην περιοχή της Καψάλας. Oι γέροντες ασχολούνται με την γεωργία και με εργόχειρο.

 

Στη Μονή αυτή υπάγεται και η “σκήτη του Κουτλουμουσίου” που φέρει το όνομα Σκήτη Αγίου Παντελεήμονος, μισή ώρα απόσταση πεζή από την κυρίαρχη μονή, ακολουθώντας ένα εξαιρετικού κάλλους μοναστήρι. Το Κυριακό της σκήτης είναι αφιερωμένο στον Άγιο Παντελεήμονα. Σε κελί της σκήτης ασκήτεψε επί μακρόν έως το θάνατο του ο μακαριστός Γέρων Παΐσιος, στην περιοχή της Παναγούδας.

 

Τοποθεσία

Η Μονή βρίσκεται σε απόσταση 500 περίπου μέτρων από την Πρωτεύουσα του Αγίου Όρους τις Καρυές. Ο χρόνος βαδίσματος είναι δέκα περίπου λεπτά με αφετηρία το Πρωτάτο (Άξιον Εστί), μέσω λιθόστρωτού δρόμου, που περνά μπροστά από το κτίριο της Αστυνομίας, τον μοναδικό φούρνο του Αγίου Όρους και καταλήγει σε καγκελόπορτα που φαινομενικά είναι κλειστή. Για να εισέλθετε απλά σπρώξτε και η πόρτα, που λειτουργεί με αντίβαρα, θα ανοίξει.

Σε απόσταση μιάμισης ώρας βορειανατολικά της μονής βρίσκεται η Μονή Παντοκράτορος, μιάς ώρας ανατολικά η Μονή Σταυρονικήτα και μιάμισης ώρας νοτιοανατολικά η Μονή Ιβήρων ενώ στο δρόμο θα συναντήσετε την Σκήτη Κουτλουμουσίου και το Κελί Παναγούδα. Σε απόσταση μίας ώρας βορειανατολικά βρίσκεται και η Σκήτη του Προφήτη Ηλία.

Η Μονή Παντοκράτορος είναι ελληνική και η τελευταία στην ιεραρχία του Αγίου Όρους. Έχει μορφή οχυρωμένου μεσαιωνικού κάστρου. Μέχρι τα μέσα του ΙΖ’ αιώνα ήταν κοινόβιος και αργότερα «ιδιόρυθμη». Και το 1993 από ιδιόρρυθμη, κοινοβιακή, όταν εισήλθε στη μονή νέα αδελφότητα προερχόμενη από τη Μονή Ξενοφώντος. Πρώτος ηγούμενος της κοινοβιακής μονής ήταν ο αρχιμανδρίτης Βησσαρίων, ο οποίος πέθανε σε ηλικία 47 ετών από καρκίνο. Μετά το θάνατο του, επακολούθησε διαμάχη στη μονή και πολλοί μοναχοί της αδελφότητος αποχώρησαν και πήγαν σε άλλα μοναστήρια καθώς διαφωνούσαν με την εκλογή του νέου ηγουμένου, γέροντα Γαβριήλ. Η Μονή είναι 7η στην τάξη των Αγιορείτικων Μοναστηριών και είναι παραθαλάσσια. Το καθολικό της είναι αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος. Κατέχει ως μέγα θησαύρισμα τη θαυματουργό εικόνα της Παναγίας της Γερόντισσας. Στη βόρεια μεριά της λιτής βρίσκεται και το παρεκκλήσι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

 

Ιστορία

Ιδρύθηκε στα μέσα του 14ου αιώνα από τους βυζαντινούς, πλην όμως Ενετούς πολίτες, αξιωματούχους κατά σάρκα αδελφούς Αλέξιο στρατοπεδάρχη και Ιωάννη πριμικήριο. Οι τάφοι των κτιτόρων βρίσκονται στην λιτή του καθολικού. Στην εδραίωση και ενίσχυση της μονής συνέβαλαν οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου Ιωάννης Ε’ ο Παλαιολόγος και Μανουήλ Β’ ο Παλαιολόγος. Περί το τέλος της ΙΔ’ εκατονταετηρίδας πυρπολήθηκε και καταστράφηκε. Επανιδρύθηκε όμως τάχιστα. Το αρχικό εμβαδόν της Μονής διπλασιάστηκε μετά από χορηγίες Ρουμάνων Ηγεμόνων, (16ος αιώνας). Αρκετά μονύδρια της εποχής εκείνης όπως του Ραβδούχου, του Φαλακρού, του Αγίου Δημητρίου, του Αυξεντίου, προσαρτήθηκαν στην νεοσύστατη μονή Παντοκράτορος. Την οικονομική κρίση που δέχθηκε εξ΄ αιτίας των κατακτήσεων του Όρους από τους Τούρκους την αντιμετώπισε με την βοήθεια των ελληνικής καταγωγής ηγεμόνων παραδουναβίων περιοχών, Φαναριωτών, της Αυτοκράτειρας Αικατερίνης B’ της Ρωσίας και ευσεβών Χριστιανών.

 

Κτίρια Μοναστηριού

H Μονή Παντοκράτορος διαθέτει οκτώ παρεκκλήσια εντός του μοναστηριακού της συγκροτήματος και επτά εκτός απο αυτό. Ξεχωρίζει αυτό της Κοίμησης της Θεοτόκου που βρίσκεται στη λητή με τοιχογραφίες κρητικής τεχνοτροπίας του 1538, επιζωγραφισμένες, όμως, το 1868. Κοντά στην είσοδο της μονής βρίσκεται το παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου τοιχογραφημένο από τον 18ο αιώνα. Στην δυτική πτέρυγα , στη θέση του παλιού πύργου, βρίσκεται το παρεκκλήσι του Τιμίου Προδρόμου. Το παρεκκλήσι είναι ιστορημένο με τοιχογραφίες 18ου αιώνα. Στο τελευταίο όροφο του μεγάλου πύργου της μονής βρίσκεται το παρεκκλήσι της Αναλήψεως, ενώ στο δεύτερο πύργο της πάνω από την είσοδο βρίσκεται το παρεκκλήσι του Αγίου Παντελεήμονος.

 

Εξαρτήματα

H Μονή Παντοκράτορος διαθέτει δύο κοιμητηριακούς ναούς. Ο παλιός βρίσκεται στο χείλος απότομων βράχων νοτιοανατολικά της μονής και τιμάται στη μνήμη του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη. Ο νεότερος είναι των Αγίων Αναργύρων, κτισμένος το 1771 αποτελεί το ναό ενός πρώην Καθίσματος. Ενδιαφέρον ιδιαίτερο παρουσιάζει το εικονοφυλάκιο της μονής. Σε απόσταση μισής ώρας δυτικά είναι η Σκήτη του Προφήτη Ηλία, η οποία υπάγεται στη μονή. Η Μονή Παντοκράτορος έχει και δέκα πέντε κελιά. Πέντε από αυτά βρίσκονται μέσα στα όρια των Καρυών. Τα υπόλοιπα είναι στην ευρύτερη περιοχή της μονής.

Το ιστορικότερο κελί είναι το πρώην μονύδριο του Ραβδούχου, το οποίο στα τέλη του 12ου αιώνα είχε την 14η θέση στην ιεραρχία των εικοσιπέντε μονών της εποχής εκείνης. Διατηρεί υπολείμματα τοιχογραφιών του 12ου αιώνα με τις ολόσωμες παραστάσεις των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Σημαντικότατο εξάρτημα της μονής είναι και το κελί Άξιον Εστίν, όπου παλαιότερα εφυλάσσετο η ομώνυμη εικόνα, που βρίσκεται πλέον στο ναό του Πρωτάτου. Στη περιοχή της Καψάλας, στον ομώνυμο ασκητικό οικισμό, υπάρχουν πενήντα καλύβες της Μονής Παντοκράτορος. Στα κελιά οι γέροντες ασχολούνται με εργόχειρο, ξυλογλυπτική αλλά και με γεωργικές εργασίες. Η Μονή Παντοκράτορος έχει τέσσερα Καθίσματα στη περιοχή γύρω από το μοναστήρι. Αυτά είναι το Κάθισμα των Αγίων Αποστόλων, του Αγίου Τρύφωνα στο κηπόσπιτο, των Αγίων Aναργύρω,ν που αποτελεί και το κοιμητηριακό ναό και το Κάθισμα Πέτρου και Ονουφρίου, όπου ασκήτεψε τον 16ο αιώνα ο Άγιος Θεωνάς Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης.

 

Μοναστική δύναμη

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 70-80 άτομα.

 

Τοποθεσία

Σε απόσταση μίας ώρας νότια βρίσκεται η Μονή Σταυρονικήτα. Το μονοπάτι είναι εξαιρετικού κάλλους. Σε απόσταση μιάμισης ώρας νοτιοδυτικά βρίσκεται η Μονή Κουτλουμουσίου και οι Καρυές, ενώ στα βόρεια βρίσκεται η Μονή Βατοπεδίου, σε απόσταση 2:30 ωρών σε ένα αρκετά δύσκολο μονοπάτι.

 

Άξια ενδιαφέροντος

Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες, στο καθολικό, την ολόσωμη εικόνα της Παναγίας της Γερόντισσας, καθώς επίσης και στον πύργο της Μονής το ιερό σκευοφυλάκιο με τις περίφημες εικόνες του 14ου αιώνα.

Η Μονή Ξηροποτάμου είναι 8η στην ιεραρχία των Αγιορείτικων Μονών.

 

Ιστορία

Ιδρύθηκε από τον μοναχό Παύλο Ξηροποταμινό που μόνασε την εποχή του Οσίου Αθανασίου τον Αθωνίτη, (τέλη του 10ου αιώνα). Η δε ακμή της οφείλεται στους Παλαιολόγους. Στη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κατά τον 16ο αιώνα στη Μονή αυτή στάθηκε μέγας ευεργέτης ο Σουλτάνος Σελίμ Β΄, που τη νίκη του εναντίον των Μαμελούκων της Τυνησίας, κατόπιν θαυματουργού εμφάνισης σαράντα πολεμιστών, την απέδωσε στους Αγίους τεσσαράκοντα μάρτυρες, προστάτες της Μονής.

Το καθολικό της είναι αφιερωμένο στους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες. Μεταξύ των κειμηλίων που φυλάσσονται στο Καθολικό συμπεριλαμβάνεται το μεγαλύτερο τεμάχιο Tιμίου Ξύλου που υπάρχει στο κόσμο (Έχει μήκος 31 εκατοστά, πλάτος 16 και πάχος 25 εκατοστά. Κατά μία παράδοση είναι δώρο του αυτοκράτορα Pωμανού A’, ενώ κατά μία άλλη αποτελεί αφιέρωμα της Αυτοκράτειρας Πουλχερίας), άλλα μικρότερα τεμάχια του ίδιου ξύλου, λειψανοθήκη με οστά των Aγίων Σαράντα και άλλες με λείψανα αγίων. H μονή διαθέτει πολλά και αξιόλογα κειμήλια. Φυλάσσεται επίσης μέρος από τα δώρα των Mάγων που προσκύνησαν τη γέννηση του Χριστού, τμήμα από τον Aκάνθινο Στέφανο, το Σπόγγο και τη Xλαμύδα. Σε λειψανοθήκες, βρίσκονται τα λείψανα εξηνταενός Aγίων Η Μονή Ξηροποτάμου έχει συνολικά εντός και εκτός του μοναστηριακού της συγκροτήματος 16 παρεκκλήσια. Μέσα είναι επτά από τα οποία τα 5 είναι αγιογραφημένα. Στο Καθολικό αμφίπλευρα της λιτής υπάρχουν δύο αγιογραφημένα παρεκκλήσια των Αρχαγγέλων και των Aγίων Kωνσταντίνου και Eλένης. Από αυτά, που βρίσκονται στις πτέρυγες της μονής, τοιχογραφημένο είναι εκείνο της Υψώσεως του Tιμίου Σταυρού στη νοτιοδυτική γωνία. Τα υπόλοιπα φέρουν μόνον φορητές εικόνες και είναι του Προδρόμου και των Eισοδίων της Θεοτόκου στη δυτική πτέρυγα, και του Aγίου Θεοδοσίου και του Aγίου Γεωργίου στην ανατολική πτέρυγα της μονής. Έξω από τη μονή βρίσκονται τα άλλα εννέα παρεκκλήσια. Το κοιμητήριο της μονής Ξηροποτάμου είναι αφιερωμένο στους Άγιους Πάντες.

 

Τοποθεσία

Βρίσκεται επί της δυτικής πλευράς της χερσονήσου, πάνω από τη Δάφνη. Χρόνος βαδίσματος: Δάφνη – Ξηροποτάμου περίπου 45 λεπτά / Ξηροποτάμου Δάφνη 30 λεπτά. Όταν κινείσαι προς το Λιμάνι της Δάφνης η μισή διαδρομή είναι από μονοπάτι που ξεκινά από το πίσω μέρος του μονοστηρίου (από το Κυπαρρίση – Κοιμητήριο) και η άλλη μισή λιθόστρωτος δρόμος. Το μονοπάτι είναι ευδιάκριτο και σε μερικά σημεία του αρκετά κατηφορικό. Προσοχή χρειάζεται μόνον όταν βρέχει ή έχει παγωνιά.

 

Μοναστική δύναμη

Στις μέρες μας, στην Ιερά Μονή Ξηροποτάμου εγκαταβιώνουν (μοναστηριακοί και εξαρτηματικοί) περίπου είκοσι πέντε μοναχοί.

 

Άξια ενδιαφέροντος

Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες το καθολικό με τις τοιχογραφίες του 1783, το μοναδικό σωζόμενο πρόπλασμα του καθολικού και στο ιερό σκευοφυλάκιο το δίσκο της Πουλχερίας.

Η Μονή Ζωγράφου είναι 9η στην ιεραρχία των αγιορείτικων Μονών.

 

Τοποθεσία

Η Μονή Ζωγράφου είναι βουλγαρική και βρίσκεται στη βόρεια πλευρά, και περί το μέσον κατά πλάτος της Αθωνικής χερσονήσου.

 

Ιστορία

Αν και στο πρώτο τυπικό του Αυτοκράτορα Τσιμισκή (927) ένας από τους τότε προεστώτες του Αγίου Όρους υπογράφει ως Γεώργιος ο Ζωγράφος, που μάλλον φέρεται ως δηλωτικό της εκεί ιδιότητάς του, σύμφωνα με την παράδοση, ιδρυτές του θεωρούνται τρεις αδελφοί κατά σάρκα μοναχοί, οι: Μωυσής, Ααρών και Ιωάννης. Τον 13ο αι. κατοικήθηκε από Βουλγάρους μοναχούς. Την ίδια εποχή ενισχύθηκε από τους Βουλγάρους ηγεμόνες Ιωάννη Καλιμάν (1192), Ιωάννη Ασάν (1218-1241) καθώς και από τον Αυτοκράτορα Μιχαήλ H΄ Παλαιολόγο, οι οποίοι και αναδείχθηκαν μεγάλοι ευεργέτες της Μονής. Στις αρχές του 14ου αι. κάηκε από τους Καταλανούς και ανακαινίστηκε αργότερα από τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο τον Παλαιολόγο και τους ηγεμόνες Σερβίας και Μολδοβλαχίας. Το καθολικό του μοναστηριού ξαναχτίστηκε και αγιογραφήθηκε στις αρχές του 19ου αι. Στο μοναστήρι υπάρχουν 14 παρεκκλήσια. Στη βιβλιοθήκη φυλάσσονται χειρόγραφοι κώδικες, 162 στα ελληνικά, 388 στα σλαβικά καθώς και 16.000 τόμοι βιβλίων στις δύο γλώσσες.

 

Μοναστική δύναμη

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 20-30 άτομα.

 

Άξια ενδιαφέροντος

Πολύ σημαντικό και αξιόλογο είναι το καθολικό της Μονής Ζωγράφου, όπου υπάρχει και η αχειροποίητη εικόνα του Αγίου Γεωργίου. Επίσης, ιδιαίτερου ενδιαφέροντος είναι το μνημείο των 26 ζωγράφων μαρτύρων στην αυλή της Μονής, καθώς και η βιβλιοθήκη με τους περγαμηνούς κώδικες 12ου – 13ου αιώνα.

Η Μονή Δοχειαρίου βρίσκεται μεταξύ των μοναστηριών Ξενοφώντος και Κωνσταμονίτου στο Άγιο Όρος. Η παράδοση ανάγει την ίδρυση του μοναστηριού στον Άγιο Ευθύμιο, μαθητή και συνασκητή του Αγίου Αθανασίου, τον 10o αι. Ευεργέτης του μοναστηριού υπήρξε o βυζαντινός αυτοκράτορας Μιχαήλ Ζ’ Δούκας (1071-1078). Το 1568 χτίστηκε το καθολικό, που είναι αφιερωμένο στο όνομα των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ και ιστορημένο από τον ζωγράφο Θεοφάνη. Στο μοναστήρι υπάρχουν 10 παρεκκλήσια. Η βιβλιοθήκη έχει περισσότερα από 400 χειρόγραφα και 1.500 τόμους βιβλίων.

 

Γενικά

Η Ιερά Μονή Δοχειαρίου είναι χτισμένη επάνω σε βραχώδη ανώμαλη πλαγιά στη μεσημβρινή ακτή της Χερσονήσου, σε ύψος 30μ. από τη θάλασσα. Η εξώπυλος αυλή – αντίθετα με το στενόχωρο μέσαυλο – απλώνεται με συνεχή αντερίσματα παρέχοντας έξοχο θέαμα από το κιόσκι, απέναντι από την πύλη της Μονής. Προσκυνητάρια, παλαιικές κρήνες αβδηριτικού τύπου, πεζούλια με εσπεριδοειδή κοσμούν το γύρω χώρο. Μέσα στη Μονή, ό,τι χάνεται σε πλάτος κερδίζεται σε ύψος, σ’ ένα βραχώδη τόπο εντελώς ανισόπεδο και ακανόνιστο. Αλλεπάλληλες επαλείψεις ασβέστη επικρύβουν το αρχέγονο κάλλος πολλών κτισμάτων. Σε ύψος 30 μέτρα, ορθούμενοι οι τρούλοι του καθολικού, λεπτοί και ανάλαφροι, δημιουργούν ανατατικά αισθήματα.

 

Η Μονή είναι ελληνική και γιορτάζει τους Αρχαγγέλους στις 8 Νοεμβρίου. Κτίστηκε από τον μοναχό Ευθύμιο, που είχε χρηματίσει δοχειάρης (αποθηκάριος) στη Λαύρα κατά τον 11ο αιώνα. Μαζί με αυτόν αναφέρεται και το όνομα κάποιου Πατρίκιου Νικολάου, που έγινε μοναχός με το όνομα Νεόφυτος, που φαίνεται πως ήταν μικρανεψιός του. Ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Ζ’ ο Δούκας (1071-1078) και η μητέρα του Ευδοκία ευεργέτησαν την μονή.

 

Η Μονή στην αρχή κτίστηκε κάπου στη Δάφνη, αλλά αργότερα από τον ίδιο τον ιδρυτή κτίστηκε εκεί που βρίσκεται σήμερα. Στο «Δεύτερο Τυπικό» του Όρους η Μονή έρχεται δέκατη ανάμεσα στις 180 που είχε το Όρος, ενώ στο «Τρίτο Τυπικό» μεταξύ των 25 έρχεται ενδέκατη.

 

Αργότερα, πειρατές ερήμωσαν το μοναστήρι, αλλά και πάλι ξανακτίστηκε το 1578 από τον ιερέα Γεώργιο από την Ανδριανούπολη και ανακαινίστηκε από τον ηγεμόνα της Μολδαυΐας Αλέξανδρο και τη γυναίκα του Ρωξάνη. Την ίδια εποχή κτίστηκε το Καθολικό και στολίστηκε με υπέροχες τοιχογραφίες της Κρητικής σχολής. Εκεί ο θαμένος και ο Μολδαυΐας Θεοφάνης, που είχε αποσυρθεί από τη μητρόπολή του και πέθανε εδώ σαν μοναχός. Τον 17ο και 18ο αιώνα κτίστηκαν νέες πτέρυγες όπως το καμπαναριό. Το 1783 κατασκευάστηκε το αξιόλογο Τέμπλο και το περίφημο ξυλόγλυπτο Κιβώριο της αγίας Τράπεζας. Σήμερα η μονή έχει 10 παρεκκλήσια πολλά από τα οποία είναι τοιχογραφημένα. Η Τράπεζα κτίστηκε από τον αρχιεπίσκοπο Αχρίδος Πρόχορ και ιστορήθηκε το 1700. Η βιβλιοθήκη που βρίσκεται στον δεύτερο όροφο του Πύργου περιέχει 441 χειρόγραφους κώδικες και 2.000 περίπου έντυπα. Από τους κώδικες οι 65 είναι σε περγαμηνή και 46 ακαταλογογράφητοι. Στη μονή υπάρχει και το αγίασμα των αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ. Μεταξύ των κειμηλίων συγκαταλέγονται η θαυματουργή εικόνα της Γοργοεπηκόου. Τίμιο Ξύλο, φορητές εικόνες, αντικείμενο λατρείας, ιερά άμφια, λείψανα 45 αγίων, κ.ά.

Η Μονή Καρακάλλου είναι 11η στην ιεραρχία των Αγιορείτικων Μονών. Σαν ένα μικρό ορθογώνιο κάστρο στην άκρη ενός λόφου, καταμεσής του δάσους.

 

Ιστορία

Η Μονή πρέπει να κτίστηκε στα τέλη του 10ου αιώνα ή στις αρχές του 11ου, σύμφωνα με έγγραφο του 11ου αιώνα, πιθανόν από τον μοναχό Νικόλαο Καρακάλλα. Το 13ο αι., η Μονή, όπως και όλο το Άγιο Όρος, αρχίζει να παρακμάζει εξαιτίας των συχνών επιδρομών των Καταλανών πειρατών. Όμως, στα τέλη αυτού του αιώνα και τον επόμενο, η Μονή ακμάζει και πάλι χάρη στις δωρεές των Βυζαντινών αυτοκρατόρων. Για μικρό διάστημα κατά το β’ μισό του 15ου αι., περνάει άλλη μια περίοδο παρακμής μετά την άλωση της Πόλης. Τον επόμενο αιώνα και τους τρεις αιώνες που ακολουθούν, χάρη στις δωρεές των Μολβαδών (Ρουμάνων) και Ιβήρων (Γεωργιανών) Ηγεμόνων, η μονή βρίσκεται σε ανοδική πορεία φτάνοντας ακόμα και τους 500 μοναχούς. Κατά τα δύσκολα χρόνια των δύο Παγκόσμιων Πολέμων, η Μονή καθοδηγήθηκε από τον χαρισματικό γέροντα Κοδράτο, γνωστό και εκτός Αγίου Όρους, και γνώρισε μεγάλη άνθηση. Σε φθίνουσα πορεία πέρασε ξανά τη δεκαετία του 1980, έως την αρχή του ’90. H Μονή που φέρεται κτισμένη με την αρχιτεκτονική των κάστρων του 16ου αιώνα φέρει περισπούδαστο πύργο με επάλξεις, “ζεματίστρες” και “καταχύστρες” με μια αγέρωχη όψη. Ο πύργος είναι από τους ωραιότερους του Αγίου Όρους μαζί μ’ εκείνον της Μονής Δοχειαρίου.

 

Σήμερα

Η Μονή καυχάται για δύο αδελφούς της που αξιώθηκαν να μπουν στη χορεία των Αγίων του Θεού: Τον όσιο Γερβάσιο τον διά Χριστόν Σαλλό, που έζησε ως ρακένδυτος ασκητής γύρω από τη Μονή και πέθανε στις αρχές του 18ου αιώνα, και το νέο οσιομάρτυρα Γεδεών. Ο Γεδεών, αφού ασκήτεψε επί 35 χρόνια στο μοναστήρι, σφαγιάσθηκε στις 30/12/1818 από τους Τούρκους στον Τύρναβο Λαρίσης, πολιούχος του οποίου τυγχάνει, επειδή δεν αρνήθηκε το Χριστό. Το καθολικό της μονής είναι αφιερωμένο στους Πρωτοκορυφαίους Αποστόλους Πέτρο και Παύλο. Θεμελιώθηκε το 1548 και τελείωσε το 1563. Στις αρχές του 18ου αιώνα έγινε μια μικρή ανακαίνισή του. Το 1710 προστέθηκε το κωδωνοστάσιο και τέσσερα χρόνια αργότερα ο εξωνάρθηκάς του. Λόγω της περιορισμένης αυλής του μοναστηριού, η μονή Καρακάλου δεν διαθέτει φιάλη (κρήνη για τον καθαρμό των χεριών).

 

Παρεκκλήσια

H Mονή Kαρακάλλου διαθέτει πέντε παρεκκλήσια μέσα στον περίβολό της: Το παρεκκλήσι του Aγίου Iωάννη του Eλεήμονα, του Aγίου Iωάσαφ, του Eυαγγελισμoύ της Θεοτόκου, της Kοίμησης της Θεοτόκου, του Αγίου Γεδεών, της Αγίας Άννας στον Πύργο, του Aγίου Παντελεήμονα και του Aγίου Γεωργίου στο Kαμπαναριό του Kαθολικού. Eπίσης, η μονή Καρακάλου έχει τρία παρεκκλήσια έξω από τον περίβολό της: Το παρεκκλήσι της Aγίας Παρασκευής, των Αγίων Θεοδώρων και εκείνο του κοιμητηριακού της ναού, αφιερωμένο στους Aγίους Πάντες.

 

Λείψανα

Διαθέτει αρκετά άγια λείψανα, όπως ένα τεμάχιο του Tιμίου Ξύλου, η κάρα του Aγίου Aποστόλου Bαρθολομαίου και του Aγίου Xριστοφόρου, η δεξιά του Aγίου Θεοδώρου του Στρατηλάτου, τα άγια λείψανα του Aγίου Oσιομάρτυρος Γεδεών και άλλα.

 

Κελιά

Από τα δεκαεπτά κελιά της μονής Καρακάλλου, τα τρία βρίσκονται στις Καρυές, όπου βρίσκεται και το αντιπροσωπείο της. Τα άλλα δεκατέσσερα κελιά είναι διάσπαρτα στο δάσος της μονής, βορειοδυτικά από αυτή. Eκτός από το αντιπροσωπείο των Kαρυών, σ’ αυτά που κατοικούνται, συγκαταλέγονται: το κελί των Tριών Iεραρχών, του Tιμίου Προδρόμου, του Aγίου Nικολάου, καθώς και το κελί του Tιμίου Σταυρού. Η μονή απέχει 30 λεπτά από τη Μονή Φιλοθέου, με την οποία συνδέεται από ένα βαθύσκιωτο μονοπάτι, μιάμιση ώρα από τη Μονή Ιβήρων και γύρω στις τρεισήμισι ώρες από τη Μονή Μεγίστης Λαύρας.

 

Μοναστική δύναμη

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 35 με 40 άτομα.

 

Άξια ενδιαφέροντος

Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες το καθολικό με τις τοιχογραφίες και τις εικόνες του Διονυσίου του εκ Φουρνά (18ος αιώνας), την ιστορική βιβλιοθήκη της με τους σπάνιους χειρόγραφους κώδικες και ασφαλώς τον περίφημο πύργο της Μονής.

Η μονή Φιλοθέου κατατάσσεται στη 12η θέση στην ιεραρχία των Αγιορείτικων Μονών.

 

Ιστορία

Η Iερά Μονή κτίστηκε από τον Όσιο Φιλόθεο, μαθητή του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη. Επί των ημερών του Οσίου Φιλοθέου φαίνεται να υπάρχει στην αρχή με το όνομα “μικρή μονή της Φτέρης” – στην περιοχή Κράββατος – όπου σήμερα υπάρχει παρεκκλήσι του Προφήτη Ηλία. Ιστορικά, φαίνεται να προϋπάρχει του 1015 σε έγγραφο του Πρώτου. Είναι αφιερωμένη στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και σ΄ αυτή φέρεται να ηγουμένευσε για κάποιο διάστημα ο Άγιος Διονύσιος ο εν Ολύμπω. Ξακουστή είναι η εικόνα της Παναγίας της Γλυκοφιλούσας. Επίσης υπάρχει και η εικόνα της Παναγίας της Γερόντισσας, που και γι’ αυτή λένε ότι ήρθε εδώ κατά θαυμαστό τρόπο από τη Νιγρίτα. Ως μέγα θησαύρισμα κατέχει το άφθαρτο δεξί χέρι του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.

 

Παρεκκλήσια

Η Μονή Φιλοθέου έχει εννέα παρεκκλήσια από τα οποία έξι βρίσκονται εντός μονής. Από αυτά τρία βρίσκονται στο Καθολικό. Το πρώτο των Αρχαγγέλων δεξιά της λιτής με τοιχογραφίες του 1752. Το δεύτερο του Γενεσίου του Προδρόμου αριστερά της λιτής. Το τρίτο, της Αγίας Μαρίνης, της οποίας τα άγια λείψανα φυλάσσονται στη μονή, στο κωδωνοστάσιο. Στις πτέρυγες υπάρχουν του Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου στο συνοδικό, Του Αγίου Νικολάου στο αρχονταρίκι, και των αγίων πέντε μαρτύρων πάνω απο την είσοδο της μονής. Τέλος, εκτός μονής υπάρχουν δύο παρεκκλήσια των Τριών Ιεραρχών ή Αγίου Τρύφωνα, του Γενεσίου της Θεοτόκου ή Παναγούδας, καθώς και ο κοιμητηριακός ναός των Αγίων Πάντων.

 

Εξαρτήματα

Η Μονή Φιλοθέου έχει δίπλα στη θάλασσα το Αγίασμα της Παναγίας της Γλυκοφιλούσας το οποίο αναβλύζει διαρκώς με σταθερή ποσότητα και θερμοκρασία. Βρίσκεται στη θέση όπου ο ηγούμενος της μονής, σύμφωνα με την παράδοση, είδε σε όραμα την εικόνα της Παναγίας να τον προσκαλεί να τη φέρει από το σημείο εκείνο της Θάλασσας στο Μοναστήρι. Στην ευρύτερη περιοχή της, η Μονή Φιλοθέου έχει αρκετά Κελλιά απο τα οποία κατοικούνται τα πέντε. Tων Αγίου Γεωργίου, Αγίου Κωνσταντίνου, Αγίας Τριάδος, Αγίου Δημητρίου και της Αναλήψεως.

Στις Καρυές έχει το αντιπροσωπείο της, κτίσμα του 1964 με παρεκκλήσι του Κοσμά του Αιτωλού, αφυπνιστή του υπόδουλου Γένους. Tο μοναδικό Κάθισμα που διαθέτει η μονή είναι το ιστορικό και εντυπωσιακό σπήλαιο του Αγίου Διονυσίου «του εν Ολύμπω», όπου ασκήτεψε πριν γίνει ηγούμενος της Φιλοθέου.

 

Τοποθεσία

Η Μονή βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της χερσονήσου και απέχει 1 ώρα από τη Μονή Ιβήρων και 30′ από τη Μονή Καρακάλλου.

 

Μοναστική δύναμη

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 70-75 άτομα.

 

Άξια ενδιαφέροντος

Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες το καθολικό με τις τοιχογραφίες του (1752) και την “εφέστια εικόνα” της Παναγίας της Γλυκοφιλούσας, την τράπεζα με τις πλούσιες τοιχογραφίες καθώς και την πλούσια επίσης ιστορική βιβλιοθήκη της Μονής.

Η Μονή Σίμωνος Πέτρας, λεγόμενη και Σιμωνόπετρα είναι 13η στην ιεραρχία των μονών του Αγίου Όρους. Βρίσκεται σε υψόμετρο 300 μέτρα από τη θάλασσα, πάνω σε βράχο, που φαντάζει σχεδόν να κρέμεται.

 

Ιστορία

Η ίδρυσή της οφείλεται στον Όσιο Σίμωνα, που ασκήτεψε στα μέσα του 13ου αιώνα σε σπήλαιο κοντά στη μονή, ο οποίος σε όραμα διείδε τη μελλοντική της ανοικοδόμηση. Το αρχικό της όνομα ήταν Νέα Βηθλεέμ. Είναι επταόροφο πυργωτό οίκημα επί μεγάλης πυργωτής βάσης όπου βγαίνοντας στον εξώστη νιώθεις κυριολεκτικά δέος. Το Καθολικό της μονής τιμάται στη Γέννηση του Χριστού. Το 1364 η μονή ανακαινίστηκε και επεκτάθηκε από τον Σέρβο ηγεμόνα των Σερρών Ιωάννη Ούγγλεση. Το 1581 καταστράφηκε από πυρκαγιά στην οποία σκοτώθηκε μεγάλος αριθμός μοναχών. Τότε ο ηγούμενος της μονής, Ευγένιος, ταξίδεψε στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες για τη διενέργεια εράνου. Ο τότε ηγεμόνας της Βλαχίας Μιχαήλ ο Γενναίος ενδιαφέρθηκε για το μοναστήρι και του δώρισε σημαντική ακίνητη περιουσία καθώς και τα ποσά για την ανοικοδόμηση της Μονής. Η Μονή κάηκε άλλες τρεις φορές. Τη σημερινή της μορφή την πήρε μετά την τελευταία μεγάλη πυρκαγιά του 1891. Στον πρώτο όροφο της ανατολικής πτέρυγας στο ηγουμενείο, είναι το παρεκκλήσι της Αγίας Μαρίας Μαγδαληνής, ενώ στο δεύτερο όροφο βρίσκεται το παρεκκλήσι του Αγίου Χαραλάμπους. Το παρεκκλήσι του Κοιμητηρίου της μονής Σίμωνος Πέτρας βρίσκεται νοτιοανατολικά έξω από τα τείχη της και τιμάται στην Κοίμηση της Θεοτόκου.

 

Εορτές

Η Μονή εορτάζει στις 25 Δεκεμβρίου, γέννηση του Χριστού. Στις 28 Δεκεμβρίου γιορτή του Οσίου Σίμωνα. Επίσης εορτάζει στις 22 Ιουλίου, γιορτή της Αγίας μαρίας Μαγδαληνής, η οποία τιμάται ως συνκτητόρισσα της Μονής.

 

Εξαρτήματα

H Μονή Σίμωνος Πέτρας έχει εξαρτήματά της στις Καρυές 4 Κελιά, τo αντιπροσωπείο της στις Καρυές, αφιερωμένο στους Αγίους Πάντες, ενώ ο επάνω όροφος του κελιού ενοικιάζεται στη Διοίκηση όπου στεγάζει τα γραφεία της και διαμένει ο Διοικητής Αγίου Όρους, ενώ στην πλατεία των Καρυών βρίσκεται επίσης το Κελί του Αγίου Γεωργίου, επονομαζόμενο του Καλαθά. Ιδρύθηκε τον 14ου αιώνα και στεγάζει στο ισόγειο καταστήματα. Άλλα δύο βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή της. Ιδιαίτερα αξιόλογο είναι το Κελί του Αγίου Νικολάου-Δοντά στα όρια της μονής Ξηροποτάμου, από το 1368, που αποτελεί το αγρόκτημα της μονής. Πέντε Καθίσματα α) το Κάθισμα του Αγίου Σίμωνα που βρίσκεται δίπλα στο σπήλαιο, όπου ασκήτεψε ο κτήτορας της μονής. β) Το Κάθισμα του Αγίου Ιωάννη Θεολόγου, νότια της Μονής. Δύο Ησυχαστήρια: το Κουρτζίδικο, κτίσμα του 19ου αιώνα, που βρίσκεται στα όρια Ιβήρων – Ξηροποτάμου-Σιμωνόπετρας και το Καλαμίτσι.

 

Μοναστική δύναμη

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 70-80 άτομα.

 

Τοποθεσία

Βρίσκεται περί το μέσον και επί της αριστερής ακτής της Χερσονήσου. Απέχει γύρω στις 2,30 ώρες από τη Δάφνη και γύρω στα 45 λεπτά έντονα ανηφορικού δρόμου από το λιμανάκι (αρσανά) της μονής.

 

Άξια ενδιαφέροντος

Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες την ιστορική βιβλιοθήκη της, τις συλλογές των ανθιβόλων, και τα χαρακτικά της αγιορείτικης πινακοθήκης της.

Η Μονή Αγίου Παύλου είναι 14η στην ιεραρχία των μονών του Αγίου Όρους.

 

Τοποθεσία

Η Μονή Αγίου Παύλου είναι η νοτιότερη Μονή της δυτικής ακτής του χερσονήσου του Άθω. Βρίσκεται λίγο βορειότερα του νοτιοδυτικού άκρου.

 

Ιστορία

Ιδρυτής είναι ο Παύλος ο Ξηροποταμινός, ο οποίος αρχικά ίδρυσε τη μονή Ξηροποτάμου κοντά στη Δάφνη. Ο ίδιος λίγο πριν το τέλος της ζωής του, ανέγειρε νέα μονή – τη σημερινή Αγίου Παύλου – στη τωρινή της θέση, αλλά με το όνομα Ξηροποτάμου. Μετονομάστηκε σε Μονή Αγίου Παύλου το 1108.

Αρχές του 14ου αιώνα καταστράφηκε και κατέστη κελί, δηλαδή εξάρτημα, της μονής Ξηροποτάμου. Το 1365 όμως η Μονή Αγίου Παύλου επανακατοχυρώνεται σε κυρίαρχη μονή όπου και επανδρώθηκε από Σέρβους. Την σημερινή της μορφή που είναι διπλάσια σε έκταση της αρχικής την απέκτησε στα μέσα του 18ου αιώνα.

Το καθολικό της είναι αφιερωμένο στην Υπαπαντή του Κυρίου. Aπό τα πολλά κειμήλια της μονής εδώ ξεχωρίζουν δύο τεμάχια Tιμίου Ξύλου, και ασημένιες θήκες με τα δώρα των μάγων.

Η Μονή Αγίου Παύλου διαθέτει εννέα παρεκκλήσια μέσα στο μοναστηριακό της συγκρότημα. Τα δύο βρίσκονται μέσα στο Kαθολικό της: στο δεξί μέρος είναι των Aγίου Παύλου του κτήτορος και Aγίου Γερασίμου Kεφαλληνίας. Στο αριστερό μέρος είναι του Aγίου Γεωργίου του Tροπαιοφόρου. Στις πτέρυγες της μονής βρίσκονται τα υπόλοιπα επτά.Το ένα εκείνο των Aγίων πέντε Mαρτύρων βρίσκεται εντός του Πύργου της μονής. Ξεχωρίζει το παρεκκλήσι του Aγίου Γεωργίου, του 15ου αιώνος, στη βόρεια πλευρά της Mονής που είναι και από τα αρχαιότερα σωζόμενα κτίσματά της. Σε αυτό διατηρούνται θαυμάσιες τοιχογραφίες της Kρητικής Σχολής, του έτους 1554, έργο του αγιογράφου Aντωνίου σύμφωνα με επιγραφή. Τη χρονολογία της επιγραφής αυτής την αλλοίωσε το 1431 ο γνωστός πλαστογράφος Σιμωνίδης στα μέσα του 19ου αιώνα. Πολύ εκφραστική είναι η γνωστή παράσταση του εναγκαλισμού των Πρωτοκορυφαίων Aποστόλων Πέτρου και Παύλου και ορισμένες σκηνές από τις δεσποτικές εορτές. Τα υπόλοιπα είναι του Aγίου Aνθίμου Nικομηδείας, του Aγίου Γερασίμου, του Aγίου Nικολάου, του Aγίου Γρηγορίου του Θεολόγου και των Aγίων Kωνσταντίνου και Eλένης. Eξωτερικά της Μονής, υπάρχουν άλλα επτά παρεκλήσια, μεταξύ των οποίων, του Aγίου Tρύφωνος στους κήπους, του Aγίου Δημητρίου στον αρσανά, της Mεταμορφώσεως του Σωτήρος στο δασονομείο του βουνού.

 

Εξαρτήματα

Στην Mονή Aγίου Παύλου υπάγονται δύο Σκήτες: Σκήτη Εισοδίων της Θεοτόκου ή Νέα Σκήτη και τη Σκήτη Αγίου Δημητρίου ή Λακκοσκήτη, τρία κελιά στις Καρυές: το κελί του Aγίου Aνδρέα, το σημερινό αντιπροσωπείο της μονής, το κελί των Aγίων Θεοδώρων που τοποθετείται εκατό μέτρα BΔ του αντιπροσωπείου και το κελί της Yπαπαντής. Επίσης, στη Μονή υπάγονται δύο Καθίσματα:Tο Kάθισμα της Παναγίας, που βρίσκεται βορειοδυτικά της μονής σε απόσταση 20′ περίπου πεζή, και το Kάθισμα του Aγίου Προδρόμου που η σημερινή του κατάσταση είναι ερειπειώδης και βρίσκεται στην ίδια κατεύθυνση πλησιέστερα της μονής και έξι Ησυχαστήρια, τα οποία βρίσκονται μεταξύ Μονής και Nέας Σκήτης.Ησυχαστήρια αυτά είναι της Aγίας Tριάδος, του Δανιήλ, του Δαμασκηνού, του Iωσήφ, το Zαρκάδι και το Ησυχαστήριο Xαΐρι. Σ’ όλα αυτά τα εξαρτήματα εγκαταβιώνουν εξήντα περίπου μοναχοί.

 

Μοναστική δύναμη

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 80-90 άτομα.

 

Άξια ενδιαφέροντος

Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες το παρεκκλήσιο του Αγίου Γεωργίου, στη βόρεια πτέρυγα, με τις τοιχογραφίες της κρητικής σχολής του 1554, το τμήμα των δώρων των Μάγων που φυλάσσονται στο καθολικό, καθώς επίσης και τη βιβλιοθήκη της Μονής με τους χειρόγραφυς κώδικες του 9ου – 10ου αιώνα.

Η Μονή Σταυρονικήτα είναι 15η στην τάξη των Αγιορείτικων μονών.

 

Είναι ελληνική, κοινοβιακή από το 1968 και εορτάζει στις 6 Δεκεμβρίου του Αγίου Νικολάου. Κατέχει τη θαυματουργή εικόνα του Αγ. Νικολάου του Στρειδά. Ονομάζεται έτσι, όταν καθώς την εβγάλαν από τη θάλασσα που είχε παραμείνει για εκαντοτάδες χρόνια αναλλοίωτη, στο μέτωπο του Αγίου ήταν κολλημένο ένα στρείδι που όταν το έβγαλαν έτρεξε αίμα. Είναι το μικρότερο μοναστήρι του Αγίου Όρους, σε μορφή κάστρου με μια υποτυπώδη αυλή. Η κληματαριά όμως που βρίσκεται στην είσοδο της μονής αποζημιώνει τον επισκέπτη. Βρίσκεται πάνω σε βράχο, ο οποίος όμως πριν κάποια χρόνια άρχισε να αποσαθρώνεται. Χάρη στις επεμβάσεις τις Κ.Ε.Δ.Α.Κ., ο βράχος αυτός ενισχύθηκε με ενέσεις τσιμέντου και έτσι σταθεροποιήθηκε. Το υδραγωγείο που βρίσκεται έξωθεν της μονής με τις καμάρες του, κρίνεται λίαν αξιόλογο αρχιτεκτονικά.

 

Ιστορία

Η ιστορία της μονής αρχίζει το 10ο αιώνα οπότε λειτουργεί σαν μονύδριο που φέρει την ονομασία Σταυρονικήτα. Μια υποθέση κάνει λόγο για δυό μοναχούς που την ίδρυσαν, τον Σταύρο και τον Νικήτα. Άλλη υποθέση -λόγω του γεγονότος ότι σε πολλά έγγραφα (11ος αιώνας), αναφερόταν ως Στραβονικήτα, ότι την ίδρυσε κάποιος μοναχός Νικηφόρος ο Στραβονικήτας. Στη συνέχεια, σαν μονύδριο περιέπεσε σε αφάνεια και ερημώθηκε περνώντας στην ιδιοκτησία του Πρώτου το 1287. Κατόπιν παραχωρήθηκε ως Κελί το 1287 στην Μονή Κουτλουμουσίου και αργότερα στην Μονή Φιλοθέου, από την οποία την αγόρασε το 1533 ο ιερομόναχος Γρηγόριος Γηρομεριάτης που αναλαμβάνει την ανοικοδόμηση της μονής, χωρίς να τη φέρει σε πέρας λόγω κοιμήσεώς του. Κατόπιν προσκλήσεως της Ιεράς Κοινότητος, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιερεμίας ο Α΄, το 1540, αναλαμβάνει προσωπικά την ανοικοδόμησή της. Ο ίδιος την εφοδιάζει με όλα τα απαραίτητα προς λειτουργία, την κατατάσσει στα ήδη υπάρχοντα μοναστήρια και την ιστορεί με τις περίφημες τοιχογραφίες του ζωγράφου Θεοφάνους του Κρητός.

Στα χρόνια όμως της Ελληνικής επανάστασης δοκιμάστηκε σκληρά, ενώ αλλεπάλληλες πυρκαγιές, των οποίων η τελευταία του 1879, την κατέστρεψαν σε μεγάλο βαθμό. Μόλις στις αρχές του 20ου αιώνα κατάφερε να επανακάμψει.

 

Παρεκκλήσια

Η Μονή Σταυρονικήτα βρίσκεται στη βόρεια πλευρά της χερσονήσου. Διακρίνονται το καθολικό της Μονής, η κορυφή του όρου Άθως και ο αρσανάς της Μονής Ιβήρων.

H Mονή Σταυρονικήτα εκτός από το Kαθολικό έχει συνολικά 8 παρεκκλήσια. Aπό αυτά τα 6 βρίσκονται εντός του περιβόλου, ενώ τα 2 εκτός. To παρεκκλήσι των Aρχαγγέλων, κτισμένο το 1667, βρίσκεται στη νότια πτέρυγα, της Παναγίας-Zωοδόχου Πηγής και του Aγίου Eλευθερίου βρίσκονται στη νοτιοανατολική πλευρά. Eχει μολυβδοσκέπαστο τρούλο και κτίστηκαν το 1840. Tου Tιμίου Προδρόμου βρίσκεται στο δεξιό μέρος της Tράπεζας προς τη νοτιοανατολική γωνία της Mονής. Oι τοιχογραφίες του αποδίδονται στο Θεοφάνη και χρονολογούνται γύρω στο 1546. Στο ισόγειο, από κάτω από την Τράπεζα, βρίσκεται το παρεκκλήσι του Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά. Tης Aγίας Άννης στον τέταρτο όροφο του Πύργου της Mονής. Kτίστηκε μεταξύ 1546 και 1607. Ο κοιμητηριακός ναός του Aγίου Δημητρίου -2 λεπτά έξω από τη μονή στο δρόμο για τον αρσανά της- φέρει τοιχογραφίες του 1798. Kάτω από το δάπεδο του ναού υπάρχει το οστεοφυλάκιο της Mονής. Τέλος σε απόσταση δέκα λεπτών βορειοδυτικά από τη Mονή βρίσκεται το παρεκκλήσι των Aγίων πέντε Mαρτύρων.

 

Εξαρτήματα

Tα κελιά της Μονής Σταυρονικήτα βρίσκονται τόσο στην περιοχή των Kαρυών όσο μέσα στην κτηματική περιοχή της Mονής. Aναλυτικά τα κελιά που εξαρτώνται από τη Mονή είναι των Aγίων Aρχαγγέλων, του Προφήτη Hλία, του Aγίου Kηρύκου, του Aγίου Oνουφρίου, των Tριών Iεραρχών, του Tιμίου Προδρόμου και των Aρχαγγέλων. Επίσης η μονή διαθέτει σαν εξαρτήματά της άλλες 34 Καλύβες στη περιοχή της Καψάλας. Σε κελί της περιοχής της Καψάλας επ’ ονόματι του Τιμίου Σταυρού, έζησε ο μακαριστός Παπά Τύχων, γέροντας του μακαριστού Γέροντος Παϊσίου, που έζησε για κάποια χρόνια σε αυτό το κελί μετά το θάνατο του γέροντος του και πριν πάει στην Κουτλουμουσιανή Σκήτη Αγίου Παντελεήμονος.

 

Μοναστική δύναμη

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 40-45 άτομα.

 

Τοποθεσία

Σε απόσταση 1 ώρας βόρεια της Μονής βρίσκεται η Μονή Παντοκράτορος, συνδεόμενη με ένα υπέροχο μονοπάτι. Όπως υπέροχο είναι και το μονοπάτι που τη συνδέει με τη Μονή Ιβήρων στα νότια, πάλι σε απόσταση 1 ώρας, με την προϋπόθεση ότι θα είναι ανοιχτό, ένεκα κακοκαιρίας. Σε απόσταση 1 ώρας δυτικά είναι οι Καρυές, σε δασικό μονοπάτι.

 

Άξια ενδιαφέροντος

Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες. στο καθολικό, τις τοιχογραφίες του Θεοφάνη του Κρητός, καθώς και τη μοναδική ψηφιδωτή εικόνα του Αγίου Νικολάου Στρειδά.

Η Μονή Ξενοφώντος είναι 16η στην ιεραρχία των Αγιορείτικων μονών.

 

Ιστορία

Η Μονή ιδρύθηκε λίγο πριν το 998. Η σημερινή όμως μορφή της είναι αποτέλεσμα σειράς επισκευών και επεκτάσεων που ολοκληρώθηκαν στο τέλος περίπου του 18ου αιώνα. Η Μονή Ξενοφώντος έχει δύο Καθολικά τιμώμενα στον Άγιο Γεώργιο. Το παλαιότερο είναι από τα μικρότερα του Αγίου Όρους και ο νάρθηκας του εφάπτεται ουσιαστικά στην ανατολική πλευρά της Τράπεζας. Οι πολύ ενδιαφέρουσες τοιχογραφίες του κυρίως ναού είναι του Κρητικού ζωγράφου Αντωνίου και χρονολογούνται περί το 1544. Το νεότερο Καθολικό θεμελιώθηκε από το Φιλόθεο το 1817, και περατώθηκε σε είκοσι χρόνια. Η μονή κατέχει ως μέγα θησαύρισμα τη θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου της Οδηγήτριας. Κατά την εποχή του Ρώσου μοναχού Βασιλείου Μπάρσκι (1744) αναφέρεται, και περιέργως μεταξύ μόνο των Ρώσων, ως φημισμένο ίαμα – θαυματουργό, νερό που ανέβλυζε στην άμμο στην αριστερή πλευρά της παραλίας της Μονής.

 

Εξαρτήματα

H μονή Ξενοφώντος έχει εξαρτήματά της, τη Σκήτη Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, δύο Κελλιά, του Aγίου Τρύφωνα και του Αγίου Νεκταρίου που βρίσκονται στην γεωγραφική της περιοχή, και το αντιπροσωπείο της του Αγίου Ανδρέα στις Καρυές. Σε αυτά εγκαταβιώνουν πέντε μοναχοί. Επίσης διαθέτει τέσσερα Καθίσματα. Στα εξαρτήματά της διαβιούν δεκαπέντε μοναχοί.

 

Μοναστική δύναμη

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 50-55 άτομα.

 

Τοποθεσία

Είναι παραθαλάσσια, επί της δυτικής πλευράς της χερσονήσου, σε μισή ώρα απόσταση από τη Μονή Δοχειαρίου και μία ώρα από τη Μονή Αγίου Παντελεήμονος.

 

Άξια ενδιαφέροντος

Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες το παλαιό καθολικό με τις τοιχογραφίες της κρητικής σχολής (1544), το παρεκκλήσιο του Αγίου Δημητρίου καθώς και την τράπεζα, όπου φέρονται τοιχογραφίες του 1475.

Η Μονή Γρηγορίου είναι 17η στην ιεραρχία των μονών του Αγίου Όρους.

 

Τοποθεσία

Η μονή είναι παραθαλάσσια, επί ακρωτηρίου της νοτιοδυτικής ακτής της Αθωνικής χερσονήσου, νότια της Μονής Σιμωνόπετρας και βορειότερα από τη Μονή Διονυσίου. Το ακρωτήριο αυτό περιβάλλεται από πλούσιος ψαρότοπος.

 

Ιστορία

Σύμφωνα με χειρογραφικό κώδικα, η Μονή αυτή ιδρύθηκε λίγο πριν από τα μέσα του 14ου αιώνα (1310). Ιδρυτής της είναι ο όσιος Γρηγόριος ο νέος επονομαζόμενος, ησυχαστής μαθητής του αγίου Γρηγορίου Σιναΐτη του μεγάλου δασκάλου της νοεράς προσευχής. Έπειτα από μια τρομακτική επιδρομή που σημειώθηκε κατά της Μονής στα τέλη του 15ου αιώνα, η Μονή ανάκαμψε δύο αιώνες μετά, από τις γενναιόδωρες χορηγίες των Μολδαβών ηγεμόνων, για να δοκιμαστεί ξανά στην Επανάσταση του 1821 όπου και η σημερινή της ακμή ξεκίνησε μόλις στις αρχές του 20ου αιώνα. Το Καθολικό της μονής Γρηγορίου, τιμώμενο στο όνομα του Αγίου Νικολάου, άρχισε να κτίζεται αμέσως μετά την πυρκαγιά του 1761.

 

Παρεκκλήσια

Η Ιερά Μονή Γρηγορίου διατηρεί δεκατέσσερα παρεκκλήσια από τα οποία τα επτά βρίσκονται μέσα στην μονή. Από τα παρεκκλήσια εκείνο του οσίου Γρηγορίου, του Κτήτορος (1851) είναι ενσωματωμένο στο βόρειο μέρος του καθολικού. Στο δυτικό τμήμα της παλιάς αυλής βρίσκεται το παρεκκλήσι της Αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας, που κτίστηκε το 1775. Επίσης υπάρχουν του Αγίου Δημητρίου 18ου αιώνα, της Παναγίας Ζωοδόχου Πηγής, των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού και του Αγίου Σπυρίδωνος 19ου αιώνα. Τέλος, των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ και του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, το οποίο είναι πλέον ερειπωμένο. Ωστόσο, στα πλαίσια της ανακατασκευής της νέας, ανατολικής πτέρυγας, που άρχισε το 1997, ήδη ενσωματώθηκε νέο παρεκκλήσιο, με τρούλο, αφιερωμένο στον ίδιο Άγιο. Η μονή διαθέτει επίσης και επτά εξωκκλήσια. Ο κοιμητηριακός ναός είναι αφιερωμένος στους Αγίους Πάντες.

 

Εξαρτήματα

Η Μονή Γρηγορίου διαθέτει έξι Κελλιά, στις Καρυές μαζί με το αντιπροσωπείο της του Αγίου Τρύφωνος. Το Κελλί των Αγίων Αναργύρων, όπου μονάζουν οι αγιογράφοι Παχωμαίοι, της Υπαπαντής του Χριστού, στο κέντρο των Καρυών, όπου μονάζουν οι αγιογράφοι Ιωσαφαίοι, το Κελλί του Αγίου Φιλοθέου του Κόκκινου, κοντά στο ναό του Πρωτάτου, που ανακαινίστηκε το 1995. Τέλος, το Κελλί του Αγίου Νικολάου, βορειοανατολικά των Καρυών, στη θέση “Κομμένοι” και το Κελλί των Αγίων Αθανασίου και Κυρίλλου που βρίσκεται στην περιοχή της Καψάλας. Η Μονή Γρηγορίου διαθέτει έξι Καθίσματα στην ευρύτερή της περιοχή: Των Αθωνιτών Πατέρων, 19ου αιώνα, το οποίο ανακαινίστηκε κατά τα έτη 1976-90. Της Παναγίας, 18ου αιώνα, όπου ασκήτευσε για ένα χρόνο και ο Άγιος Ακάκιος Καυσοκαλυβίτης, πριν εγκατασταθεί οριστικά στα Καυσοκαλύβια. Το Κάθισμα αυτό απέχει τριάντα μέτρα από τη σπηλιά όπου ασκήτευσε ο ιδρυτής και Κτήτορας της μονής Όσιος Γρηγόριος. Επίσης έχει τα Καθίσματα των Αγίων Αποστόλων και του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου μέσα στο δάσος σε υψόμετρο 700μ. Tέλος τα Καθίσματα τoυ Αγίου Αρτεμίου, του Αγίου Πρωτομάρτυρος Στεφάνου και του Προφήτη Ηλία, το οποίο λειτουργεί και ως πυροφυλάκιο του δάσους της μονής.

 

Μοναστική δύναμη

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 85 άτομα.

 

Άξια ενδιαφέροντος

Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες το καθολικό με τις τοιχογραφίες (1779) και την εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας (1497) καθώς και το ιερό σκευοφυλάκιο.

Η Μονή Εσφιγμένου είναι 18η στην ιεραρχία των αγιορείτικων Μονών.

 

Τοποθεσία

Η ιερά Μονή Εσφιγμένου είναι παραθαλάσσια και βρίσκεται βόρεια και ανατολικά της Αθωνικής χερσονήσου.

 

Ιστορία

Με το όνομα Μονή του Εσφιγμένου υπήρχε ήδη Μονή από τον 10ο αιώνα και φαίνεται ότι βρισκόταν σε ακμή. Σύμφωνα βέβαια με την παράδοση, το μοναστήρι ιδρύθηκε από την αυτοκράτεια Πουλχερία (408-450) και πολλοί από τους ιδρυτές μοναχούς προέρχονταν από το αρχικό μοναστήρι που είχε καταστραφεί από κατολίσθηση. Κατά τον 14ο αιώνα ηγούμενος του μοναστηριού είχε αναδειχθεί ο Γρηγόριος Παλαμάς. Επίσης εγκαταβίωσε σ’ αυτό για κάποιο διάστημα ο Πατριάρχης Αθανάσιος Α΄. Ερημώθηκε πολλές φορές από πειρατικές επιδρομές, κυρίως εκ των Αγαρηνών, αλλά απέκτησε σημαντική δύναμη μετά τον 18ο αιώνα. Το καθολικό κτίστηκε το 1810 στη θέση παλαιότερου ναού που κατεδαφίστηκε, ενώ η τοιχογράφηση έγινε από τους Γαλατσάνους ζωγράφους το 1811 και 1818. Το μοναστήρι κατελήφθη από τους Τούρκους κατά την επανάσταση του 1821, όπου υπέστη από τους εισβολείς μεγάλες καταστροφές και το μεγαλύτερο μέρος της αδελφότητας εκτελέστηκε ή αναγκάστηκε να το εγκαταλείψει. Παλιότερο κτίριο της Μονής είναι η τράπεζα που διατηρεί τοιχογραφίες του 16ου-17ου αιώνα. Εκτός από το καθολικό και την τράπεζα, η Μονή διαθέτει μία πολύ καλή συλλογή βυζαντινών και μεταβυζαντινών εικόνων, από τις οποίες ξεχωρίζει η ψηφιδωτή εικόνα του Χριστού. Η βιβλιοθήκη περιλαμβάνει πολλά και σπάνια χειρόγραφα, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζει το υπ’ αριθμόν 14 για τις σπάνιες μικρογραφίες του.

Η αδελφότητα εδώ και χρόνια είναι απομονωμένη από την υπόλοιπη κοινότητα και αρνείται να μετάσχει στην Ιερά Κοινότητα. Το 2002 εξελέγη από την Ιερά Κοινότητα μια νέα αδελφότητα για να επανδρώσει το μοναστήρι, αλλά δεν έχει σταθεί δυνατόν ακόμη να εισέλθει σ’ αυτό.

 

Μοναστική δύναμη

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 85 άτομα.

 

Άξια ενδιαφέροντος

Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες το καθολικό με τις τοιχογραφίες των Γαλατσάνων ζωγράφων (1811), στο σκευοφυλάκιο τμήμα της σκηνής του Ναπολέοντα Βοναπάρτη και στην ιστορική βιβλιοθήκη της Μονής τα σπάνια εικονογραφημένα χειρόγραφα.

Η Μονή Αγίου Παντελεήμονος, είναι γνωστότερη ως Ρωσικό Μοναστήρι

 

Ιδρύθηκε στις αρχές του 11ου αι., αρχικά στη θέση Παλαιομονάστηρο. Πυρπολήθηκε τον 13ο αι. και στη συνέχεια τέθηκε υπό την προστασία των Σέρβων Βασιλέων. Από τον 14o αι. ονομάζεται σε έγγραφα Μονή των Ρώσων. Τον 17ο αι. περιέπεσε σε παρακμή. Το σημερινό μοναστήρι χτίστηκε το 1765. Το οκτάτρουλο καθολικό του μοναστηριού, αφιερωμένο στον Άγιο Παντελεήμονα, χτίστηκε στα χρόνια 1812-21. Το τέμπλο είναι ρωσικής τέχνης. Η τράπεζα χτίστηκε το 1892. Στο καμπαναριό, η μεγάλη καμπάνα έχει περιφέρεια 8,71 μ., διάμετρο 2,71 μ. και βάρος 13 τόνους. Υπάρχουν ακόμα άλλες 32 καμπάνες. Οι ακολουθίες στην εκκλησία ψάλλονται στα ελληνικά και τα ρωσικά. Στη βιβλιοθήκη φυλάσσονται 1.064 χειρόγραφοι κώδικες και 25.000 τόμοι βιβλίων, ελληνικών και σλαβικών.

 

Εξαρτήματα

Το μοναστήρι έχει τριάντα πέντε παρεκκλήσια.

 

Μοναστική δύναμη

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 50-60 άτομα.

 

Τοποθεσία

Η Μονή του Αγίου Παντελεήμονος βρίσκεται στη δυτική πλευρά της χερσονήσου του Άθω, επί της παραλίας. Από την πρωτεύουσα, τις Καρυές, απέχει 15 χλμ.

 

Άξια ενδιαφέροντος

Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες το μεγάλο καμπαναριό κατασκευής 1893, με τη μεγαλύτερη αγειορίτικη καμπάνα, καθώς και τη βιβλιοθήκη της Μονής με τα σπάνια εικονογραφημένα χειρόγραφα.

Η Μονή Κωνσταμονίτου είνα τελευταία στην ιεραρχία των Αγιορείτικων Μονών. Χαρακτηρίζεται από τις πιο φτωχές μονές του Αγίου Όρους. Οι μοναχοί της ασχολούνται ιδιαίτερα κοπιαστικά με τις γεωργικές ενασχολήσεις και δη με τις ελιές προκειμένου να ανταπεξέλθουν οικονομικά. Το μοναστήρι δεν έχει ρεύμα και η θέρμανση γίνεται με ξυλόσομπες.

 

Τοποθεσία

Θεωρείται μοναχική Μονή μέσα στο απάτητο δάσος του Κρειοβουνίου, περίπου στο κέντρο της χερσονήσου. Η μονή απέχει 1 ώρα ανηφόρα από τον αρσανά της, αρχικά εν μέσω πλουσίου ελαιώνα και μετά από βαθύσκιωτο δάσος, κυρίως καστανιάς. Δεν επικοινωνεί εύκολα με άλλα μοναστήρια. Υπάρχουν δύσβατα και περίπλοκα μονοπάτια για τη Μονή Ζωγράφου ή τη Μονή Βατοπεδίου, που ελάχιστοι και βαθείς γνώστες γνωρίζουν.

 

Ιστορία

Πιθανόν να ιδρύθηκε (κατά νεότερη παράδοση) από τον Αυτοκράτορα Mέγα Kωνσταντίνο και ολοκληρώθηκε από τον υιό του Kωνστάντα, ή κατά άλλους από μοναχό που καταγόταν από τον Kασταμώνα Παφλαγονίας ή Κασταμονή του Πόντου ή από γόνο πλούσιας οικογένειας της Κωνσταντινούπολης. Με σιγίλλιο του Πατριάρχη Νεοφύτου Ζ΄ (1789-94 και 1798-1801) έγινε κοινόβια, αλλά η ουσιαστική της ανασυγκρότηση αρχίζει το 1818 επί ηγουμενίας Χρυσάνθου εξ Ηπείρου με δαπάνες του Αλή Πασά με την μεσολάβηση της κυρά Βασιλικής, οπότε ανοικοδομήθηκε η ανατολική της πτέρυγα.

Η ανασυγκρότηση αυτή συνεχίστηκε και επί Συμεών Σταγειρίτη, ο οποίος με χορηγίες ανοικοδόμησε το Καθολικό και τη βόρεια πτέρυγα. Το Καθολικό της μονής Κωνσταμονίτου είναι αφιερωμένο στη μνήμη του Αγίου Στεφάνου. Ανεγέρθηκε το 1867 επάνω στα ερείπια του παλαιότερου Καθολικού και βρίσκεται στο μέσον της αυλής. H τυπολογία του ακολουθεί γενικά τον αγιορείτικο τύπο. Σχηματίζει εξωτερικά οκτώ μολυβοσκέπαστους τρούλους, μαζί με τον κεντρικό τρούλο που είναι ο μεγαλύτερος. Χαρακτηρίζεται από την ιδιαίτερα επιμελημένη δόμηση των λιθόκτιστων τοίχων του, ενώ εσωτερικά δεν είναι ιστορημένος, πλην λιγοστού κεντρικού θόλου. Οι τοίχοι του φέρουν πολλές φορητές εικόνες, αρκετές από τις οποίες είναι μεγάλης ιστορικής και λατρευτικής αξίας, όπως εκείνη της Θεοτόκου της Αντιφωνήτριας, που πραγματοποίησε θαύμα στην μονή, σύμφωνα με την παράδοση, το 1020.

 

Παρεκκλήσια- Εξαρτήματα

Στο Καθολικό φυλάσσεται ένας βυζαντινός σταυρός εξαίρετης τέχνης, τεμάχιο τιμίου ξύλου, τμήματα από λείψανα πολλών αγίων μέσα σε θαυμάσιες λειψανοθήκες. Επίσης Ευαγγέλιο με αργυρόχρυση επένδυση που έγινε το 1820 στην Ήπειρο, δώρο της κυρά Βασιλικής. Τέλος άλλα αντικείμενα λατρείας και λειτουργίας. Η μονή Κωνσταμονίτου διαθέτει εννέα συνολικά παρεκκλήσια, τέσσερα μέσα στον περίβολο της μονής και πέντε έξω από αυτόν.

Στη νότια πτέρυγα της μονής πάνω από την είσοδο, βρίσκεται το παρεκκλήσι της Παναγίας Πορταΐτισσας κτισμένο το 1871. Έχει χαρακτηριστικό ξυλόγλυπτο τέμπλο, το οποίο φιλοξενεί τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Πορταίτισσας.

Σε όροφο της νοτιοανατολικής πτέρυγας βρίσκεται και το κατανυκτικό παρεκκλήσι των Αγίων Πάντων. Σε άλλον όροφο, βρίσκεται και το μεγαλύτερο σε μέγεθος παρεκκλήσι του Αγίου Κωνσταντίνου. Χρησιμοποιήθηκε σαν Καθολικό κατά την διάρκεια των εργασιών ανέγερσης του Καθολικού της μονής, του στα μέσα του 19ου αιώνα. Στη βόρεια πλευρά του περιβόλου βρίσκεται το παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου.

Εκτός μονής βρίσκεται το παρεκκλήσι της Παναγούδας με αξιόλογες βυζαντινές τοιχογραφίες. Στη θέση τις παλαιάς μονής είναι το παρεκκλήσι του Αγίου Αντωνίου με ωραίο ξύλινο τέμπλο του 1670. Τo παρεκκήσι της Αγίας Τριάδας είναι σε περίοπτη θέση, του Αγίου Νικολάου βρίσκεται στον Αρσανά της μονής, ενώ το ένατο παρεκκλήσι είναι εκείνο του κοιμητηρίου της.

Ο Κοιμητηριακός Ναός της Μονής Κοσταμονίτου είναι αφιερωμένος στη μνήμη των Αρχαγγέλων Μιχαήλ & Γαβριήλ. Βρίσκεται νοτιοανατολικά της Μονής σε μικρή απόσταση από αυτή. Η μονή Κωνσταμονίτου διαθέτει ένα κελί στις Καρυές που αποτελεί και το αντιπροσωπείο της αφιερωμένο στους Αγιορείτες Πατέρες, καθώς και δύο Καθίσματα στον ευρύτερο χώρο της μονής. Το πρώτο της Αγίας Τριάδας, βρίσκεται δυτικά της μονής σε περίοπτη θέση με εξαίρετη θέα προς την θάλασσα. Κτίστηκε το 1894 και η δόμησή του είναι με πελεκητή λιθοδομή. Το παρεκκλήσιο του Καθίσματος τυπολογικά διαχωρίζεται με ευκρίνεια από τους χώρους κατοίκησής του, οι οποίοι καταλαμβάνουν το δυτικό του τμήμα. Σήμερα δεν κατοικείται λόγω των φθορών του από τον χρόνο. Το δεύτερο κάθισμα, που παρουσιάζει ιδιαίτερο τυπολογικό ενδιαφέρον είναι εκείνο του παλιού μύλου. Βρίσκεται απέναντι από την είσοδο της μονής και οι κατοικήσιμοι χώροι του καταλαμβάνουν τον όροφο του.

 

Μοναστική δύναμη

Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 30-35 άτομα.

 

Άξια ενδιαφέροντος

Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες στο καθολικό την εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας, καθώς και τις τοιχογραφίες στο παρεκκλήσιο της Παναγούδας, που ανάγονται στο 1670.