Περιοχές …
Κάστρο Κορώνης
Το Κάστρο της Κορώνης είναι από τα πιο γνωστά της Ελλάδας. Κτίστηκε στη μορφή που το βλέπουμε σήμερα από τους Ενετούς τον 13ο αιώνα. Ακόμα και σήμερα, κατοικείται.
Το κάστρο της Κορώνης είναι ένα από τα πιο γνωστά κάστρα του ελλαδικού χώρου, στα νοτιοανατολικά παράλια του Νομού Μεσσηνίας. Δεσπόζει πάνω από τη σημερινή πόλη της Κορώνης, στην κορυφή του λόφου και είναι το μόνο Κάστρο στην Ελλάδα που συνεχίζει να κατοικείται έως σήμερα.
Χτίστηκε κατά τους βυζαντινούς χρόνους, άγνωστο πότε ακριβώς, εκεί όπου βρισκόταν η πόλη της αρχαίας Ασίνης.
Το κάστρο της Κορώνης στη μορφή που το βλέπουμε σήμερα, αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα βενετσιάνικης οχυρωματικής αρχιτεκτονικής.
Η κεντρική είσοδος, η πύλη του κάστρου της Κορώνης, είναι διαμορφωμένη σε μια μεγάλη τετράγωνη κατασκευή, η οποία και ξεχωρίζει από μακριά. Η κορυφή της, στο κατώτερο τμήμα, απολήγει σε ένα οξυκόρυφο τόξο. Στο ανώτερο σημείο, όπου υπήρχε το δωμάτιο της φρουράς της πύλης, σχηματίζεται καμπύλο τόξο.
Την εποχή της ακμής του κάστρου της Κορώνης υπήρχε πριν από την είσοδο πρόπυλο, που διατηρήθηκε μέχρι την Ελληνική Επανάσταση, με παραστάδες, δεξιά και αριστερά, και πάνω από την είσοδο ανάγλυφο με το Λιοντάρι του Αγίου Μάρκου. Αμέσως μετά ανοιγόταν μια εσωτερική αυλή, που οδηγούσε στην πύλη.
Κατά την είσοδο σας στο κάστρο, θα δείτε χωράφια και κατοικίες στο αριστερό σας χέρι. Αν συνεχίσετε αριστερά στο πρώτο δρομάκι, θα κατευθυνθείτε προς τη πύλη Β’, η οποία από τη μία πλευρά οδηγεί στην παραλία αλλά και στο μεγάλο πλάτωμα στο δεξί σας χέρι. Αξίζει μια στάση σε αυτό το πλάτωμα για να θαυμάσετε τη συγκλονιστική θέα: όλος ο Μεσσηνιακός κόλπος στα πόδια σας και στο βάθος οι χιονισμένες κορυφές του Ταΰγετου.
Μέσα στο κάστρο της Κορώνης και πάνω στα ερείπια αρχαίου ναού αφιερωμένου στον Απόλλωνα και μιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής χτίστηκε ο βυζαντινός ναός της Αγίας Σοφίας, ενώ κοντά θα συναντήσετε και το ναό του Άγιου Χαραλάμπους, που αρχικά ήταν καθολική εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Ρόκκο, στη συνέχεια μετατράπηκε σε οθωμανικό τέμενος και αργότερα σε ορθόδοξο ναό. Αξίζει επίσκεψης και το μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου.
Στην σκιά του κάστρου της Κορώνης, από την έξοδο μετά το νεκροταφείο, θα βρεθείτε στην εκκλησία της Ελεήστρας του 1900, πολιούχου της πόλης (γιορτάζει ανήμερα της Ζωοδόχου Πηγής).
Κάστρο Μεθώνης
Το κάστρο της Μεθώνης δεσπόζει επιβλητικό στο νοτιοδυτικότερο άκρο της Πελοποννήσου. Είναι μια από τις πιο χαρακτηριστικές καστροπολιτείες στον ελληνικό χώρο, με έκταση περίπου 93 στρέμματα, ενώ στην άκρη, στην απόληξη προς τη θάλασσα βρίσκεται το Μπούρτζι, όπου μπορεί κανείς να φτάσει από πλακόστρωτο διάδρομο μέσω της Πύλης της Θάλασσας.
Το κάστρο της Μεθώνης χτίστηκε το 1209 από τους Ενετούς σε έναν βράχο που εισχωρεί στην θάλασσα και χωρίζεται από την ξηρά με τεχνητή τάφρο. Από τα εντυπωσιακότερα τμήματα του κάστρου είναι η γέφυρα που το συνδέει με τη στεριά και η διακοσμημένη με ανάγλυφα πύλη του. Η πέτρινη γέφυρα από δεκατέσσερα τόξα, χτίστηκε πάνω από την τάφρο από τους τεχνικούς της Expedition scientifique de Μοree, που συνόδευε τον στρατηγό Μαιζόν, το 1828. Αριστερά και δεξιά της εισόδου διατηρούνται οι δυο μεγάλοι προμαχώνες, ενώ στη δυτική άκρη βρίσκεται ο προμαχώνας Bembo, που χτίστηκε στη διάρκεια του 15ου αιώνα.
Η βόρεια πλευρά του Κάστρου της Μεθώνης είχε πάρει την τελική της διαμόρφωση στις αρχές του 18ου αιώνα και αυτήν διατηρεί μέχρι σήμερα. Το ύψος του τείχους σ’ αυτή την πλευρά φθάνει τα 11 μέτρα περίπου. Ο θολοσκέπαστος δρόμος που ξεκινά από την πύλη εισόδου, οδηγεί από μια δεύτερη πύλη και μετά μια Τρίτη, στο εσωτερικό του κάστρου.
Στο εσωτερικό του Κάστρου της Μεθώνης σώζονται ερείπια από τα σπίτια στα οποία κατοικούσαν την περίοδο της ακμής οι βενετσιάνοι άρχοντες, ο πλακόστρωτος δρόμος που οδηγούσε στην Πύλη της Θάλασσας, τα ερείπια ενός τουρκικού λουτρού, της βυζαντινής εκκλησίας της Αγίας Σοφίας, κοντά στην οποία βρέθηκε μία πλάκα με λατινικά γράμματα (που χρονολογείται στα 1714), τμήματα δωρικών κιόνων και ένας μονολιθικός κίονας από γρανίτη όπου υποτίθεται ότι ήταν στημένο είτε το φτερωτό λιοντάρι της Βενετίας είτε η προτομή του Μοροζίνι, ενός Δόγη της Βενετίας – γι´ αυτό και ονομάζεται «στήλη του Μοροζίνι».
Η μεγάλη ακμή του Κάστρου της Μεθώνης τοποθετείται την περίοδο της Α’ Ενετοκρατίας, δηλαδή κατά τον 13ο-15ο αιώνα, ενώ η οριστική παρακμή του επήλθε μετά το 1828, όταν πλέον ο πληθυσμός του μεταφέρθηκε εκτός των τειχών.
Κατακόμβες Αγίου Ονουφρίου
Ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της Μεθώνης στη Μεσσηνία είναι το Παλαιοχριστιανικό Κοιμητήριο, οι κατακόμβες του Αγίου Ονουφρίου, καθώς είναι το παλαιότερο και μοναδικό στο είδος του νεκροταφείο που έχει βρεθεί σε ολόκληρη την Πελοπόννησο. Ιδρύθηκε μάλλον τον 4ο αιώνα και ήταν σε χρήση έως τον 6ο αιώνα μ.Χ.
Οι κατακόμβες του Αγίου Ονουφρίου είναι λαξευμένες στο φυσικό από πωρόλιθο βράχο, αποτελούνται από έξι θαλάμους και περικλείουν αφενός αρκοσόλια, (σκαμμένες αψίδες πάνω στους τοίχους) όπου μέσα σ’ αυτά ανοίγονταν οι τάφοι και αφετέρου λακκοειδείς τάφους που έχουν σκαφτεί στο έδαφος.
Κατά τους ύστερους βυζαντινούς χρόνους οι κατακόμβες του Αγίου Ονουφρίου είχαν μετατραπεί σε ασκητήριο. Τότε κτίστηκε τοίχος μπροστά από τον πρώτο θάλαμο, ο οποίος επιπλέον κοσμήθηκε και με νέες τοιχογραφίες, ελάχιστα μέρη των οποίων διασώθηκαν. Το κοιμητήριο παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες με τις παλαιοχριστιανικές κατακόμβες της Μήλου καθώς και της Κάτω Ιταλίας και Σικελίας.
Οι κατακόμβες του Αγίου Ονουφρίου βρίσκονται στο 2ο χιλιόμετρο Μεθώνης – Πύλου στην παράκαμψη αριστερά για τον Άγιο Αθανάσιο. Θα τις βρείτε έπειτα από μια σύντομη πεζοπορία προς την κορυφή του χαμηλού λόφου. Πολύ κοντά στις κατακόμβες υπάρχει ακόμα ένα σημαντικό μνημείο, ο Βυζαντινός Ναός του Αγίου Βασιλείου.
Μπούρτζι
Το Μπούρτζι, στη Μεθώνη της Μεσσηνίας, είναι το μικρό οχυρό στη νησίδα στα νότια του κάστρου της Μεθώνης , με το οποίο συνδέεται με μια αψιδωτή, πέτρινη, πλακόστρωτη γέφυρα.
Το Μπούρτζι αποτελείται από έναν οκτάπλευρο πύργο, ο οποίος περιβάλλεται από χαμηλό οκτάπλευρο τείχος. Ο πύργος είναι διώροφος, ενώ καλύπτεται από ημικυλινδρικό τρούλο. Πέτρινες σκάλες οδηγούν στον όροφο του πύργου, όπου διαμορφώνεται αίθουσα με κανονιοθυρίδες περιμετρικά.
Η οικοδόμηση του οχυρού στο Μπούρτζι άρχισε λίγο πριν το 1500 από τους Ενετούς και ολοκληρώθηκε από τους Οθωμανούς κατά τον 16ο αιώνα. Σύμφωνα με τον Τούρκο περιηγητή Evliya Celebi, χρονολογείται από την εποχή του Suleyman Α’ του Μεγαλοπρεπούς (1520-1566), λίγο μετά την κατάληψη της βενετικής Modon.
Το Μπούρτζι χρησιμοποιήθηκε, εκτός από οχυρό και ως φάρος, ενώ μετά την έλευση του Ιμπραήμ στη Μεθώνη το 1825, έγινε πύργος – φυλακή, όπου υπέστησαν βασανιστήρια και βρήκαν φριχτό θάνατο εκατοντάδες αιχμάλωτοι. Εδώ, τον Οκτώβριο του 1825, νικημένος από τις κακουχίες και τη χολέρα, πέθανε και ο «Άγιος Μεθώνης», Γρηγόριος Παπαθεοδώρου, ένας από τους ιερωμένους που πολέμησαν στην ελληνική Επανάσταση. Σύμφωνα με την παράδοση, το πτώμα του ρίχτηκε στα αφρισμένα κύματα και χάθηκε.
Νιόκαστρο
Ένα από τα καλύτερα διατηρημένα κάστρα της Ελλάδας είναι το Νιόκαστρο της Πύλου, που χτίστηκε επί Τουρκοκρατίας, στα 1573, για να ελέγχουν οι Τούρκοι τις δυτικές ακτές της Πελοποννήσου. Ονομάστηκε Νιόκαστρο, για να διαχωρίζεται από το Παλαιόκαστρο, που ήταν δημιούργημα των Φράγκων και δέσποζε στο βόρειο τμήμα του κόλπου του Ναυαρίνου.
Στα 1816 σύμφωνα με τον Πουκεβίλ, το Νιόκαστρο, πρωτεύουσα της επαρχίας του Ναβαρίνου φιλοξενούσε 600 τούρκους κατοίκους (142 οικογένειες), ενώ 130 έλληνες (17 οικογένειες) ζούσαν στη συνοικία εκτός των τειχών.
Το Μάρτιο του 1821 με την κήρυξη της Επανάστασης κατέφυγαν στο Νιόκαστρο οι Τούρκοι της Αρκαδίας, οι οποίοι και σφαγιάστηκαν από τους Έλληνες πολιορκητές λίγους μήνες μετά. Το 1825 ο Ιμπραήμ πολιορκεί το Νιόκαστρο, που πέφτει στα χέρια του λίγες μέρες μετά, ενώ απελευθερώνεται τελικά το 1828 από τον συμμαχικό στόλο, υπό τον στρατηγό Μαιζόν. Από τα Οθωνικά χρόνια και ως το 1941 το κάστρο χρησιμοποιήθηκε ως φυλακή, αφού έπαψε πια να κατοικείται.
Το Νιόκαστρο σήμερα διατηρείται εκπληκτικά στην παλιά επιβλητική του μορφή, εκτός από το Νότιο μεγάλο του πύργο που κόπηκε στη μέση όταν κατά τη γερμανική κατοχή το 1944 ανατινάχθηκαν τα πυρομαχικά που ήταν αποθηκευμένα εκεί από συμμαχικό βομβαρδισμό.
Το κάστρο ήταν ιδιαίτερα ισχυρό καθώς διέθετε τριπλή αμυντική οχύρωση: τάφρο, τείχη και την ισχυρή Ακρόπολη. Τα τείχη του είναι χτισμένα με πελεκημένους ασβεστόλιθους και πωρόλιθους και φτάνουν τα 8,5 μ ύψος και τα 2,5-3 μέτρα πάχος.
Στο βόρειο τμήμα του Νιόκαστρου, βρίσκεται η Πύλη με τη Ζεματίστρα από την τρύπα της οποίας οι πολιορκημένοι έριχναν καυτό νερό ή λάδι. Στο άλλο άκρο βρίσκεται ο βόρειος πύργος (ή καστράκι του Αγίου Μάρκου) προμαχώνας με πολλά κανόνια.
Εντός των τειχών στο Νιόκαστρο, βρίσκεται σήμερα σε πολύ καλή κατάσταση ο στρατώνας, ο οποίος χτίστηκε από τον Γάλλο Στρατηγό Maison. Ο επάνω όροφος του κτηρίου είναι προσβάσιμος από δύο εισόδους, που βρίσκονται στις δύο άκρες του κτηρίου. Χρησιμοποιείται από το κέντρο ενάλιων αρχαιοτήτων ως βιβλιοθήκη και κάποια δωμάτια σαν ξενώνας επιστημονικού προσωπικού.
Το κτίριο του Πασά (απέναντι από το ναό της Μεταμορφώσεως της Σωτήρος) χρονολογείται στο 17ο και 18ο αιώνα. Εκεί σήμερα φιλοξενείται το πρώτο Μουσείο έκθεσης ενάλιων αρχαιολογικών ευρημάτων στον Ελλαδικό χώρο, με ευρήματα από τα ναυάγια της περιοχής της Πύλου.
Κάστρο Κυπαρισσίας
Η ιστορία του Κάστρου της Κυπαρισσίας χάνεται στη μυθολογία και στους «Γίγαντες» οι οποίοι λέγεται ότι έχτισαν το κάστρο τους στο ύψωμα αυτό. Οι πέτρες από τις οποίες είχε χτιστεί ήταν τεραστίων διαστάσεων, κάποιες με μήκος 4μ. και πλάτος 1,64μ. και κάποιες άλλες με μήκος 1,38μ. και πλάτος 1,80 μ., γι’ αυτό και το Κάστρο ονομάζεται και «Κάστρο των Γιγάντων».
Η Κυπαρισσία κατοικημένη ήδη από την Μυκηναϊκή εποχή, γνώρισε μεγάλη ακμή κατά την ελληνιστική περίοδο και στην θέση που βρίσκεται σήμερα το κάστρο βρισκόταν η αρχαία ακρόπολη. Πάνω σε αυτή την αρχαία πόλη κτίστηκε Βυζαντινό φρούριο. Κατά τους Μεσαιωνικούς χρόνους η περιοχή ονομάστηκε Αρκαδιά από τους πολλούς Αρκάδες που κατέφυγαν εκεί λόγω Σλαβικών επιδρομών στην περιοχή τους και το Κάστρο της Κυπαρισσίας ονομάστηκε «Κάστρο της Αρκαδίας», ονομασία που διατηρεί μέχρι και σήμερα. Το 1205 η περιοχή καταλαμβάνεται από τους Φράγκους και το κάστρο που οχυρώνεται εκ νέου παίρνει τη σημερινή του μορφή. Στις τέσσερις γωνίες του κάστρου χτίζονται πύργοι, ένας εκ των οποίων ο ανατολικός, διατηρείται μέχρι σήμερα και ονομάζεται «Πύργος του Ιουστινιανού».
Στους αιώνες που ακολουθούν το κάστρο της Κυπαρισσίας δέχεται πολλές καταστροφές και ανακατασκευές από τους κατακτητές, Τούρκους και Ενετούς. Κατάλοιπο από την οθωμανική κυριαρχία είναι το τετράγωνο κτίσμα δίπλα στην κατεστραμμένη πύλη του εσωτερικού περιβόλου που έχει ταυτιστεί με τζαμί.
Τη δεκαετία του ‘70 μέσα στο κάστρο της Κυπαρισσίας χτίστηκε ένα μικρό αμφιθέατρο που φιλοξενεί κατά τους καλοκαιρινούς μήνες πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Στο πέρασμα των αιώνων, το Κάστρο της Κυπαρισσίας εξακολουθεί να αποτελεί το σήμα κατατεθέν της πόλης, προσφέροντας στους επισκέπτες μια καταπληκτική θέα προς την πόλη, αλλά και ολόκληρο τον Κυπαρισσιακό κόλπο.
Μουσεία …
Αρχαιολογικό Μουσείο Μεσσηνίας
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Μεσσηνίας βρίσκεται στην καρδιά του Ιστορικού κέντρου της Καλαμάτας εκεί όπου παλιά βρισκόταν η παλιά Αγορά της πόλης. Μετά τον καταστροφικό σεισμό του 1986 το οικοδόμημα της Αγοράς κατεδαφίστηκε λόγω των σοβαρών ζημιών που είχε υποστεί.
Το νέο οικοδόμημα παραχωρήθηκε από το Δήμο στο Υπουργείο Πολιτισμού, προκειμένου να λειτουργήσει ως Αρχαιολογικό Μουσείο Μεσσηνίας. Εκεί εκτίθενται τα τελευταία χρόνια και τα ευρήματα που φυλάσσονταν στο Μπενάκειο Αρχαιολογικό Μουσείο Καλαμάτας.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μεσσηνίας παρουσιάζονται οι αρχαιότητες της περιοχής διαχρονικά, από τους Προϊστορικούς χρόνους έως και τη Βυζαντινή εποχή, προκειμένου ο επισκέπτης κατά την περιήγησή του να αποκτά σφαιρική αντίληψη της πολιτισμικής εξέλιξης κάθε περιοχής δια μέσου των αιώνων.
Ακολουθώντας την παλιά γεωγραφική διαίρεση του νομού στις τέσσερις επαρχίες, Καλαμάτας, Μεσσήνης, Πυλίας και Τριφυλίας, η έκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου Μεσσηνίας αναπτύσσεται σε αντίστοιχες μεγάλες γεωγραφικές ενότητες με αντιπροσωπευτικά ευρήματα, που προέρχονται είτε από ανασκαφές, είτε από επιφανειακές έρευνες ή ακόμη και από τυχαίες παραδόσεις αρχαίων, από τους απλούς πολίτες.
Από τα σημαντικότερα εκθέματα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μεσσηνίας είναι ένα χρυσό σφραγιστικό δαχτυλίδι του 16ου αι. π.Χ. από θολωτό τάφο στην περιοχή Ελληνικά, ειδώλια και χρυσά κοσμήματα από θαλαμωτό τάφο στην ίδια περιοχή, ένα ειδώλιο ιππόκαμπου από το Ιερό του Ποσειδώνα στα Ακοβίτικα και επιτύμβια στήλη από το Ιερό του Παμίσου στο χωριό Άγιος Φλώρος.
Μουσείο Αρχαίας Μεσσήνης
Το Μουσείο Αρχαίας Μεσσήνης βρίσκεται κοντά στον αρχαιολογικό χώρο της Αρχαίας Μεσσήνης, 500 μέτρα από το κέντρο του χωριού Μαυρομμάτι.
Πρόκειται για ένα μικρό διώροφο κτίριο, με τρεις αίθουσες για τα εκθέματα, όλες στον όροφο. Ανάμεσα στα γλυπτά της συλλογής του Μουσείου Αρχαίας Μεσσήνης ξεχωρίζουν ο Δορυφόρος του Πολυκλείτου, η Άρτεμις Λαφρία, ο Ερμής στον τύπο Άνδρου-Farnese, καθώς και τμήματα από γλυπτά του Μεσσήνιου Δαμοφώντα.
Ο Δορυφόρος ανακαλύφθηκε το 1995 στο Γυμνάσιο της Μεσσήνης, και ανήκει σε μια μακρά σειρά πιστών αντιγράφων του τύπου του Δορυφόρου του Πολυκλείτου, που βρίσκονται σήμερα διάσπαρτα σε διάφορα μουσεία παγκοσμίως. Το αντίγραφο του Μουσείου Αρχαίας Μεσσήνης είναι έργο άριστης ποιότητας, που έχει χρονολογηθεί στα χρόνια του Αυγούστου. Όσον αφορά το εικονιζόμενο πρόσωπο, άλλοι έχουν πει ότι πρόκειται για τον Αχιλλέα, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι είναι ο Θησέας.
Ο Ερμής του τύπου Άνδρου-Farnese, έργο του 1ου αιώνα μ.Χ. είναι ένα μαρμάρινο άγαλμα που βρέθηκε το 1996 στη δυτική στοά του Γυμνασίου, το οποίο ακολουθεί πιστά έναν αγαλματικό τύπο που απαντάται και αλλού.
Το άγαλμα της Άρτεμις Λαφρίας, ύψους 1,34, απεικονίζει τη θεά με το δεξί χέρι υψωμένο, προκειμένου να ανασύρει βέλος από τη φαρέτρα της.
Στο αίθριο του Μουσείου Αρχαίας Μεσσήνης, τέλος, αλλά και στα υπόστεγα του εκτίθενται αρχιτεκτονικά μέλη και ενεπίγραφα βάθρα.
Στους καταλόγους του Μουσείου Αρχαίας Μεσσήνης έχουν καταγραφεί πάνω από 12.000 ευρήματα, αριθμός τεράστιος, αν αναλογιστεί κανείς τον περιορισμένο εκθεσιακό χώρο.
Το Μουσείο Αρχαίας Μεσσήνης παραμένει ένα από τα αξιολογότερα της περιοχής και η επίσκεψη σε αυτό φωτίζει σημαντικές πτυχές του ιστορικού παρελθόντος της περιοχής.
Αρχαιολογικό Μουσεία Χώρας
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Χώρας ιδρύθηκε το 1969, βρίσκεται στη Χώρα Μεσσηνίας και διαθέτει τρεις αίθουσες, με αντικείμενα κυρίως της Μυκηναϊκής περιόδου. Υπάρχουν τέσσερις χιλιάδες περίπου αρχαιολογικά ευρήματα τα περισσότερα των οποίων προέρχονται από τις ανασκαφές που έγιναν στο Ανάκτορο του Νέστορα , του Βασιλιά της Πύλου, το οποίο χτίστηκε το 12ο με 13ο αιώνα π.Χ.
Από τα σημαντικότερα εκθέματα του Αρχαιολογικού Μουσείου Χώρας είναι:
- Χρυσά κοσμήματα και χρυσά κύπελλα από τους θολωτούς τάφους της Περιστεριάς Τριφυλίας. Χρονολογούνται στον 16ο-15ο αιώνα π.Χ.
- Δύο εντυπωσιακοί πιθαμφορείς με διακόσμηση «ανακτορικού ρυθμού» από το θολωτό τάφο στο Ρούτση (15ος αιώνας π.Χ.).
- Τοιχογραφίες από το Ανάκτορο του Νέστορος με πολεμικές σκηνές και άλλα θέματα.
- Εκμαγεία από πήλινες πινακίδες με Γραμμική Β΄ γραφή που τα πρωτότυπα τους βρίσκονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
- Υστερομυκηναϊκό τριποδικό τελετουργικό αγγείο (ρυτό) με τρεις κεφαλές ζώων (ταύρου και ελαφιών) μοναδικό στο είδος του. Προέρχεται από το νεκροταφείο στα Βολιμίδια. Χρονολογείται στον 14ο-13ο αιώνα π.Χ.
- Μεσσηνιακό δίδυμο κύπελλο γνωστό και ως «δέπας αμφικύπελλον» από τους τάφους των Βολιμιδίων.
- Πήλινος κρατευτής από το Ανάκτορο του Νέστορος.
Εντύπωση προκαλεί στον επισκέπτη και ο μεγάλος αριθμός χρυσών αντικειμένων (κύπελα και κοσμήματα) που υποδηλώνουν την αίγλη και το σημαντικό πλούτο του βασιλείου.