Κλασικισμός

19ος αιώνας: Η κλασικιστική μορφολογία στον ελληνικό χώρο

της  Δώρας Μονιούδη-Γαβαλά

 

Η ιστορική μορφολογία στην Ελλάδα – Ο κλασικισμός

Η Ελλάδα έγινε ανεξάρτητη στις 3/15 Φεβρουαρίου 1830, σε μια χρονική φάση που ο κλασικισμός στην Ευρώπη είχε δώσει ήδη αξιόλογα δείγματα στην αρχιτεκτονική. Η συγκυρία να ανακηρυχθεί βασιλιάς της Ελλάδας ο Όθωνας από τη Βαυαρία, γιος του Λουδοβίκου, ενός από τους πιο φανατικούς ιδεολόγους του κλασικισμού, ήταν φυσικό να οδηγήσει στην επικράτηση της κλασικιστικής μορφολογίας στον ελληνικό χώρο. Η έλευση του Όθωνα και των Βαυαρών στην ελεύθερη Ελλάδα ήταν ο κύριος τρόπος επικράτησης του κλασικισμού. Πρέπει πάντως να επισημανθεί ότι η ιστορική μορφολογία ήλθε στην Ελλάδα και με άλλους τρόπους: Ο παλαιότερος είναι η χαριτωμένη παρουσία στα Ιόνια νησιά μιας σεμνής εξελληνισμένης υστεροαναγεννησιακής ρυθμολογίας που έρχεται με τις διαδοχικές κατοχές (βενετσιάνικη, γαλλική και αγγλική). Άλλος τρόπος είναι η ανάλογη παρουσία κατεξοχήν σεμνής και εξελληνισμένης υστεροαναγεννησιακής μορφολογίας στις Κυκλάδες, εξαιτίας της επιβίωσης εκεί ζωντανών προπυργίων της παπικής εκκλησίας, πολύ λαϊκότερης από την αντίστοιχη στα Ιόνια νησιά. Άλλος τρόπος είναι αυτός που έρχεται στην τουρκοκρατούμενη βόρεια Ελλάδα και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου στη διάρκεια του 19ου αιώνα, και χαρακτηρίζεται από στοιχεία των παρεφθαρμένων μεσευρωπαϊκών κλασικών ρυθμών, φιλτραρισμένων από διέλευση μέσω Κωνσταντινούπολης. Πάντως ο κύριος τρόπος επικράτησης της ιστορικής μορφολογίας του κλασικισμού είναι μέσω της προβολής της από τους Βαυαρούς.

 

Η στροφή προς την αρχαιότητα δημιούργησε, στην αρχή τουλάχιστον, κλασικιστικά έργα με γερμανική αντίληψη στην Ελλάδα, στο χώρο που γέννησε τις πηγές έμπνευσης του κλασικισμού. Όμως η εισαγωγή έτοιμου μορφολογικού λεξιλογίου και η καθιέρωσή του επίσημα είχε ως αποτέλεσμα να παραμεληθούν οι τοπικές μορφές και η λαϊκή παράδοση, που δεν θεωρείται πια αντάξια να εκφράσει τις ανάγκες και τις απαιτήσεις του νέου κράτους. Δεν είναι ασφαλώς αλήθεια πως μετά τη μακροχρόνια οθωμανική κατοχή η αρχιτεκτονική στην Ελλάδα βρισκόταν τότε σε ύφεση. Υπήρχε η βυζαντινή παράδοση και η λαϊκή αρχιτεκτονική που θα μπορούσαν να δώσουν το πλαίσιο του νέου ξεκινήματος. Η επιβολή της νέας αρχιτεκτονικής «καθαρεύουσας» αδυνάτισε τις τοπικές ρίζες της ελληνικής αρχιτεκτονικής.

 


Ο κλασικισμός στην Ελλάδα και την Αθήνα

 

Ο κλασικισμός χαρακτηρίζεται από την «ανακάλυψη» κατά κύριο λόγο των μορφών του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού κόσμου. Είναι μια αρχιτεκτονική που στηρίζεται στην τεκμηριωμένη γνώση της συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου.

 

Ο κλασικισμός στην Ελλάδα συνδέεται με την Επανάσταση του 1821 και μπορεί να θεωρηθεί ως αρχιτεκτονική μετεπαναστατική έκφραση του ελληνικού έθνους τόσο μέσα όσο και έξω από τα όρια του νεοϊδρυόμενου ελλαδικού κράτους. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το επαναστατικό γεγονός ήταν η ίσης σημασίας αιτία που οδήγησε τη μετάβαση της νεοελληνικής αρχιτεκτονικής από τη μεταβυζαντινή μορφολογία, που επιβίωνε μέχρι τότε, στην κλασική περίοδο, που αναβίωσε ως κλασικιστική τεχνοτροπία. Είναι δηλαδή το απότοκο τόσο του οραματικού επαναστατικού στόχου (εθνική αναγέννηση, ελληνικό κλασικό αρχιτεκτονικό πρότυπο) όσο και  των συγκυριών με τις οποίες το νέο στυλ ήλθε και ρίζωσε στην Ελλάδα (με τον Όθωνα και τους Βαυαρούς). Ο νεοκλασικισμός στην Ελλάδα ταυτίστηκε με την τέχνη των αρχαίων προγόνων, έχοντας ενθουσιώδη αποδοχή από την κοινωνία. Αποτελούσε τη μόνη κατάλληλη αρχιτεκτονική για το ελεύθερο ελληνικό κράτος, ενώ συμβόλιζε άμεσα τον ελληνισμό για τις διάσπαρτες ελληνικές κοινότητες από τη Ρωσία μέχρι την Αίγυπτο. Η Αθήνα γεμίζει με κλασικιστικά κτίρια, δημιουργώντας «Σχολή». Με ισχυρή επίδραση του γερμανικού κλασικισμού επηρεάζει έντονα όλη την ελληνική επικράτεια και γεμίζει πόλεις και πολίχνες με ανάλογα κτίρια. Η αρχιτεκτονική που ήλθε με τον Όθωνα και τους αρχιτέκτονές του, αποπνέει επιβολή, μνημειακότητα και λαμπρό εσωτερικό και εξωτερικό διάκοσμο, αντάξιο ενός βασιλικού θεσμού. Έχει θεοκρατικό χαρακτήρα και εκφράζει μια  νέα αστική και λόγια τάξη, που εμπνέεται από τα οράματα του ουμανισμού και τρέφεται με τις ελπίδες της νεκρανάστασης του κλασικού κόσμου στα πλαίσια του ελληνικού έθνους.

 

Η κλασικιστική τεχνοτροπία γνώρισε διάφορες φάσεις και παραλλαγές. Η σύντομη περίοδος διακυβέρνησης του Καποδίστρια παρουσιάζει δείγματα μιας κλασικιστικής αρχιτεκτονικής λιτής και αυστηρής σε όγκους και διακοσμητικά στοιχεία. Δεν αποδέχεται τόσο τα μορφολογικά στοιχεία της κλασικιστικής αρχιτεκτονικής, όσο την καθαρή γραμμή και ένα πρωτογενή γεωμετρισμό. Μπορούν να θεωρηθούν συνέχεια της τοπικής ελληνικής μορφολογίας, με τους καθαρούς όγκους και τη γνώριμη ελληνική κλίμακα.

 


Ο νεοκλασικός ρυθμός στην Αθήνα και την Ελλάδα σε σχέση με τον δυτικοευρωπαϊκό

 

Μια μορφολογική σύγκριση μεταξύ του ελληνικού και αθηναϊκού νεοκλασικού ρυθμού και του προγενέστερου χρονικά δυτικοευρωπαϊκού, μπορεί να αποδώσει στον πρώτο τα παρακάτω χαρακτηριστικά:

  1. Μια ενότητα μορφής και κατασκευής, που αναδεικνύει τη ρυθμολογική πλευρά του έργου και συμβάλει στην αισθητική ισορροπία του. Ο ελληνικός κλασικισμός είναι ίσως το ωραιότερο δείγμα του είδους στον 19ο αιώνα, όπου ο ορθολογισμός της κατασκευής συνδυάζεται με την ωραία μορφολογία.
  2. Μια καθαρότητα στη λεπτομέρεια και μια ευγένεια στις αναλογίες που οφείλονται στην κοντινή παρουσία των μεγαλόπρεπων αρχαίων προτύπων, χωρίς αυτό να σημαίνει έναν αρχαιολογικό παροξυσμό.
  3. Η καθαρότητα στη λεπτομέρεια οφείλεται στην ορθή χρήση του ελληνικού μαρμάρου και των μεσογειακών δομικών υλικών, που διαμόρφωσαν άλλωστε και τη δομική φυσιογνωμία της αρχαίας ελληνορωμαϊκής αρχιτεκτονικής.
  4. Μια μορφολογική προσαρμογή στο ελληνικό περιβάλλον και στο λαμπρό ελληνικό φως, καθώς και μια σοφή εκλεπτυσμένη χρήση των αρχαίων ελληνικών χρωματισμών.
  5. Μια ιδιαίτερη επισήμανση: ο νέος ρυθμός χαρακτηρίζεται από την ανθρώπινη κλίμακα. Οι διαστάσεις του είναι πολύ μικρότερες σε σύγκριση με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά κτίρια, και τα οικοδομήματά του αποτελούν μια εξανθρωπισμένη παρουσία. Τα κτίρια του ίδιου ρυθμού στη Δύση είναι όλα πελώριων διαστάσεων, ενώ ο ελληνικός κλασικισμός είναι πολύ μετρημένος στην κλίμακά του, πολύ ανθρώπινος.

 

Η εξέλιξη τόσο στην Αθήνα όσο και στην Ελλάδα ολόκληρη του επίσημου και του λαϊκού νεοκλασικού ρυθμού αποδεικνύει ότι δεν υπήρξε μια απλή αντιγραφή του διεθνούς συρμού, αλλά είχε πολιτιστικό βάθος και έτσι έγινε σύμβολο για να καλύψει αισθητική αλλά και πολιτική ανάγκη.

 


Τα πρώτα δημόσια οικοδομήματα στην Αθήνα

 

Τα πρώτα δημόσια οικοδομήματα που χρονολογούνται μεταξύ του τέλους του έτους 1834 και των αρχών του 1835 είναι:

οι Βασιλικοί Σταύλοι, που καταλάμβαναν ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο στην νεοδιανοιγμένη οδό Σταδίου, εκεί όπου είναι το Μέγαρο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού (σήμερα εμπορικό κέντρο Attica).

το Νομισματοκοπείο, στη βόρεια πλευρά της πλατείας Κλαυθμώνος, που χρησιμοποιήθηκε αργότερα με προσθήκες και συμπληρώσεις ως Υπουργείο Οικονομικών (κατεδαφίστηκε το 1939).

 


Οι κυριότεροι δημιουργοί του κλασικισμού

  • Η πρώτη –από το 1833 και μετά– εμφάνιση διαμορφωμένων αστικών κτηρίων στην Αθήνα και μάλιστα στο πνεύμα της λιτής κλασικής ρυθμολογίας οφείλεται κατά κύριο λόγο στους Βαυαρούς μηχανικούς και αρχιτέκτονες της συνοδείας του Όθωνα. Οι πρώτοι αρχιτέκτονες της Αθήνας όπως ο Σταμάτης Κλεάνθης, ο Εδουάρδος Σάουμπερτ, ο Χριστιανός Χάνσεν, ο Παναγής Κάλκος κ.ά. έχοντας σπουδάσει σε Σχολές της Ευρώπης μετείχαν οπωσδήποτε του πνεύματος της «αρχαιολατρείας» που δέσποζε στη Δύση, κυρίως στις δύο πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Οι κυριότεροι δημιουργοί του κλασικισμού:
  • F. Gartner (Παλαιά ανάκτορα – σήμερα Βουλή των Ελλήνων)
  • Th. Hansen (Ακαδημία, Εθνική Βιβλιοθήκη, Αστεροσκοπείο)
  • Ch. Hansen (Πανεπιστήμιο, Μητρόπολη Αθηνών)
  • Leo von Klenze (Εκκλησία Καθολικών)
  • Weiler (Στρατιωτικό Νοσοκομείο)
  • Lange (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο)
  • Boulanger (Ζάππειο, Παλαιά Βουλή)
  • E. Ziller (Ανάκτορα οδού Ηρώδου Αττικού-σήμερα Προεδρικό Μέγαρο / Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο / Βασιλικό Θέατρο-σήμερα Εθνικό Θέατρο / Ιλίου Μέλαθρο -σήμερα Νομισματικό Μουσείο / Σχολή Ευελπίδων / Μέγαρο Μελά / Δημαρχείο Ερμούπολης Σύρου)
  • Σταμ. Κλεάνθης (Παλαιό Πανεπιστήμιο, κατοικίες, ξενοδοχεία κ.α.)
  • Λύσ. Καυταντζόγλου (Πολυτεχνείο, Αρσάκειο, Ναό Αγίου Κωνσταντίνου, Ναό Αγ. Ειρήνης)

 


Ο νεοκλασικός ρυθμός – Ο επίσημος και ο λαϊκός κλασικισμός

 

  • Από τα πρώτα βήματα του νέου ελληνικού κράτους η νεοκλασική αρχιτεκτονική έγινε αποδεκτή ως ο επίσημος εθνικός ρυθμός. Το φαινόμενο αυτό επισημαίνει ένα ιδιαίτερης σημασίας πνευματικό αντιδάνειο: το πολιτιστικό κίνημα του νεοκλασικισμού επιστρέφει ως «προσφορά που εισάγεται από το εξωτερικό» στον τόπο που δημιουργήθηκαν και από όπου «εξήχθησαν» οι βασικές ιδέες του και οι αρχικές μορφές του.
  • Παράλληλα με την ανάπτυξη του επίσημου νεοκλασικού ρυθμού των δημοσίων κτιρίων και των ιδιωτικών μεγάρων, παρατηρήθηκε η ανάπτυξη ενός λαϊκού κλασικισμού, ενός ρυθμού με πολύ μικρές διαστάσεις, πραγματικά ταπεινού, χαριτωμένου. Αυτά τα μικρά νεοκλασικά κτίσματα διατήρησαν σε πολλές περιπτώσεις μια μη-κλασική εσωτερική διαρρύθμιση, που συνεχίζει την παράδοση της αρχαίας ελληνικής και μεταβυζαντινής διάταξης γύρω από μια αυλή. Οι προσόψεις τους όμως καθώς και άλλα διακοσμητικά μέλη παρουσιάζουν μια κλασική επένδυση πραγματικά χαριτωμένη: κεραμική διακόσμηση, κιονόκρανα, ακρωτήρια, ακροκέραμα, ακόμα και τρισδιάστατα αγάλματα, τους προσδίδουν περισσότερη χάρη. Στην Αθήνα αλλά και την Ελλάδα ολόκληρη εξελίσσονται παράλληλα ένας μεγαλοπρεπής επίσημος ρυθμός και ένας μικρός αδελφός λαϊκός και ταπεινός, που μιλάει στις καρδιές των απλών ανθρώπων.