Όπως σε κάθε περιοχή της Ελλάδας, έτσι και στην πόλη της Καστοριάς διατηρούνται ήθη που συνδέονται είτε με θρησκευτικές γιορτές είτε με τον παραδοσιακό τρόπο ζωής και έθιμα με καθαρά τοπικό χαρακτήρα για τον εορτασμό αγίων και πανηγύρεων. Οι εκδηλώσεις αυτές πραγματοποιούνται με την συμμετοχή του κόσμου και με την συνεργασία των τοπικών αρχών και των πολιτιστικών σωματείων προκειμένου να αναβιώσουν τις παραδόσεις που έχουν μεταφερθεί από γενιά σε γενιά προφορικά ή γραπτά.
Ραγκουτσάρια
“Παραδοσιακό Καρναβάλι 6-7 & 8 Ιανουαρίου”
Ευχάριστη, πολύ εύθυμη και μοναδική εικόνα δημιουργούν στην όμορφη πόλη της Καστοριάς οι εορταστικές εκδηλώσεις των “Ραγκουτσαριών”. Πρόκειται για ένα τριήμερο εκδηλώσεων καρναβαλιού στο διάστημα του οποίου η πόλη αποκτάει ξεχωριστό χρώμα και πανηγυρική ατμόσφαιρα.
Τα “Ραγκουτσάρια” αρχίζουν στις 6 Ιανουαρίου την ημέρα των Θεοφανίων και ολοκληρώνονται στις 8 Ιανουαρίου (Πατερίτσα), ημέρα της Αγίας Δομινίκης, με την παρέλαση των καρναβαλιστών.
Το όνομα και η καταγωγή αυτού του εθίμου εντοπίζονται στην κλασική αρχαιότητα, από την οποία μέσω Ρώμης (Saturnalia = γιορτές προς τιμή του Κρόνου) και Βυζαντίου μεταφέρθηκε στις μέρες μας. Είναι πολύ πιθανό το όνομα να προέρχεται από το λατινικό rogatores = ζητιάνοι, που πολύ εύστοχα ορίζει την ιδιότητα αυτού που συμμετέχει στην ομάδα των μεταμφιεσμένων. Υπάρχει δηλαδή η συνήθεια οι μεταμφιεσμένοι να ζητούν διάφορα δώρα από τα σπιτικά που επισκέπτονται σε ανταπόδοση της συνεισφοράς τους στην απομάκρυνση του κακού πνεύματος. Έτσι, ακόμα και το όνομα μας οδηγεί στον εντοπισμό του εθίμου στην αρχαιότητα.
Τα “Ραγκουτσάρια” είναι εορταστικές εκδηλώσεις καρναβαλιού, από τις τελευταίες του Δωδεκαημέρου. Το σημερινό Δωδεκαήμερο συμπίπτει χρονικά με κάποιες αρχαίες εθνικές πανηγύρεις όπως, Μικρά και Μεγάλα Διονύσια, Βάκχεια, Κώμοι, Λήναια, Ανθεστήρια κ.ά., που τελούνταν στα πλαίσια της Διονυσιακής λατρείας. Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της λατρείας αυτής ήταν οι μεταμφιέσεις, οι οποίες μεταφέρθηκαν και στις γιορτές του καρναβαλιού. Στα χειμερινά Διονύσια (ανα-γέννηση του Διονύσου η οποία φέρνει χαρά, ευτυχία, ευζωία, ελπίδα, προαναγγελία της άνοιξης) υπήρχε θίασος μεταμφιεσμένων οι οποίοι γύριζαν στους συνοικισμούς και περιέπαιζαν τους πάντες, όπως ακριβώς γίνεται και σήμερα κατά την διάρκεια των Καστοριανών Ραγκουτσαριών.
Η Διονυσιακή λατρεία περιλάμβανε χαρακτηριστικά στοιχεία όπως οινοποσία, ευθυμία, άκρατο ενθουσιασμό έως παροξυσμό, κύμβαλα, τύμπανα, θιάσους, πομπές, διθυράμβους και πολλά από τα οποία δεν διατηρήθηκαν. Αργότερα, οι Βυζαντινοί, γιόρταζαν το Δωδεκαήμερο με μουσικές, τραγούδια και μασκαρέματα. Οι άνθρωποι, έχοντας κρυμμένα τα πρόσωπά τους (δίκην καλικαντζάρων) πείραζαν τους ανθρώπους στους δρόμους, έμπαιναν απρόσκλητοι σε ξένα σπίτια κι αναστάτωναν τους νοικοκύρηδες: ζητούσαν εδέσματα και γλυκά.
Είναι εκπληκτικό το πώς άντεξαν στο χρόνο και διασώθηκαν, η συνήθεια της μεταμφίεσης και το εύθυμο στοιχείο το κλίμα χαράς και πανηγυρισμού. Ένα συμβολικό στοιχείο που διατηρήθηκε είναι αυτό της αναζήτησης δώρων, από την πλευρά των μεταμφιεσμένων. Με αυτόν τον τρόπο εξαγοράζεται η προσφορά τους στην απομάκρυνση των κακών πνευμάτων που ταλαιπωρούν κάποιο σπιτικό. Για να γίνει αυτό βασική προϋπόθεση είναι οι μεταμφιεσμένοι να φέρουν μάσκα η οποία θα τρομάξει το κακό.
Στα Ραγκουτσάρια συμμετέχουν όλοι οι Καστοριανοί, άντρες και γυναίκες, μικροί και μεγάλοι, και μαζί τους χιλιάδες επισκέπτες, σε «μπουλούκια». Το κάθε “μπουλούκι” έχει τη δική του παραδοσιακή ορχήστρα χάλκινων και γλεντούν επί τρία μερόνυχτα με χιλίων λογιών μεταμφιέσεις στους δρόμους της πόλης, μέσα σε έναν αληθινό πανζουρλισμό.
Οι εκδηλώσεις κορυφώνονται την τρίτη ημέρα, την Πατερίτσα. Από το μεσημέρι (13:00) παρελαύνουν όλα τα «μπουλούκια» που χορεύοντας σατιρίζουν πρόσωπα και γεγονότα με μια πηγαία εφευρετική πρωτοτυπία. Τα καλύτερα από αυτά βραβεύονται από τον Δήμο Καστοριάς που έχει και όλη την ευθύνη της διοργάνωσης του τριημέρου. Τα «μπουλούκια» καθώς και ο υπόλοιπος κόσμος καταλήγουν στην πλατεία “Ντολτσό” παλιά μεσαιωνική πλατεία που έπαιξε σημαντικό ρόλο επί Τουρκοκρατίας στην ενότητα του λαού και τη διατήρηση των εθίμων. Εκεί, μέσα σε ένα ξεφάντωμα χαράς, οι ορχήστρες συναγωνίζονται μεταξύ τους πια θα καλύψει την άλλη με τη μουσική της.
Τα “Ραγκουτσάρια” είναι αυθεντικό παραδοσιακό καρναβάλι κι αποτελεί έντονη και ξεχωριστή βιωματική εμπειρία για τους συνεχώς αυξανόμενους κάθε χρόνο επισκέπτες. Ιδιαίτερα δε για αυτούς που επισκέπτονται την πόλη για πρώτη φορά, οι οποίοι μένουν έκπληκτοι από την φυσική της ομορφιά, και ενθουσιασμένοι από το ομολογουμένως εντυπωσιακό και φαντασμαγορικό θέαμα που αντικρίζουν.
Για όλα αυτά οι Καστοριανοί σας προσκαλούμε να επισκεφτείτε την πόλη στις 6, 7 και 8 Ιανουαρίου για να γιορτάσετε μαζί μας.
Η Ροδάνη
“Καστοριανές Αποκριές “Ροδάνη”
Κατ’εξοχήν Πασχαλινό έθιμο ήταν η “Ροδάνη” στην πόλη της Καστοριάς. Ξεκινούσε τη Μεγάλη Δευτέρα και κρατούσε μέχρι την Κυριακή του Θωμά. Η “Ροδάνη” είναι μια ξύλινη κατασκευή που είχε την μορφή μύλου, στηριγμένη σε δύο μεγάλους πασσάλους. Η εξέλιξή της είναι η ρόδα που συναντάμε σήμερα στα Λούνα Πάρκ στα πανηγύρια. Συγκεκριμένα αποτελείται από τα “τσιετάλια”, τον “δράχτην”, τα “λαβντάρια”, τα “στυλιάρια”, τα “σκουλαρίκια”, και τα “σκαμνιά”. Λόγο του Πάσχα τα ξύλα τα βάφανε κόκκινα. Μερικοί μαχαλάδες (συνοικίες) είχαν “ροδάνη” με δύο σκαμνιά και μερικοί με τέσσερα. Η “Ροδάνη” στηνόταν στο “μεγντάνι” (μικρή πλατεία γειτονίας) του μαχαλά. Στήνανε σε πολλους μαχαλάδες αλλά οι σημαντικότεροι ήταν του Τσανά, του Ντουλτσού και του Ξερίχι. Ήταν ένα εξαιρετικό θέαμα όπου διασκέδαζαν μικροί και μεγάλοι. Το ανέβασμα στη “ροδάνη” και η περιφορά του είναι απόλαυση και αποτελεί μια ολόκληρη εύθυμη διαδικασία, που συνοδεύεται με τραγούδια, χορούς και μουσική (χάλκινα). Τα παιδιά και οι μεγάλοι παλιά έδιναν από ένα κόκκινο αυγό ή χρήματα για να ανεβούν στην κούνια και να διασκεδάσουν.
Την αναβίωση αυτού του εθίμου, τα τελευταία χρόνια, έχει αναλάβει ο πολιτιστικός σύλλογος Καστοριάς «ΤΟ ΑΠΟΖΑΡΙ».
Οι Μπουμπούνες
“Μπουμπούνες – Χασκάρι“
Καστοριανό έθιμο που γιορτάζεται τις Απόκριες. Το βράδυ της Κυριακής της Τυροφάγου, οι κατά τόπους ανάβουν σε διάφορα σημεία της πόλης μεγάλες φωτιές, τις «Μπουμπούνες». Γύρω από κάθε φωτιά στήνεται τρανός χορός με τη συνοδεία παραδοσιακών μουσικών οργάνων (χάλκινα), και προσφέρεται κρασί και τσίπουρο καθώς και παραδοσιακά εδέσματα όπως χαλβάς, για να είναι γλυκιά η Σαρακοστή. Κάθε γειτονιά προσπαθεί να ανάψει την μεγαλύτερη φωτιά σε ύψος και διάρκεια. Στο τέλος οι πιο τολμηροί πηδάνε πάνω από τη θράκα, για να καούν οι ψήλοι όπως λέγανε οι παλαιότεροι.
Έθιμο της ίδιας βραδιάς είναι και ο “χάσκαρης”. Στην άκρη ενός κλώστη (ξύλο με το οποίο οι νοικοκυρές πλάθουν πίττες), δένουν μια κλωστή και στην άκρη της κλωστής ένα βρασμένο αυγό. Τον κλώστη κρατά ο γεροντότερος της οικογένειας και με μια ελαφριά κίνηση του χεριού, το κατευθύνει στα στόματα των μελών οι οποίοι προσπαθούν για τρεις φορές να το «χάψουν». Η Παράδοση λέει πως το Σαρανταήμερο νηστείας κλείνει το στόμα με αυγό και ανοίγει με αυγό μετά την Ανάσταση.
Στο τέλος του εθίμου καίγεται η κλωστή και ο οικογενειάρχης φωνάζει «σιτάρι- σιτάρι- σιτάρι», ή κάποιο άλλο προϊόν που καλλιεργούσαν, πράγμα που συμβολίζει την καλή σοδειά για όλη την χρονιά.
Ο Κλήδονας
Ο Κλήδονας γιορτάζεται στις 24 Ιουνίου και συμπίπτει με την γιορτή του Αϊ-Γιάννη. Σε αυτή τη γιορτή το πρωί τα αγόρια έφερναν το αγκάθι, ένα μεγάλο κλωνάρι βάτου με αγκάθια το οποίο στόλιζαν καρφώνοντας διάφορα φρούτα εποχής και στην κορυφή έβαζαν ένα λουλούδι. Από την άλλη τα κορίτσια κουβαλούσαν νερό με το γκιούμι από τη λίμνη στα βουβά. Στο γκιούμι με το βουβό νερό έριχναν διάφορα αντικείμενα ενώ τραγουδούσαν το ανάλογο τραγούδι. Το σκηνικό συμπληρώνουν χοροί, τοπικά εδέσματα και το διάβασμα της τύχης. Είναι μια εκδήλωση που συνδέεται με την τύχη των νέων κοριτσιών και την καρποφορία της γης. Οι κάτοικοι της Καστοριάς, καθώς και ο σύλλογος “ Φιλόπτωχος Αδελφότης Κυριών ” διατηρούν το έθιμο του Κλήδωνα και το αναβιώνουν στις γειτονιές της παραδοσιακής Καστοριάς.
Τα Κόλλιεντα – Κόλεντες
Τα Κόλλιεντα είναι παραδοσιακά κάλαντα της Καστοριάς που τραγουδιούνται την παραμονή των Χριστουγέννων από παρέες και πολιτιστικούς συλλόγους κρατώντας φαναράκια και ‘μασιαλάδες’ σε όλες τις γειτονιές της Καστοριάς. Σε κάθε σπίτι ψάλλουν και ειδικό τραγούδι που αναφέρεται σε όλα τα μέλη της οικογένειας ξεχωριστά, ενώ σ’ αυτούς που δεν άνοιγαν είχαν πειρακτικά και δηκτικά τραγούδια. Στα παιδιά οι νοικοκυρές μοιράζουν κεράσματα και φιλοδωρήματα.
Κάθε γειτονιά, παραμονές Χριστουγέννων επέλεγε μια «αλάνα», ένα μέρος, όπου άνοιγε μια μεγάλη τρύπα και μέσα σ’ αυτή κάθε βράδυ,ένα μήνα πριν τα Χριστούγεννα, άναβαν φωτιά με προσανάμματα και καύσιμη ύλη, που από μέρες συγκέντρωναν.
Η παράδοση θέλει να ορίζεται ένας αρχηγός-υπεύθυνος ο «κολεντάρης»,γύρω από τον οποίο και με οδηγίες ετοιμάζεται η Κόλεντα της γειτονιάς. Τι προέβλεπε αυτή η προετοιμασία: α) το άνοιγμα της τρύπας, β) τη συγκέντρωση της καύσιμης ύλης,που την αποτελούσαν αγκάθια, τσάκνα και προσανάμματα διάφορα,τα οποία συγκέντρωνε η ομάδα της γειτονίας από μέρες πριν, γ)ένα χώρο (συνήθως μια αυλή,ένα περιφραγμένο στοιχειωδώς κήπο της γειτονίας), όπου συγκέντρωναν τα «καύσιμα» αυτά, κυρίως αγκάθια και τσάκνα, που έβρισκαν στα χωράφια και στους κοντινούς λόφους,αλλά και κυρίως αγκάθια,που άρπαζαν από περιφράξεις αγρών και μετέφεραν «σέρνοντας»,ένας και δύο,παιδιά συνήθως,από την ύπαιθρο στην αυλή της Κόλεντας.
Όσο πλησίαζαν οι άγιες μέρες και φυσικά «δυνάμωνε» και το κρύο τις βραδυνές ώρες η «παρέα» συγκεντρωνόταν κάθε βράδυ μια-δυο ώρες και συντηρώντας ένα είδος μέτριας φωτιάς περνούσαν τις ώρες της αναμονής της εορτής σχολιάζοντας περασμένα μεγαλεία και σχεδιάζοντας νέες επιδόσεις.Όσο πλησίαζαν οι γιορτές,ο «Κολεντάρης»,ο αρχηγός μαζί με τους βοηθούς του,ήταν μόνιμα κοντά στην καύσιμη ύλη,τα αγκάθια και τα κούτσουρα και προς τούτο έβρισκαν και κάποιο κατάλληλο κατάλυμα,αχυρώνα ή δωμάτιο γειτονικού,φιλικού σπιτιού για διανυκτέρευση.Διότι υπήρχε ο κίνδυνος της κλοπής και αρπαγής της συγκεκριμένης καύσιμης ύλης. Παρέες και ομάδες περνούσαν από άλλες γειτονίες και με την πρώτη ευκαιρία,που έβρισκαν αφύλακτη την ύλη,ορμούσαν,άρπαζαν ένα ή δύο σωρούς από αγκάθια μπερδεμένα και πατημένα μεταξύ τους,ώστε να σχηματίζουν έναν όγκο και να φύγουν τρεχάτοι πριν γίνουν αντιληπτοί.Και αυτό γιατί; Μα για να αποδυναμωθεί η δική τους κόλεντα, ώστε όταν θα άναβαν και θα πυροδοτούσαν,για να διεκδικήσουν το βραβείο της μεγαλύτερης κόλεντας, της μεγαλύτερης φωτιάς να το πάρουν εκείνοι.
Εκτός από την προσπάθεια να κλέψουν τα αγκάθια από τις άλλες Κόλεντες, προσπαθούσαν και μάζευαν καυσόξυλα ποικίλης προελεύσεως είτε από χαλάσματα και μισογκρεμισμένους τοίχους κτισμάτων είτε και από συγκέντρωση από τα νοικοκυριά,από όπου ζητούσαν ξύλα για την Κόλεντα. Έτσι σχημάτιζαν ένα ή δύο «φορτία» καυσόξυλα,τα οποία την επομένη τα πουλούσαν στη γειτονία και έβγαζαν ένα χαρτζιλίκι για την παρέα.
Στο διάστημα και πριν ανάψουν τις φωτιές τα παιδιά διασκέδαζαν με πρόχειρη μουσική,με τραγούδια,τρώγοντας από τις προμήθειες που έκαναν από τα σπίτια τους και από προσφορές των γειτόνων.Πολλές φορές έστηναν και το χορό.Στο μεταξύ παρέες χωριανών και επισκεπτών περνούσαν από όλες τις κόλεντες, έδιναν τις ευχές τους,κερνιούνταν και διασκέδαζαν.
Στο μεταξύ,όταν πλησίαζε η μέρα να γίνει το στήσιμο της Κόλεντας,ανύψωναν ένα ξύλο και στοίβαζαν τα αγκάθια γύρω-γύρω.Προσπάθειά τους ήταν να κάνουν την πιο ψηλή και την πιο πλούσια Κόλεντα.
Οι Κόλεντες, εδώ οι φωτιές πλέον,άναβαν με το πρώτο χτύπημα της καμπάνας.την παραμονή των Χριστουγέννων.Τότε το θέαμα που δημιουργούσαν όλες οι Κόλεντες μαζί ήταν συναρπαστικό.
Μετά το πέσιμο της φλόγας οι νοικοκύρηδες της γειτονιάς έβγαιναν και έπαιρναν από ένα φτυάρι αναμμένη χόβολη,τα παιδιά την ώρα που έβλεπαν την Κόλεντα να καίγεται, οι σπίθες και οι φλόγες να διασχίζουν το σκότος της νύχτας,φώναζαν δε όλα μαζί: «Ο Χριστός μας είπε να φωνάζουμε κόλεντα μπάμπω κόλεντα, δώσε, μπάμπω, κόλεντα».
«Μπάμπω» φώναζαν τη γριά,τη γιαγιά.Τι σημαίνει άραγε αυτό;Προφανώς αυτή προοριζόταν να βγει στη πόρτα νυχτιάτικα,στη σκοτεινή νύχτα και να φιλοδωρήσει τα παιδιά. Επίσης υπήρχε και η άποψη ότι οι φωτιές αυτές θύμιζαν τους βοσκούς της Ιουδαίας, που βρέθηκαν κοντά στο σπήλαιο και ήταν από τους πρώτους που πήγαν και προσκύνησαν. Φυσικά την νύχτα είχαν και αυτοί φωτιές “αγραυλούντες” βοσκοί.
Το έθιμο αυτό που συνδέεται με την φάτνη, τη ζεστασιά,τη φωτιά, για τη θαλπωρή του Χριστού είναι πολύ ωραίο και πολύ εντυπωσιακό για τους ξένους επισκέπτες.
Βεγγέρα
Αναμνήσεις απ’ τα παλιά χρόνια (Βεγγέρα)
Τα δύσκολα μα και γλυκά χρόνια της Παλιάς Καστοριάς, τότε που οι νοικοκυρές έπλεναν στην άκρη της λίμνης και αγνάντευαν τους ψαράδες που επέστρεφαν στις αυγατές με την ψαριά τους, αλλά και τα λίγο νεότερα, πριν την εμφάνιση του ηλεκτρικού ρεύματος και του ραδιοφώνου, ο τρόπος διασκέδασης και επικοινωνίας διέφερε πάρα πολύ από το σημερινό. Τα καρναβάλια, τα Χριστούγεννα, το Πάσχα, οι ονομαστικές εορτές, και κάποια πανηγύρια ήταν οι ευκαιρίες να διασκεδάσει και να τραγουδήσει ο κόσμος της Καστοριάς. Επειδή όμως η ανάγκη για αυτό τον τρόπο έκφρασης ήταν μεγάλη διοργανώνονταν οι γνωστές σε όλους Βεγγέρες.
Οι Βεγγέρες ήταν μικρές συνάξεις κοντινών συγγενών και φίλων για φαΐ και γλέντι. Γινόταν συνήθως τις κρύες χειμωνιάτικες νύχτες στα σπίτια που τις πιο πολλές φορές είχαν και ειδική διαρρύθμιση από την κατασκευή τους για τέτοιου είδους συνευρέσεις, Ακόμη και χώρο για ορχήστρα είχαν προβλέψει σε αρκετές σάλες Αρχοντικών.
Οι οικοδεσπότες με χαμόγελο και καλοσύνη υποδεχόταν τους προσκεκλημένους που σιγά σιγά κατέφταναν. Αφού συγκεντρωνόταν όλοι ακολουθούσε από την οικοδέσποινα το κέρασμα του γλυκού του κουταλιού για να δώσουν όλοι με γλυκό στόμα τις πρώτες ευχές. Μετά από λίγο ακολουθούσαν οι μεζέδες που την εποχή εκείνη ήταν τηγανιές χοιρινές, λουκάνικα σπιτικά καθώς και τραγανές (Καρτσανιστές) Καστοριανές πίτες. Ακολουθούσαν φρούτα εποχής, μήλα, κάστανα και ξηροί καρποί, καρύδια, αμύγδαλα, φουντούκια, μα εκείνο που όλοι περίμεναν με περιέργεια για την επιτυχία του, ήταν το κόκκινο κρασί για να ζεστάνει ακόμα περισσότερο τη συντροφιά.
Το πρώτο τραγούδι της βραδιάς ακουγόταν από τους οικοδεσπότες που ήταν το τραγουδιστό καλωσόρισμα «Φίλοι καλωσορίσατε χίλιοι και δυο χιλιάδες», ενώ απαντούσαν οι προσκεκλημένοι «Εμείς εδώ δεν ήλθαμε να φάμε και να πιούμε μόνον για την αγάπη σας και να σας ευχηθούμε» και με το τραγούδι των ευχών άναβε η όρεξη για γλέντι.
Ο μεγαλύτερος της παρέας άρχιζε με ένα επιτραπέζιο Καστοριανό «Σαρανταπέντε Κυριακές κι εξηνταδυό Δευτέρες,, δεν είδα την αγάπη μου, δεν είδα την καλή μου». Σε λίγο ο πιο εύθυμος της παρέας άρχιζε ένα πιο γρήγορο σκοπό τραγουδώντας «Τρία καροφύλλια τζάνεμ τρία καροφύλλια άιντε σ’ ένα κλωνάρι». Επίσης απαραίτητο τραγούδι της βραδιάς ήταν και η Εβραιοπούλα «Ένα Σαββάτο βράδυ ντα βάι-βάι μια Κυριακή πρωί βγήκα να σεργιανίσω στο Εβραίικο το τσαρσί» και αν κατά τύχη το σπίτι που γινόταν η Βεγγέρα ήταν κοντά στον Εβραίικο μαχαλά, το τραγουδούσαν πιο δυνατά για να ακούνε οι Εβραιοπούλες. Επίσης από τα τραγούδια που ακουγόταν ήταν και «Του Παπά Μανιού», «Η Νέτα του Φασιούλα» «Εμένα η μάνα μου με είχε χαδιάρα και κανακάρα» τραγούδια από την καθημερινή ζωή της Καστοριάς, καθώς και τραγούδια για τα αγαπημένα τους πρόσωπα που ήταν ξενιτεμένα.
Τα παιδιά που παρακολουθούσαν τα καμώματα των μεγαλύτερων μαζί με τις ιστορίες που τα συνόδευαν, σιγά σιγά νύσταζαν και πήγαιναν για ύπνο όλα μαζί σε ένα δωμάτιο στρωματσάδα, ενώ τα τραγούδια και οι μουσικές των μεγαλύτερων τους νανούριζαν γλυκά.
Καθώς γλυκοχάραζε το κέφι δεν έπεφτε τις περισσότερες φορές και το ρεπερτόριο των τραγουδιών προσαρμόζονταν ανάλογα, ενώ έξω στις αυλές τραγουδούσαν «Γλυκοχαράζει η χαραυγή κ’ οι όμορφες κοιμούνται» και μέσα στη μέθεξη του γλεντιού και της χαράς αποκοιμιόταν όλοι μαζί στρώνοντας καταής στη σάλα του σπιτιού.
River Party, Νεστόριο Καστοριάς
Το River Party το μεγαλύτερο φεστιβάλ ελληνικής μουσικής, πραγματοποιείται αρχές Αυγούστου, στο πρώτο Σαββατοκύριακο.
Δημιουργώντας την ψυχαγωγία όπως την θέλετε. Αυτονόητη, όμορφη, χαρούμενη, ανθρώπινη, αυθόρμητη, φυσική. Με μια λέξη, τέχνη. Μία τέχνη εκτός των τειχών.
Συγκεντρώνει σε πέντε μόλις ημέρες περισσότερους από 50.000 επισκέπτες, ξεπερνώντας ταυτόχρονα τις 4.000 φιλοξενούμενες σκηνές στο χώρο του.
Στις μουσικές σκηνές του φεστιβάλ εμφανίζονται τα μεγαλύτερα ονόματα της ελληνικής δισκογραφίας που περιοδεύουν το καλοκαίρι με παράλληλες εκδηλώσεις όπως: επαγγελματική πίστα paintball, bungee jumping, τοξοβολία, γέφυρα Νεπάλ, bungee trampoline και πολλά άλλα.
Όταν η μαγεία ζει για 5 ημέρες, μπορεί να κρατήσει για πάντα!